Θέση για την μετεξέλιξη της περιφερειακής αυτοδιοίκησης σε περιφερειακή διακυβέρνηση
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
θα ξεκινήσω κάνοντας μία ιστορική αναδρομή για την δευτεροβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση. Στοιχεία δομής Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης εμφανίζονται ήδη από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Συγκεκριμένα, ο δεύτερος βαθμός είχε συγκροτηθεί σε επίπεδο Επαρχίας, ενώ ο τρίτος βαθμός ήταν ευρύτερος και συνέπιπτε με τα χωρικά πλαίσια του τουρκικού «καζά» (νόμος που σημαίνει διοικητική διαίρεση). Η δευτεροβάθμια αυτή οργανωτική δομή είχε ως εκτελεστικά όργανα δύο επαρχιακούς άρχοντες (τους προεστούς ή κοτζαμπάσηδες) και έναν ταμία, που την αντιπροσώπευαν. Αυτοί εκλέγονταν από τους δημογέροντες των κοινοτήτων της Επαρχίας για 6 μήνες ή ένα έτος, αλλά η πράξη εκλογής τους έπρεπε να βεβαιωθεί από τον οικείο καδή (μουσουλμάνος δικαστής) και στη συνέχεια, να επικυρωθεί από τον πασά.
Μετά την κήρυξη της Επανάστασης του 1821, ψηφίσθηκε ο νόμος 12 της 30ης Απριλίου 1822 για τον «Οργανισμό των Ελληνικών Επαρχιών» που ίσχυσε μόνο για τα νησιά του Αιγαίου, εκτός από τις Σπέτσες, την Ύδρα και τα Ψαρά. Επρόκειτο για αμιγώς κρατικές δομές. Επικεφαλής ήταν ο Έπαρχος που διοριζόταν από τον Υπουργό Εσωτερικών και επικουρείτο από τον Γενικό Γραμματέα και 4 θεματικούς Φροντιστές (για την αστυνομία, για την οικονομία, για τη θάλασσα και για τον πόλεμο. Ένα χρόνο αργότερα ακολούθησε ο «Νέος Οργανισμός των Ελληνικών Επαρχιών».
Ο κρατικός χαρακτήρας των Επαρχιών διατηρήθηκε και μετά την έλευση του Καποδίστρια, οπότε επικεφαλής των μεγάλων Επαρχιών τέθηκαν, με το Ψήφισμα της 1.1.1830, οι Διοικητές.
Κατά την Αντιβασιλεία του Όθωνα, η χώρα διαιρέθηκε σε 10 Νομούς και 47 Επαρχίες που αποτελούσαν αποκεντρωμένες μονάδες κρατικής διοικήσεως. Επικεφαλής του νομού ήταν ο Νομάρχης στον οποίο υπάγονταν και οι επικεφαλής των Επαρχιών (Έπαρχοι).
Σημαντική τομή υπήρξε αργότερα ο νόμος ΑΦΝΣ΄ του 1887 του Χ. Τρικούπη, με τον οποίο αναγνωρίσθηκε ο νομός ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, με όργανα διοίκησης το νομαρχιακό συμβούλιο που εκλεγόταν άμεσα από τους κατοίκους του νομού και τη νομαρχιακή επιτροπή, η οποία ασκούσε την καθημερινή διοίκηση και απαρτιζόταν από μέλη του νομαρχιακού συμβουλίου. Ωστόσο, τα νομαρχιακά συμβούλια και οι επιτροπές καταργήθηκαν, το 1890, από την Κυβέρνηση Δεληγιάννη. Ακολούθησε, το 1899, ο νόμος ΒΧΕ΄, με τον οποίο αναγνωρίσθηκε εκ νέου ο νομός ως ν.π.δ.δ., με όργανα το νομαρχιακό συμβούλιο και την επιτροπή του Νομού και επικεφαλής το Νομάρχη ως εκπρόσωπο του κεντρικού κράτους στην περιοχή. Με τους νόμους 4393/1929 και 3200/1955 (Α΄ 97) τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία της Αποκεντρωμένης Κρατικής Διοίκησης σε επίπεδο νομού.
Ουσιαστικά, η δευτεροβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση, εισήχθη, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986, με τον ν. 1622/1986 (Α΄ 92), υπό τη μορφή της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, η οποία αποτελούσε αυτοδιοικούμενο κατά τόπο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
συμπληρώθηκαν 40 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στην ενωμένη ευρωπαϊκή οικογένεια. Μια ένταξη που επιτεύχθηκε χάρη στην πίστη, στην προσήλωση και στην επιμονή του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή, ενώ καταπολεμήθηκε με σφοδρότητα στο εσωτερικό της χώρας.
Περνώντας από πολλά κύματα, στις μέρες μας ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της πατρίδας μας θεωρείται πια δεδομένος, τόσο για τους περισσότερους πολιτικούς φορείς, όσο και για τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών. Και είναι αυτός που καθοδηγεί και τα επόμενα βήματα μας, με τελικό προορισμό την Περιφερειακή Διακυβέρνηση.
Ας προσπαθήσουμε να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας τον αυτοδιοικητικό χάρτη των αρχών της δεκαετίας του 1980.
Υπήρχαν διάσπαρτες δεκάδες χιλιάδες κοινότητες, όπως και χιλιάδες δήμοι. Κάθε χωριό και μια κοινότητα, κάθε κωμόπολη κι ένας δήμος.
Όμως, ο εν λόγω κατακερματισμός ήταν ακόμη και στην εποχή του, ήδη, παρωχημένος, με εμφανείς δυσλειτουργίες που αποτυπώνονταν στην κωλυσιεργία της προώθησης έργων και δράσεων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι οι σοβαρές μεταρρυθμίσεις που ακολούθησαν στοχεύοντας στις συνενώσεις, αρχικά κοινοτήτων σε δήμους, και στη συνέχεια δήμων σε μεγαλύτερους δήμους (Καποδίστριας, Καλλικράτης) αντιμετωπίστηκαν κατά τόπους με έντονη δυσαρέσκεια, αν όχι με εχθρότητα, κυρίως από μικρές κοινωνίες που αδυνατούσαν να προσαρμοστούν σε νέα δεδομένα, υποταγμένες σε έναν τυφλό τοπικισμό που δεν τις οδηγούσε παρά στο αδιέξοδο μιας διοικητικής και οικονομικής απομόνωσης.
Συγκεκριμένα για το πρόγραμμα Καλλικράτης χάθηκε μία ακόμη ευκαιρία προσδιορισμού της φυσιογνωμίας και του ουσιαστικού περιεχομένου του θεσμού της Περιφέρειας αφού δεν ενεργοποιήθηκαν ποτέ σημαντικές θεσμικές και οικονομικές προβλέψεις που ήταν απαραίτητες για την εφαρμογή του προγράμματος (το αναπτυξιακό πρόγραμμα της ΤΑ, η έλλειψη πόρων και στελεχιακού δυναμικού και η έλλειψη πραγματικής βούλησης της πολιτείας να υποστηρίξει τη μεταρρύθμιση του Καλλικράτη). Μετά από οκτώ χρόνια εφαρμογής του προγράμματος Καλλικράτης αυτό έχει ξεπεραστεί από τις εξελίξεις και τις σύγχρονες ανάγκες σε πολλές βασικές επιλογές του.
Όπως επισημαίνει η Έκθεση του ΟΟΣΑ και του UCLG με τίτλο «Subnational governments around the world. Structure and finance. Country profiles», που δημοσιεύθηκε τον Δεκέμβριο του 2016, η Ελλάδα παραμένει και μετά το Πρόγραμμα «Καλλικράτης» μια από τις πιο συγκεντρωτικές, από διοικητικής απόψεως, χώρες στον κόσμο, μαζί με τη Χιλή, την Τουρκία, την Ιρλανδία και τη Νέα Ζηλανδία. Η εμπλοκή των αποκεντρωμένων δομών στις δημόσιες επενδύσεις παραμένει πολύ χαμηλή, όπως και οι πόροι που διαθέτουν για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
Η Ελλάδα παραμένει μια χώρα που εξακολουθεί να δοκιμάζεται από την παρατεταμένη δημοσιονομική και υγειονομική κρίση. Όπως συχνά συμβαίνει σε χώρες με ανάλογα προβλήματα, έτσι και εδώ, παρατηρείται λειτουργική ενδυνάμωση και ισχυροποίηση της κεντρικής κυβέρνησης έναντι των περιφερειακών και τοπικών δομών και οργάνων.
Σε αυτό συνέβαλε και ο εξαιρετικά υψηλός βαθμός οικονομικής εξάρτησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κυρίως των Περιφερειών, από το κεντρικό κράτος (95% περίπου για τις Περιφέρειες, ενώ περίπου το 32% των εσόδων των Δήμων προέρχονται από ίδιες πηγές: φόρους, τέλη, χρεώσεις κλπ.). Η Τοπική Αυτοδιοίκηση χρηματοδότησε τους διοικητικούς πειραματισμούς, τις μη στοχευμένες προσλήψεις και, γενικότερα, την έλλειψη ορθολογικών πολιτικών του κεντρικού κράτους, έχοντας υποστεί τα τελευταία επτά χρόνια περικοπές που υπερβαίνουν το 60% των πόρων της.
Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και το καθεστώς πολυνομίας και κακονομίας που χαρακτηρίζει την κανονιστική νομοθέτηση σε ό,τι αφορά τις τοπικές και περιφερειακές υποθέσεις- και όχι μόνον - με αλληλοεπικαλυπτόμενες και ατελείς ρυθμίσεις, ασάφειες και κενά που δημιουργούν προβλήματα σε αυτούς που καλούνται να τις εφαρμόσουν.
Προσωπικά δεν έχω κανένα πρόβλημα να αναγνωρίσω ότι στη σταδιακή αναδιαμόρφωση του αυτοδιοικητικού χάρτη συνέβαλαν καθοριστικά εκσυγχρονιστές πολιτικοί, όπως ο Αλέκος Παπαδόπουλος. Όπως δεν έχω και κανένα απολύτως πρόβλημα να χαιρετίσω όλες τις ανάλογες προσπάθειες που έγιναν από προηγούμενες κυβερνήσεις.
Είμαστε εδώ και επιδιώκουμε τη μέγιστη δυνατή συναίνεση σε εκείνα που μας ενώνουν. Γιατί ανεξάρτητα από επιμέρους πολιτικές διαφορές ή διαφορές αντιλήψεων, όλοι μαζί εκπροσωπούμε το σύνολο της κοινωνίας τριών νομών. Ανεξάρτητα αν προσεγγίζουμε από διαφορετική ιδεολογικοπολιτική σκοπιά το πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας, το κοινό συμφέρον του τόπου μας αποτελεί σημείο αναφοράς όλων μας. Αυτή είναι η προσωπική μου αντίληψη για τον ρόλο της Περιφέρειας. Θέλω να πιστεύω ότι είναι αντίληψη όμως και του συνόλου των περιφερειακών παρατάξεων και των περιφερειακών συμβούλων.
Η μετεξέλιξη της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης σε Περιφερειακή Διακυβέρνηση, την οποία έχει προτάξει προ πολλού και η Ένωση Περιφερειών Ελλάδας, θεωρώ ότι είναι ένα από τα μείζονα θέματα στα οποία η σύγκλιση μας είναι μονόδρομος. Να μετεξελιχθεί η περιφερειακή αυτοδιοίκηση σε περιφερειακή διακυβέρνηση. Η μεταρρύθμιση στην αυτοδιοίκηση, είναι στην ουσία μια αναμέτρηση του κεντρικού κράτους με τον κακό εαυτό του, τις παθογένειες και τις στρεβλώσεις του. Είναι μια αναμέτρηση με την κεντρική γραφειοκρατία και τις ανασφάλειές της. Το μήνυμά μας προς την κυβέρνηση και τους παριστάμενους αρμόδιους υπουργούς, είναι ένα:
«Πρέπει να τολμήσουμε να προχωρήσουμε στη μετεξέλιξη της περιφερειακής αυτοδιοίκησης σε περιφερειακή διακυβέρνηση, που σημαίνει Περιφέρειες με περισσότερες αρμοδιότητες, το απαραίτητο προσωπικό και τους απαιτούμενους πόρους να τις ασκήσουν, καθώς και με κανονιστική αρμοδιότητα, δηλαδή τη δυνατότητα να νομοθετούν για τα τοπικά ζητήματα και ιδίως όσα αφορούν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις. Να τολμήσουμε να καταργήσουμε το μακρύ χέρι του κράτους, τις αποκεντρωμένες διοικήσεις που όχι μόνο δεν προσφέρουν τίποτε, αλλά συνεπάγονται πρόσθετο κόστος στον Προϋπολογισμό και επιπλέον μη χρειαζούμενη, γραφειοκρατία. Πρέπει να αλλάξουμε συθέμελα το κράτος, να φέρουμε τα πάνω κάτω».
Το κεντρικό κράτος ήταν και παραμένει σε μεγάλο βαθμό αθηνοκεντρικό, γραφειοκρατικό και κυρίως δυσκίνητο, ενίοτε δε και ακίνητο ή άκαμπτο. Το κεντρικό κράτος παραμένει ένα κράτος απαγορεύσεων, ένα κράτος που ορθώνει εμπόδια, που βρίσκει προβλήματα ακόμη κι εκεί που προωθούνται λύσεις, που θέτει υποχρεώσεις χωρίς να σέβεται δικαιώματα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
ζούμε σε μια εποχή που συντελούνται ραγδαίες αλλαγές, με ταχύτατους ρυθμούς, σε όλα τα επίπεδα και σε όλες τις εκφάνσεις του παγκοσμίου γίγνεσθαι, την ίδια ώρα μάλιστα που βρίσκεται σε εξέλιξη και η 4η Βιομηχανική Επανάσταση.
Ο κόσμος μας αλλάζει, και αλλάζει γρήγορα και θεαματικά.
Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη τη συνέργεια μεταξύ κεντρικής Κυβέρνησης και Περιφερειών μέσω του επιτελικού συντονιστικού ρόλου που παίζουν, καθώς λόγω της θέσης τους, γνωρίζουν καλά την κοινωνική πραγματικότητα, διαχειρίζονται ευρωπαϊκά προγράμματα και βάζουν στόχους αναπτυξιακούς για την τοπική κοινωνία
Η ανάπτυξη ξεκινά από την Περιφέρεια. Οι Περιφέρειες καλούνται να παίξουν σημαντικό ρόλο στην παραγωγική ανασυγκρότηση της Χώρας. Οι τοπικές και περιφερειακες αρχές γνωρίζουν, τα προβλήματα και τις δυνατότητες του κάθε τόπου. Είναι σε καθημερινή επαφή με τους παραγωγικούς φορείς και δεν μπλέκονται με την καθημερινή μικροπολιτική σύγκρουση, που χαρακτηρίζει το πολιτικό μας σύστημα.
Όλη η Αυτοδιοίκηση έχουμε καταλάβει δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Αυτή την εποχή έχουμε μπροστά μας τρία χρηματοδοτικά εργαλεία με τεράστια σημασία για την τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη. Αναφέρω ενδεικτικά:
- Πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης», στο οποίο υπάρχει διακριτό κομμάτι και για τις έξυπνες πόλεις και για το περιβάλλον.
- Το Ταμείο Ανάκαμψης. Είναι το πιο προφανές για το περιβάλλον, την τεχνολογία και τις έξυπνες λύσεις.
- Νέα Προγραμματική Περίοδος.
Η ηλεκτροκίνηση είναι ο τομέας που πάει η αγορά και προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να προετοιμαστούμε και να κινηθούμε.
Όταν μιλάμε για ηλεκτροκίνηση μιλάμε και για καθαρή ενέργεια και όχι για την ενέργεια με τις παραδοσιακές μορφές, μέσω ανανεώσιμων πηγών. Ένας παράγοντας που πρέπει να βάλουμε στην εξίσωση είναι η τοπικότητα της ενέργειας. Δεν έχει νόημα να παράγουμε ενέργεια στον Έβρο και να την καταναλώνουμε στην Αθήνα ή στα Τρίκαλα. Άρα για να αρχίσουμε να μπαίνουμε σε ένα πλαίσιο ουδέτερων πόλεων και γιατί όχι και παθητικών πρέπει να αρχίσουμε από τα κτίρια και να φτιάξουμε ουδέτερα ή και παθητικά. Κτίρια που θα παράγουν αντί να καταναλώνουν ενέργεια. Και μετά να το διευρύνουμε σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου και γειτονιάς και σιγά – σιγά να πάμε σε επίπεδο πόλεων με ευφυή συστήματα για την διαχείριση της ενέργειας.
Υπό το πρίσμα της αρχής της καταλληλότητας και της επάρκειας των πόρων κάθε επίπεδο Διοίκησης θα πρέπει να ασκεί όσες αρμοδιότητες μπορεί να επιτελέσει αποτελεσματικά βάσει των πόρων που διαθέτει.
Ειδικότερα:
- Στον τομέα του Προγραμματισμού και της Ανάπτυξης.
- Στον τομέα της Γεωργίας-Κτηνοτροφίας και Αλιείας.
- Στον τομέα Φυσικών Πόρων-Ενέργειας και Βιομηχανίας.
- Στον υποτομέα Διαχείρισης Υδάτων (ενίσχυση με μια σειρά αρμοδιοτήτων)
- Στον υποτομέα ορυκτού πλούτου [(παρέχεται η αρμοδιότητα στην Περιφερειακή Διακυβέρνηση για τη διενέργεια της διαδικασίας εκμίσθωσης δημόσιων λατομείων (βιομηχανικών ορυκτών - μαρμάρων - αδρανών υλικών)].
- Στον υποτομέα ενέργειας (σειρά νέων αρμοδιοτήτων που να σχετίζεται με θέματα αδειοδότησης και διαχείρισης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας Α.Π.Ε.).
- Στον τομέα Απασχόλησης Εμπορίου και Τουρισμού (ενίσχυση με νέες αρμοδιότητες).
- Στον τομέα Μεταφορών (ενσωμάτωση, στο πλαίσιο ενοποίησης, απονεμημένες, με ειδικό νόμο, αρμοδιότητες).
- Στον τομέα Έργων Χωροταξίας και Περιβάλλοντος, (πρόσθεση ικανού αριθμού νέων αρμοδιοτήτων, οι οποίες ανήκαν στην Κεντρική και Αποκεντρωμένη Κρατική Διοίκηση).
- Στον τομέα της υγείας (περιλαμβάνονται οι αρμοδιότητες ευθύνης και εποπτείας των δομών Υγείας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα).
- Στον τομέα Παιδείας - Πολιτισμού και Αθλητισμού (ικανό εύρος αρμοδιοτήτων).
- Στον τομέα Πολιτικής Προστασίας (συμπληρώνονται ικανό εύρος αρμοδιοτήτων).
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε Περιφέρεια είναι μια εδαφική περιοχή με δικές της εξουσίες, καθεστώς και λειτουργίες, δηλαδή διαθέτουν κανονιστική αυτονομία σε μια σειρά κρίσιμων δραστηριοτήτων/τομέων, οι οποίοι είναι ιδίως οι εξής:
α) οργάνωση και λειτουργία όλων των φορέων που εποπτεύονται από την περιφέρεια
β) θέματα οικονομικής και φορολογικής φύσεως, τοπικής οικονομίας, ισοσκελισμός των δημοσίων δαπανών και συντονισμός των δημοσίων οικονομικών και φορολογικού συστήματος, ταμιευτήρια
γ) υποδομές της Περιφέρειας, κινητικότητα και τοπική διακυβέρνηση,
δ) προστασία και διαχείριση φυσικού περιβάλλοντος και ενέργειας
ε) προστασία και διαχείριση πολιτιστικών αγαθών και δραστηριοτήτων
στ) προστασία της δημόσιας υγείας
ζ) θέματα κοινωνικής πρόνοιας,
η)θέματα διαχείρισης αγροτικών πολιτικών τοπικού χαρακτήρα όπως προστασία και διαχείριση γεωργίας, κτηνοτροφίας, αλιείας, δασών
θ)θέματα που αφορούν στο εμπόριο, σε εκθέσεις στις εξαγωγές, στη χειροποίητη τέχνη και στην υποστήριξη της καινοτομίας.
Eίναι σαφές ότι η Περιφερειακή Διακυβέρνηση δεν είναι εργαλείο του κεντρικού κράτους, με αποστολή απλώς να εφαρμόζει τις κεντρικές πολιτικές. Παράγει και η ίδια πολιτική. Και, κυρίως, μπορεί και πρέπει να προσαρμόζει τις κεντρικές πολιτικές στις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και να διαθέτει τα κανονιστικά εργαλεία που είναι αναγκαία για τον σκοπό αυτόν. Γι’ αυτό και πρέπει να έχει κανονιστική αυτοτέλεια στον τομέα των ευθυνών της και η κρατική εποπτεία μην εμποδίζει την ελεύθερη πρωτοβουλία και δράση της. Έτσι αποκτούν ουσιαστικό ρόλο.
Επομένως, εμείς δεν μπορούμε να παραμείνουμε στάσιμοι. Σε ό, τι αφορά τα του οίκου μας, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να πορευόμαστε με τους όρους του περασμένου αιώνα, ακόμη και με αυτούς που διαμορφώθηκαν στα τέλη του υπό τη μορφή επιβαλλόμενων μεταρρυθμίσεων.
Ως εκ τούτου, καλούμαστε να μετεξελιχθούμε και σε αυτοδιοικητικό επίπεδο, με την ίδια θέρμη που το κάναμε, εκτός άλλων, και στις ζωές μας, η καθεμιά και ο καθένας μας ξεχωριστά.
Ας σκεφτούμε ότι τον καιρό που υπήρχαν ακόμη οι κοινότητες η γραφομηχανή ήταν το κύριο εργαλείο γραψίματος, εκτός από το χειρόγραφο, ενώ το σταθερό τηλέφωνο ήταν απλησίαστο για πολλά νοικοκυριά.
Στις μέρες μας θεωρούμε αδιανόητη την καθημερινότητα μας χωρίς το κινητό μας τηλέφωνο, δίχως τον υπολογιστή μας και τη σύνδεση μας στο διαδίκτυο.
Ας συνειδητοποιήσουμε, λοιπόν, ότι όχι απλώς προσαρμοστήκαμε στις νέες απαιτήσεις που παρουσιάστηκαν στην καθημερινότητα μας, αλλά ταυτιστήκαμε με έναν νέο τρόπο διαβίωσης που για εμάς, ως αυτονόητος, είναι πια και αδιαπραγμάτευτος.
Όπως, λοιπόν, εναρμονιστήκαμε με την εξέλιξη και τα κελεύσματα των καιρών σε προσωπικό επίπεδο, καλούμαστε να πράξουμε, πιστεύω αυτονόητα, το ίδιο και για τη λειτουργία του αυτοδιοικητικού μοντέλου μας, που άπτεται της διοίκησης αυτής καθαυτής της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
στο προτεινόμενο σχέδιο νόμου πρέπει να αποτυπώνεται και η πρόταση της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος για την επόμενη, καθοριστικής σημασίας, μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και την αναδιάταξη του διοικητικού χάρτη της χώρας ως προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ενός σύγχρονου συστήματος με τρεις βασικούς άξονες: την κεντρική διοίκηση, την περιφερειακή διακυβέρνηση και τους Δήμους.
Ακολουθώντας δε και την σχετική γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιφερειών για την αποκέντρωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σ’ αυτήν, μεταξύ άλλων, σημειώνεται με έμφαση ότι οι Περιφέρειες που χρηματοδοτούνται ως επί το πλείστον από ίδιους πόρους, τούς διαχειρίζονται με τον πλέον υπεύθυνο τρόπο, καθώς διαθέτουν πιο ισχυρό προϋπολογισμό, ενώ παρακινεί όλα τα κράτη – μέλη να κινηθούν στη συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Στόχος μας, λοιπόν είναι η μετεξέλιξη της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης σε ένα νέο επίπεδο διοίκησης, το οποίο θα είναι θεσμικά και επιχειρησιακά επαρκές και ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πολιτών, εκπληρώνοντας στο ακέραιο και τη συνταγματική αποστολή του.
Η συγκεκριμένη μετεξέλιξη σηματοδοτεί τη μεταφορά ουσιαστικών ευθυνών και αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες, μέσα από ένα ρεαλιστικό και οργανωμένο σχέδιο αποκέντρωσης που θα αντιστοιχεί στα πρότυπα της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, διασφαλίζοντας σημαντική οικονομία κλίμακας, πόρων και ανθρώπινου δυναμικού.
Τις αρμοδιότητες αυτές θα τις αναλάβουν και θα τις ασκήσουν πολιτικά και δημοκρατικά υπεύθυνα όργανα, τα οποία έχουν θωρακισθεί με όλες τις αναγκαίες εγγυήσεις για να φέρουν σε πέρας αυτή την αποστολή.
Έτσι αποκαθηλώνεται ο κρατικός συγκεντρωτισμός προς όφελος ενός εγγυητικού ρόλου του κράτους, σε ό, τι αφορά τις περιφερειακές πολιτικές και, τελικά, την εν γένει ανάπτυξη, αλλά πρωτίστως την οικονομική και κοινωνική συνοχή.
Παράλληλα, και καθώς με την Περιφερειακή Διακυβέρνηση μέρος της εκτελεστικής εξουσίας διαχέεται από πάνω προς τα κάτω, οι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να γίνουν, οι ίδιοι, θεματοφύλακες του δημόσιου πλούτου και των κοινών αγαθών, αντιστρέφοντας τις παραδοσιακές σχέσεις κοινωνίας και πολιτείας.
Δεν θα απαιτείται πλέον να βρίσκεται ο πολίτης πιο κοντά στα κέντρα λήψης αποφάσεων, αλλά αυτά θα έρχονται πιο κοντά στον πολίτη μέσω των αποκεντρωμένων εξουσιών μιας τοπικής αυτοδιοίκησης «τρίτης γενιάς».
Αυτή η μετατόπιση θα σηματοδοτήσει μια νέα δημιουργικότητα που δεν θα αποτελεί πλέον απλώς μια εφαρμόσιμη προοπτική, αλλά μια απτή πραγματικότητα που θα αντικατοπτρίζεται στις νέες τεχνολογίες, στην καινοτομία, στη νέα γνώση και στις διεθνείς εμπειρίες, παράλληλα, όμως, και στις νέες απειλές, όπως είναι η κλιματική αλλαγή και η φυγή του έμψυχου κεφαλαίου της χώρας μας στο εξωτερικό, το γνωστό brain drain.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
μέσα στις αυξημένες πολιτικές, οικονομικές και διοικητικές απαιτήσεις της Περιφερειακής Διακυβέρνησης θεωρείται αναγκαία και η ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών, σε ό, τι αφορά την καταστατική θέση των αιρετών που την υπηρετούν, καθώς και η επανεξέταση των κωλυμάτων και των ασυμβιβάστων που ισχύουν για τους αιρετούς.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαία η τήρηση κανόνων και υποχρεώσεων χρηστής τοπικής διακυβέρνησης, λογοδοσίας και διαφάνειας, αρχές που συμβάλλουν σημαντικά στην ενίσχυση του κύρους του θεσμού αλλά και στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης της τοπικής κοινωνίας. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, στο παρόν σχέδιο νόμου, προτείνονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
Η σύσταση ενός μόνιμου Μηχανισμού Παρακολούθησης της Καταστατικής Θέσης των Αιρετών υπό τη μορφή του Παρατηρητηρίου, στο οποίο θα αξιοποιηθεί και η εμπειρία παλαιότερων αυτοδιοικητικών που έχουν υπηρετήσει τον θεσμό της Περιφέρειας. Το Παρατηρητήριο αυτό θα εκπονεί ετήσια έκθεση, η οποία θα υποβάλλεται προς συζήτηση και για την προώθηση των αναγκαίων θεσμικών μέτρων στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Περιφερειών της Βουλής.
Η κατάρτιση, με πρωτοβουλία της ΕΝ.ΠΕ., Κώδικα Δεοντολογίας Αιρετών Δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η εκπόνηση σύγχρονων κανόνων ηθικής και δεοντολογίας που θα διέπουν τη συμπεριφορά των αιρετών της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης κατά την άσκηση των καθηκόντων τους κρίνεται σημαντική για την προάσπιση του κύρους και της αξιοπιστίας του θεσμού, τη διαμόρφωση ρεαλιστικών κανόνων διαφάνειας και λογοδοσίας και την αντιμετώπιση ζητημάτων σύγκρουσης συμφερόντων και καταδεικνύει την έμπρακτη βούληση των ίδιων των αιρετών για τήρηση των αρχών της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης.
Ο Κώδικας αυτός προτείνεται να καταρτισθεί ως Κώδικας Αυτορρύθμισης των Αιρετών, χωρίς την παρεμβολή άλλων εξωτερικών φορέων και οργάνων. Η ευθύνη, δηλαδή, της τήρησης του Κώδικα (και η ενδεχόμενη επιβολή κυρώσεων) θα ανήκει αποκλειστικά στα ίδια τα θεσμικά όργανα της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης.
Για την αρτιότερη διαμόρφωσή του, λαμβάνονται υπόψη πρότυπα και καλές πρακτικές ευρωπαϊκών χωρών με αυτοδιοικητική παράδοση αντίστοιχη με την ελληνική, οι βασικές αρχές του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας, οι Συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο Ευρωπαϊκός Κώδικας Δεοντολογίας για τους Αιρετούς των Δήμων και των Περιφερειών, που συντάχθηκε, το 1999, από το Κογκρέσο των Δήμων και των Περιφερειών του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπως και τα Ψηφίσματα της Επιτροπής Περιφερειών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
προφανώς αντιλαμβάνεστε ότι ο ρόλος των Περιφερειών και, πολύ περισσότερο, της Περιφερειακής Διακυβέρνησης και οι αυξημένες απαιτήσεις με τις οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένος δημιουργεί μια επιπρόσθετη ευθύνη των Περιφερειαρχών, των αιρετών αλλά και των στελεχών της Περιφέρειας, γενικότερα, ώστε να ανταποκρίνονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην άσκηση των καθηκόντων τους. Για τον σκοπό αυτόν πρέπει να συντρέχουν δύο βασικές προϋποθέσεις, τις οποίες εισάγει το εν λόγω σχέδιο νόμου και θα πρέπει να έχουν:
- Την αναγκαία υποστήριξη με εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, ιδίως σε τομείς που θα αποτελέσουν αιχμή του δόρατος στην προσπάθεια υπέρβασης της ανάσχεσης που έχει δημιουργήσει η οικονομική και υγειονομική κρίση, αλλά και στις αυξημένες ευθύνες που συνεπάγεται η μετάβαση στην Περιφερειακή Διακυβέρνηση.
- Την αναζήτηση και εφαρμογή νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, την οργάνωση και προώθηση των αναπτυξιακών πόλων που θα διαμορφωθούν σε κάθε Περιφέρεια, καθώς και την απορρόφηση των κάθε είδους ευρωπαϊκών πόρων. Συνιστούν δε προϋποθέσεις από τη συνδρομή των οποίων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η δυνατότητα του αιρετού να εκπληρώσει τη λαϊκή εντολή που έλαβε. Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσεται και η παροχή τεχνογνωσίας στο υπηρετούν προσωπικό, μέσα από σύγχρονα προγράμματα επιμόρφωσης με την ευθύνη της Εθνικής Σχολής Τοπικής Αυτοδιοίκησης, του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή Α.Ε.Ι., και διεθνών ή ευρωπαϊκών οργανισμών με ανάλογη εμπειρία και δυνατότητα μετάκλησης έμπειρων εκπαιδευτών από τη Γαλλική École Normale Supérieure ή άλλα αντίστοιχης αξιοπιστίας ιδρύματα.
- Να έχουν και οι ίδιοι οι αιρετοί πρόσβαση στην αναγκαία τεχνογνωσία, τόσο σε ό, τι αφορά πρακτικές χρηστής διοίκησης, λογοδοσίας, management κλπ., όσο και ειδικότερα αντικείμενα τα οποία εκείνοι προκρίνουν ως πιο χρήσιμα ή ακόμη και κατάρτιση σε θέματα διαχείρισης της ούτως ή άλλως πολύπλοκης διοικητικής πραγματικότητας της Περιφέρειας και ανάδειξης των ηγετικών δεξιοτήτων και ικανοτήτων του αιρετού. Η διάχυση καλών ευρωπαϊκών αλλά και διεθνών πρακτικών και η ενίσχυση της ικανότητας λήψης αποφάσεων κρίνονται, επίσης, σημαντικές.
- Ψηφιοποίηση διαδικασιών.
Επιπλέον, η απόδοση νομικών ευθυνών στους αιρετούς, σε πειθαρχικό, αστικό και ποινικό επίπεδο για τις πράξεις και τις παραλείψεις τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους αποτελεί βασική παράμετρο της καταστατικής τους θέσης, η οποία συνδέεται άρρηκτα τόσο με τη διαφύλαξη του κύρους του θεσμού όσο και με την αρχή της διαφάνειας, της νομιμότητας και της λογοδοσίας.
Πρέπει, ωστόσο, να λαμβάνεται μέριμνα, ώστε να μην καταλείπεται κανένα περιθώριο καταστρατήγησης και υπονόμευσης της ελευθερίας γνώμης ή ψήφου και, γενικότερα, της ελευθερίας άσκησης των καθηκόντων τους υπό το πρόσχημα της απόδοσης ευθυνών.
Για τον σκοπό αυτό προτείνεται σειρά παρεμβάσεων με τις οποίες εκσυγχρονίζονται οι σχετικές ρυθμίσεις και προσαρμόζονται τόσο στις απαιτήσεις του άρθρου 102 του Συντάγματος για την αυτοτέλεια των ΟΤΑ, όσο και στις αρχές που διέπουν την αυτοδιοίκηση και την τοπική δημοκρατία, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
η Περιφερειακή Αρχή είναι ο κατ’ εξοχήν ανθρωποκεντρικός θεσμός, εφόσον ακόμη και η παραμικρή πτυχή του έργου της και της αποστολής της εφάπτεται της καθημερινότητας κάθε οικογένειας. Όσο ισχυρότερη είναι η Περιφέρεια, τόσο ισχυρότερος είναι και ο πολίτης. Η δύναμη των Περιφερειών είναι η δύναμη των πολιτών. Και με αυτό το σκεπτικό πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά. Δεν είναι μια νοητική «πολυτέλεια». Είναι μια αδήριτη αναγκαιότητα, που απαντά πειστικά στις προκλήσεις των καιρών.
Επομένως, καλούμαστε να συμβαδίσουμε με την εποχή μας, με τον 21ο αιώνα που έχει χαρακτηρισθεί ως ο αιώνας της Αυτοδιοίκησης. Η διακυβέρνηση, ως φιλοσοφία και πρακτική στη χώρα μας καλείται να προσαρμοστεί στη λογική της αποκέντρωσης, ακολουθώντας το ευρωπαϊκό πρότυπο, αλλά και τις επιταγές των τοπικών κοινωνιών καθώς και των παραγωγικών φορέων. Η μετεξέλιξη της τοπικής αυτοδιοίκησης σε περιφερειακή διακυβέρνηση φέρνει τους πολίτες και όσους φιλοδοξούν να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο, αντιμέτωπους με ένα φάσμα νέων προκλήσεων, αλλά και μία τεράστια ευθύνη: τη διαχείριση της δικής τους πραγματικότητας με νέα εργαλεία. Η δυναμική της προοδευτικής ομοσπονδιοποίησης του κράτους συνεπάγεται περισσότερη ευελιξία, στοχευμένες και επίκαιρες παρεμβάσεις, ουσιαστικότερη ελευθερία, αλλά και εμπέδωση της ασφάλειας.
Είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε όλα όσα ισχύουν στις ώριμες Δημοκρατίες και στα προηγμένα οικονομικά κράτη, στα οποία το κεντρικό κράτος περιορίζεται στο στενό πυρήνα των αρμοδιοτήτων του, με τις υπόλοιπες αρμοδιότητες να ασκούνται από την Αυτοδιοίκηση. Υλοποιήσιμα σχέδια που βασίζονται στη διαβούλευση, την έρευνα και την αξιοποίηση των καλύτερων διαθέσιμων λύσεων με τη συνεργασία αιρετών, δημοτών και ειδικών επιστημόνων και επαγγελματιών .
Με νοικοκυρεμένα τα οικονομικά μας, ερχόμαστε με γνώμονα και την Περιφερειακή Διακυβέρνηση να δώσουμε νέες απαντήσεις στα προβλήματα, τα αιτήματα και τα δίκαια «θέλω» της κοινωνίας. Με νέες δομές, με νέα χρηματοδοτικά εργαλεία και με βέλτιστη αξιοποίηση των υπαρχόντων, με καινοτόμες δράσεις, όπως και με τολμηρές πρωτοβουλίες. Σημασία έχει κάθε ευρώ να δώσει προστιθέμενη αξία και πολλαπλασιαστικό συντελεστή στον τόπο μας. Είναι ίσως η τελευταία μεγάλη ευκαιρία για μαζικού και ολιστικού χαρακτήρα επενδύσεις.
Γιατί εμείς ενστερνιζόμαστε στην πράξη αυτό που φέρεται να είπε ο στρατηγός της Καρχηδόνας Αννίβας, όταν βαδίζοντας με το στρατό του προς τη Ρώμη έφθασαν στις Άλπεις. Τότε οι επιτελείς του, τον ρώτησαν: «Από πού θα περάσουμε;» Κι ο Αννίβας απάντησε: «Ή θα βρούμε τον δρόμο ή θα τον ανοίξουμε». Κι αυτό ακριβώς κάνουμε από τότε που αναλάβαμε την διακυβέρνηση της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας.
Ανοίγουμε δρόμους συνεργασίας, προόδου, προκοπής και δημιουργίας, για κάθε πολίτη της Δυτικής Ελλάδας. Είναι η ουσία αυτού που είπαμε από την πρώτη κιόλας ημέρα ως παράταξη «ΟΛΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ» με επικεφαλής τον Περιφερειάρχη μας κ. Νεκτάριο Φαρμάκη: «Αν δεν αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι τότε, τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει».
Όσοι αποτύχουν να κατανοήσουν αυτή την αλλαγή τη δεδομένη κομβική στιγμή θα χάσουν την ευκαιρία της προσαρμογής στη νέα ημέρα της τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια για πισωγυρίσματα.
Η συνεργασία είναι μονόδρομος. Αυτό που χρειάζεται είναι να προχωρήσουμε άμεσα στην πολυεπίπεδη διακυβέρνηση ώστε ο κάθε βαθμός να ξέρει ξεκάθαρα τι πρέπει να κάνει και να είμαστε ακόμη πιο γρήγοροι και αποτελεσματικοί προς όφελος των πολιτών.
Στο πλαίσιο αυτό και υπό το πρίσμα μιας αδιαμφισβήτητης πραγματικότητας, σας καλώ προσωπικά να βρεθούμε στον σχεδιασμό της Ελλάδας του μέλλοντος, αυτήν τη φορά στην ίδια πλευρά, να συστρατευτούμε για έναν κοινό σκοπό που θα υπηρετήσει τους πολίτες, την κοινωνία, με ορίζοντα πρωτίστως τις επόμενες γενιές. Αλλωστε, δεν χρειάζεται να γίνουμε μετά Χριστόν προφήτες.
Σας ευχαριστώ πολύ και εύχομαι να έχουμε όλοι ένα καλό Πάσχα και να «αφουγκραστούμε» τους συμβολισμούς γι’ αυτό το «Πάσχα στο σπίτι» που έχουν το δικό τους, το κατάδικό τους Αναστάσιμο Φως. Και μην ξεχνάμε: «μετά από κάθε μικρή ή μεγάλη σταύρωση, έρχεται πάντα μια ‘‘Ανάσταση’’»!
(Δελτίο Τύπου)