Η πόρτα...
Πρόχειρα έβαλε μια πόρτα.
Εκει δίπλα στην μεγάλη ελιά που ήταν η είσοδος του σπιτιού του.
Της ψυχής του.
Δεν ήθελε να βλέπει κανέναν.
Μονο κάτι φίλοι μετά τις δουλειές τους περνούσαν για μια καλησπέρα με μια μικρή ανησυχία.
Τον έβρισκαν να κάθεται στο ξύλινο τραπέζι και να σκαλίζει κάτι ξύλα που μάζευε από τα ερείπια του χωριού.
Της ψυχής του...
Έφτιαχνε κάτι μικρά καράβια και ονειρευότανε ταξίδια σε λιμάνια με όμορφους ναύτες.
Παρεμενε στην σιωπή του με τα σχηματισμενα του ξύλα και στο συρτάρι έκρυβε κάτι αμαρτωλους στίχους που έγραφε τις νύχτες.
Τις νύχτες που ζούσε με τα όνειρα του.
Της ψυχής του.
Άνθρωποι μοναχοι πίσω από κλεισμένες πόρτες.
Της ψυχής τους...
Μοναχικές ελπίδες και μια σιωπή στα σύγχρονα της ζωής μας.
Στην διπλανή μας πόρτα.
Ανθρωποι μοναχοί που ψάχνουν ακόμα ένα νησί για να ζήσουν.
Ενα νησί μέσα στην πόλη.
Ανθρωποι μοναχοι στο παραμύθι του έρωτα.
Στα δίχτυα της αράχνης.Της ψυχής τους.
Κανεις δεν τους γνωρίζει.
...μα τους ξέρουν όλοι.
Καλημερα
Χάρης Κανελλακόπουλος
Διακοσμητής