Κλιματική Αλλαγή και Διαχείριση Υδατικών Πόρων
Το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη απασχολεί την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα και έχει μελετηθεί εκτενώς τις τελευταίες δεκαετίες. Οι αλλαγές στο κλίμα της Ελλάδας, σύμφωνα με τα μοντέλα πρόβλεψης μεταβολής του κλίματος για τις χώρες της Μεσογείου, θα επιφέρουν αύξηση της θερμοκρασίας κατά μέσο όρο 2,5 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2065 σε σχέση με το διάστημα 1961-1990. Κατά τόπους η αύξηση θα φτάσει τους 3,8 βαθμούς Κελσίου τους θερινούς μήνες, ενώ θα είναι μεγαλύτερη στη Βόρεια Ελλάδα και μικρότερη στη νότια Πελοπόννησο, στα νησιά του νότιου Αιγαίου και την Κρήτη. Οι βροχοπτώσεις εκτιμάται πως θα μειωθούν κατά 20-30% τους θερινούς μήνες, κυρίως στα νότια, και κατά 10% τους χειμερινούς. Το αποτέλεσμα θα είναι η ενίσχυση της τάσης ξηρασίας των εδαφών, στο 60% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Η κατάσταση αυτή θα επηρεάσει πρωτίστως την γεωργία και τον τουρισμό, ενώ συνέπειες θα υπάρξουν σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της χώρας. Για να έχουμε μία εικόνα των οικονομικών μεγεθών, σύμφωνα με την έκθεση για την «Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή», οι επιπτώσεις για όλους τους τομείς της εθνικής οικονομίας θα είναι αρνητικές. Συγκεκριμένα στην περίπτωση του Σεναρίου Μετριασμού, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα μειώνει συνεχώς και δραστικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, στο πλαίσιο της συμμόρφωσης της με τις αποφάσεις των διεθνών οργανισμών, το συνολικό σωρευτικό κόστος για το χρονικό διάστημα έως το 2100, εκφρασμένο ως απώλεια του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, προκύπτει ίσο με 436 δισεκατομμύρια ευρώ. Σύμφωνα με το World Resources Institute είναι πολύ πιθανό μέχρι το 2040 η χώρα μας να βρεθεί αντιμέτωπη με εντονότατο πρόβλημα έλλειψης νερού, εξαιτίας του συνδυασμού των καιρικών συνθηκών, των αλλαγών στο κλίμα και της κακής διαχείρισης. Στην Ελλάδα, περίπου το 87% της κατανάλωσης νερού προορίζεται για άρδευση. Από αυτή την ποσότητα ένα μεγάλο ποσοστό μέχρι και 50% χάνεται λόγω της κακής κατάστασης των αρδευτικών δικτύων ή των ακατάλληλων τεχνικών που χρησιμοποιούνται στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, ενώ η ζήτηση νερού άρδευσης θα παρουσιάσει αύξηση μέχρι και 19% έως το 2050. Για τους πιο πάνω λόγους είναι επιτακτική η ανάγκη να επεξεργαστούμε σύγχρονες τεχνικά προτάσεις για την ορθολογική διαχείριση των υδατικών αποθεμάτων τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο και να εφαρμόσουμε καινοτόμες πολιτικές εξοικονόμησης νερού για υδρευτική και αρδευτική χρήση.
Δρ. Διονύσιος ΠαναγιωτάραςΚαθηγητής – Γεωχημικός, ΠεριβαλλοντολόγοςΜέλος του Τομέα Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Ν.Δ.Αντιπρόεδρος ΝΟ.Δ.Ε. Ν.Δ. Ηλείας