Γράφει η Δήμητρα Βέλμαχου
Ωστόσο, η πραγματικότητα πίσω από αυτή τη λαμπρή εικόνα απέχει συχνά από την ουσία που κρύβει η γιορτή. Ο Μάνος Χατζιδάκις, με τη διακριτική του ματιά και την τόλμη να αντιπαρατίθεται με τα στερεότυπα, έγραψε πριν από δεκαετίες ένα κείμενο που παραμένει επίκαιρο και ισχυρό, ειδικά καθώς πλησιάζουν οι γιορτές. Η αναδρομή στα λόγια του αποκαλύπτει την κριτική του για την επιφανειακή φύση του εορτασμού και την αδυναμία των σύγχρονων κοινωνιών να κατανοήσουν την πραγματική σημασία της γιορτής.
Στο έργο του «Τα σχόλια του Τρίτου», ο μεγάλος Μάνος Χατζιδάκις επεσήμανε τη μετατροπή των Χριστουγέννων σε μια οργανωμένη, μηχανική διαδικασία, αποσυνδεδεμένη από την πνευματική της διάσταση.
«Ο κόσμος πια δεν είναι μαγικός. Και τα Χριστούγεννα, μια οργανωμένη μηχανή», γράφει, αναδεικνύοντας το χάσμα μεταξύ της ουσίας των Χριστουγέννων και του τρόπου που αυτή βιώνεται σήμερα. Οι θρησκευτικές εκδηλώσεις, αντί να συνδέουν την κοινότητα με την ιερότητα, καταντούν κομμάτι μιας «τηλεοπτικής σειράς», εντυπωσιακά σκηνοθετημένης αλλά κενής περιεχομένου.
Η περιγραφή του Μάνου Χατζιδάκι για τον σύγχρονο άνθρωπο δεν ήταν όμως μόνο μια κριτική στο πώς ζουν τα Χριστούγεννα, αλλά και ένας στοχασμός για την κοινωνία που τα περιβάλλει. Η ειρωνεία, με την οποία καταγράφει τη σχέση της εκκλησίας με την κοινωνία και την πολιτική, αναδεικνύει ένα βαθύτερο πρόβλημα. «Το Άγιον Όρος καιροφυλακτεί να σχηματίσει μια κυβέρνηση. Δεν πείθουνε κανέναν τα διαγγέλματα», γράφει, κάνοντας κριτική στη σύνδεση εξουσίας και θρησκείας, σε μια προσπάθεια να δείξει πόσο η ουσία της θρησκείας χάνεται μέσα σε μια συνθήκη πολιτικής επιρροής.
Το κείμενο αυτό του κορυφαίου Έλληνα συνθέτη, δεν σταματά σε μια γενική απογοήτευση για το πνεύμα των Χριστουγέννων, αλλά αγγίζει βαθιά κοινωνικά θέματα, όπως η αποξένωση, η βία και ο μαρασμός της ανθρώπινης ψυχής. «Χωρίς αμφιβολία ζούμε την εποχή των δολοφόνων», επισημαίνει, με τρόπο που αναδεικνύει την απουσία αγάπης και την αυξανόμενη κενότητα των σχέσεων. Οι άνθρωποι «μασάνε τσίχλα» και χορεύουν αδιάφορα ενώπιον της καθημερινής βίας, και οι εορτασμοί γίνονται απλώς μια απόδραση από την ασχήμια, χωρίς να προσφέρουν ουσιαστική λύτρωση.
Ο Μάνος Χατζιδάκις, όμως, δεν παραλείπει να δώσει μια αχτίδα φωτός μέσα σε αυτόν τον ζοφερό απολογισμό. Με το χαρακτηριστικό του ύφος, υπογραμμίζει τη σιωπηλή γέννηση του Χριστού, που φαντάζει ακόμη πιο ιερή και σημαδιακή μέσα στη σύγχρονη βαβούρα. «Έτσι ο Χριστός γεννιέται σιωπηρώς. Κανείς δεν τον αναζητά, κανείς δεν τόνε εσκέφτεται, κι έρχεται μόνος σιωπηλός για να πεθάνει μόνος». Αυτή η εικόνα της σιωπηλής γέννησης του Θεανθρώπου έρχεται σε αντίθεση με τη φασαρία και τον κενό θόρυβο του σύγχρονου κόσμου.
Η ματιά του Μάνου Χατζιδάκι δεν σταματά στο να κατηγορεί, αλλά προσφέρει και τροφή για σκέψη. Σήμερα, στην εποχή της υπερκατανάλωσης και της διαρκούς αναζήτησης εντυπωσιασμού, τα λόγια του αποκτούν μια διαφορετική βαρύτητα.
Οι γιορτές γίνονται μια ευκαιρία να αναλογιστούμε την ουσία που χάσαμε, να δούμε πέρα από τις φωτεινές διακοσμήσεις και τα δώρα, και να ψάξουμε για εκείνη τη σιωπή που γεννά την αληθινή ελπίδα. Διότι, όπως μας υπενθυμίζει, ο Χριστός γεννιέται μέσα στο θόρυβο όπου παρά την αδιαφορία μας, προσφέρει σε όλους μας ένα σημάδι για βαθύτερη κατανόηση, αγάπη και νόημα.
Το κείμενο που απήγγειλε ο μεγάλος Έλληνας συνθέτης στην εκπομπή του στο Τρίτο Πρόγραμμα την παραμονή των Χριστουγέννων του 1978
«Ο μύθος των Χριστουγέννων κρατιέται με τη βία απ' τα παράθυρα και από τις πόρτες, κρεμασμένος σε πανύψηλα κι αφιλόξενα σύγχρονα σκυθρωπά κτίρια. Τον συντηρούν οι δραστηριότητες της αγοράς, τα συμφέροντα των εμπόρων, οι ανελεύθερες κυβερνήσεις και οι ακόμη πιο ανελεύθερες θρησκευτικές οργανώσεις, τέλος, οι αστοί και οι εργατικοί, πρόσφατοι μετανάστες στην αστική τάξη, που κατ' ουσίαν κυβερνάν τον κόσμο μας, και που επιθυμούν θρησκευτικές αιτιολογίες και παραδόσεις για διασκέδαση, απόλαυση κι' αμεριμνησία.
Ούτε για τα παιδιά, δεν έμειναν τα σύμβολα ανέγγιχτα. Κι αυτά ακόμη προσπαθούν να ονειρεύονται μέσα από τις εφιαλτικές ειδικές εκπομπές της τηλεόρασης, κι από ένα σπίτι που τις μέρες αυτές, δεν έχει να προσθέσει κανένα αληθινό αγαθό, ούτε υποδομή για μια γενναία ονειροπόληση -ονειροπόληση ενός κόσμου ιδανικού, που να τον κυβερνάει ο Χριστός και οι Άγιοι του, με αρχηγό τον Αη Βασίλη. Ιδιαίτερα στον τόπο μας, τα Χριστούγεννα γίνανε μέρες συναλλαγής και αυτοϊκανοποίησης. Ευκαιρία για μια ευρωπαϊκή παράσταση...
Η γέννηση του Χριστού παραμένει πια μια επέτειος άγονη και χωρίς αίσθημα. Και η Αθήνα, σαν καπνιστό τσουκάλι οινομαγειρείου χωρίς φωτιά και θέρμανση, ζει την αγιότητα των ημερών, σκυθρωπά, άχαρα και κουρασμένα. Οι δρόμοι σκοτεινοί, φαντάζουν απείρως σκοτεινότεροι έτσι καθώς περιέχουν ολοένα και περισσότερο, αναίδεια, αναπηρία και ανανδρία.
Η δυστυχία ολοφάνερη στα μάτια των γερόντων, που φεύγουν κάθε μέρα από κοντά μας θλιμμένοι κι απροστάτευτοι, γνωρίζοντας καλά πια πως γεννήσανε λειψούς ανθρώπους και πολύ χιόνι, που ατέλειωτα θα τους σκεπάζει στους αιώνες. Τα κάλαντα, τα δώρα και οι αγιασμοί, δεν πείθουνε κανένα ότι προσφέρουνε αγάπη και παράδοση. Μόνο τα πρόσωπα μερικών παιδιών και μερικών γριών που περιφέρονται θλιμμένες, είναι ότι διαθέτει ο κόσμος μας, για ν' αγαπάς τις μέρες τούτες.
Τα κάλαντα, τα δώρα και οι αγιασμοί, δεν πείθουνε κανένα ότι προσφέρουνε αγάπη και παράδοση. Μόνο τα πρόσωπα μερικών παιδιών και μερικών γριών που περιφέρονται θλιμμένες, είναι ό,τι διαθέτει ο κόσμος μας για να αγαπάς τις μέρες τούτες.
Κι έτσι που ο μύθος των Χριστουγέννων έγινε δίσκος τουρισμού, ζωγραφική σε λαϊκή αγορά, σύνθημα αυτοκόλλητο σε πρακτορείο ΠΡΟ-ΠΟ, βγήκανε για σεργιάνι χιλιάδες αυτοκίνητα, να πουν τα κάλαντα τα εθνικά, τα θρησκευτικά και τα καταναλωτικά. Πόσο μας ξεκουράζει αυτό το ράντισμα πετρελαίου εις τας οδούς, για να στολίσουμε το σπίτι, για να φωτογραφίσουμε το στολισμένο κέντρο της πόλης, ν' αφήσουμε τα δώρα μας στους τροχονόμους αστυνομικούς και τέλος να επιστρέψουμε κατάκοποι την μεσημβρία σπίτι μας, για το απαραίτητο και παραδοσιακό γεύμα παραμονής...».
Απόσπασμα από το κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι «Η γέννηση του Χριστού και οι αμαρτίες των νεαρών μαθητών όταν παραβιάζουν τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας» που απήγγειλε στο ραδιόφωνο ο συνθέτης την Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 1978 και δημοσιεύτηκε αργότερα στην ανθολογία «Τα σχόλια του Τρίτου» (Εκδόσεις Εξάντας).