Του Νίκου Μιχαλόπουλου - Γεωπόνου
Λένε ότι θέλουν να αναπτύξουν την Κτηνοτροφία.
Σε κανέναν όμως από αυτούς που νομίζουν ότι σχεδιάζουν την κτηνοτροφική ανάπτυξη της χώρας, που με ευκολία λένε πάντα ότι είμαστε δίπλα στον κτηνοτρόφο, δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι η εγχώρια αγορά αιγοπροβείου γάλακτος και κατά συνέπεια και των παραγόμενων τυροκομικών προϊόντων, διέρχεται ίσως τη μεγαλύτερη και πιο επικίνδυνη κρίση της τελευταίας 25/ετιας.
Δεν μπορεί παρά να ανατρέξει κανείς στην αντίστοιχη κρίση του 1995, αν δεν κάνω λάθος, για να καταλάβει ότι ακόμα δεν υπάρχει στρατηγικό σχέδιο για την αντιμετώπιση ενός τόσο σημαντικού προβλήματος που βλέπουμε να επαναλαμβάνεται.
Τότε από την υπερβολή της «μάχης των τυροκόμων» για την εξασφάλιση αιγοπροβείου γάλακτος και μάλιστα σε πολύ υψηλές τιμές 280-320δρχ/κιλό και με τη φέτα από 700-800δρχ/κιλό να φτάνει τις 1800-2200δρχ/κιλό, φτάσαμε στην άλλη υπερβολή, την επόμενη χρονιά να κατρακυλήσουν οι τιμές περίπου στο μισό με αποτέλεσμα οι κτηνοτρόφοι να μη μπορούν να διαθέσουν το γάλα τους ή να το δίνουν σε πολύ χαμηλές τιμές, έπεσε η ζήτηση στα τυροκομικά προϊόντα, αυξήθηκαν τα αποθέματα, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί ανύπαρκτοι, οργίασε η νοθεία, «η ψεύτικη φέτα» πλημμύρισε τις αγορές, η αναγκαστική προσφορά από τυροκόμους και εμπόρους φέτας σε τιμές κάτω του κόστους οδήγησε στη χρεοκοπία πολλών μικρών μονάδων, δηλαδή με λίγα λόγια η κατάρρευση και η αποδιοργάνωση της εγχώριας αγοράς «έστρωσε το χαλί» για να διεισδύσει ο ξένος ανταγωνισμός
Αυτή όμως η κρίση είχε κατά τη γνώμη μου ένα θετικό αποτέλεσμα. Άρχισε τότε να γίνεται μια συστηματική προσπάθεια δημιουργίας νομικού πλαισίου για την κατοχύρωση των παραδοσιακών μας τυριών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Έτσι μετά από μακροχρόνιες συζητήσεις και σκληρές πιέσεις (κυρίως από Γαλλία και Δανία) φτάσαμε στο 2002 όπου το ευρωπαϊκό συμβούλιο εξέδωσε κανονισμό και το όνομα ΦΕΤΑ κατοχυρώθηκε στη χώρα μας (δεδομένου ότι δεν πήρε απόφαση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των τριών μηνών) και ταυτόχρονα όμως ορίστηκε και 5/ετής περίοδος που θα μπορούσε το όνομα να χρησιμοποιηθεί και από άλλες χώρες και η περίοδος αυτή έληξε τον Οκτώβριο του 2007.
Αυτά γιατί τότε όσοι ήξεραν, έλεγαν ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή και από τη πολιτεία και τους εμπλεκομένους στη παραγωγή (κτηνοτρόφοι-μεταποιητές κλπ )για να μη χαθεί «Ο Λευκός Χρυσός της Χώρας».
Σήμερα γιατί λέμε ότι η κρίση είναι πολύ πιο επικίνδυνη, διότι είναι πλέον ορατό σε «όσους θέλουν να βλέπουν» η φέτα κινδυνεύει σε ότι αφορά την υπόστασή της και στις διεθνείς, αλλά και στις ευρωπαϊκές αγορές. Γιατί σήμερα εκτός των άλλων έχουμε τις συμφωνίες της ΕΕ με τη νότια Αφρική και τον Καναδά (συμφωνία CETA) τη μελέτη του ΟΟΣΑ με ότι αυτή προβλέπει για τις εισαγωγές γάλακτος στο όνομα δήθεν της ανταγωνιστικότητας.
Αρκεί να διαβάσει κανείς πως πέρασε η CETA από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και πως ψήφισαν οι Έλληνες ευρωβουλευτές (ανάθεμα και αν ήξεραν κάποιοι τι ψήφιζαν) για να καταλάβει πως αντιλαμβάνονται το πρόβλημα της κτηνοτροφίας κάποιοι πολιτικοί μας εκπρόσωποι κυρίως, αλλά και άλλοι φορείς. Και όπως έγραφε σε άρθρο του ο Καθηγητής μου και Ομότιμος Καθηγητής Γαλακτοκομίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας ο Μανώλης ο Ανυφαντάκης «υπάρχει σήμερα έλληνας –και προσθέτω εγώ και πολιτικός –που να πιστεύει αληθινά ότι το θέμα της φέτας ανακινήθηκε από τρίτους για να αποκτήσει η χώρα μας περισσότερα δικαιώματα από αυτά που είχε;
Η πολιτεία λοιπόν κατά κύριο λόγο, αλλά και κάποιοι από τους εμπλεκομένους στη παραγωγική διαδικασία άφησαν απροστάτευτη τη ΠΟΠ φέτα. Και επειδή τα αίτια της κρίσης και τότε και τώρα δεν οφείλονται μόνο σε εξωτερικούς αλλά και σε εσωτερικούς παράγοντες, δηλαδή δεν μας φταίνε μόνο οι ξένοι (εδώ κάνουμε ότι είναι δυνατόν για να βγάλουμε τα μάτια μόνοι μας), πρέπει να γίνει κατανοητό σε όσους νομίζουν ότι κερδίζουν κάποια ευρώ παραπάνω από αυτή την αποδιοργάνωση της αγοράς στο τέλος θα τα χάσουν όλα, αν ο καθένας από τη δική του πλευρά δεν προστατεύσει τη φέτα.
Οι κτηνοτρόφοι και οι μεταποιητές είναι κρίκοι της ίδιας αλυσίδας και πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους (ίσως να είναι η τελευταία ευκαιρία) για να αξιοποιηθεί ο κλάδος υπό μορφή ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι τα περισσότερα από τα αιτήματα των κτηνοτρόφων είναι λογικά και εφαρμόσιμα. Είναι συνεπώς δικαιολογημένη η αναταραχή και η αγανάκτησή τους και δεν τιμά κανέναν το να φτάνουν σε σημείο να παρακαλάνε για να διαθέσουν το γάλα τους (ούτε και το αντίθετο όπως είχε γίνει με άλλο προϊόν).
Από την άλλη πλευρά η Πολιτεία μόνο αν καταλάβει ότι η φέτα είναι Εθνικό προϊόν και Εθνική υπόθεση και ότι η φέτα για την Ελλάδα δεν είναι απλά η ονομασία ενός παραδοσιακού προϊόντος, αλλά συνδέεται με δεσμό αιώνων που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να διαρραγεί, τότε μπορεί με μια σειρά μέτρων που είναι γνωστά γιατί τα έχουν υποβάλλει και η ομοσπονδία παραγωγών τυροκομικών προϊόντων, αλλά και φορείς και εκπρόσωποι των κτηνοτρόφων (απλά πολιτική βούληση χρειάζεται) να βοηθήσει για να ξεπεραστεί η κρίση
Η περίπτωση να διαγραφεί όπως φαίνεται και πάλι από το Μητρώο η φέτα θα σημάνει και τη κατάρρευση της Ελληνικής Αιγοπροβατοτροφίας.
Αν υπάρχουν αποθέματα οφείλει η πολιτεία να βρει τρόπους άμεσης ρευστοποίησης των αποθεμάτων, ο αυστηρός έλεγχος στο ισοζύγιο γάλακτος ,η κατάθεση μηνιαίου ισοζυγίου (ποσότητα, είδος, διάθεση των τυριών), η προβολή και προώθηση είτε μέσω προγραμμάτων, είτε μέσω των εμπορικών ακολούθων είναι ενέργειες επιβεβλημένες.
Kατά τη γνώμη μου σε ότι αφορά τη δημιουργία διεπαγγελματικής οργάνωσης φέτας, αν κρίνουμε από το πόσα χρόνια συζητιέται και ακόμα δεν μπορούν να συμφωνήσουν στα ποσοστά συμμετοχής του κάθε κλάδου, αν κρίνουμε και την αναποτελεσματικότητα άλλων διεπαγγελματικών όπως του Λαδιού κλπ, αν δούμε πως λειτουργούν ανάλογες οργανώσεις στην ΕΕ, πως για παράδειγμα οι διεπαγγελματικές ροκφόρ και παρμεζάνας στήριξαν τα προϊόντα τους στη συμφωνία ΕΕ και Καναδά, μάλλον αποτελεί άλλοθι για την εκτόνωση της κρίσης και μάλλον θα είναι μια ακόμα αποτυχημένη οργάνωση.
Τέλος επειδή ο λόγος για να γράψω αυτό το άρθρο ήταν ένα τηλεφώνημα που δέχτηκα από έναν φίλο, Νέο Κτηνοτρόφο μήπως γνωρίζω κάποιον σε μια συγκεκριμένη γαλακτοβιομηχανία για να δώσει το γάλα του, οφείλω να ομολογήσω ότι ένοιωσα άσχημα αλλά και ένα βαθμό συνυπευθυνότητας από την ενασχόλησή μου με τα κοινά και προφανώς η απάντηση ήταν ότι το πρόβλημα δεν λύνεται με ένα τηλεφώνημα.
Τουλάχιστον σε ότι αφορά τους κτηνοτρόφους απαιτείται συσπείρωση σε μια σύγχρονη συνεταιριστική οργάνωση (Ομάδα Παραγωγών κλπ) που θα υπερασπίζεται και θα παρεμβαίνει ουσιαστικά για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων του κλάδου. Όλα τα άλλα είναι θέμα της πολιτείας να δείξει εμπράκτως αν όντως θέλει και αν μπορεί (όταν η χώρα είναι σε διαρκή επιτήρηση) να βοηθήσει την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.