Υγεία και Πολιτική Οικονομία
Δυσμενές διαμορφώνεται το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο θα πορευτεί το σύστημα υγείας το επόμενο έτος. Η εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού του 2021 επιφυλάσσει αρνητικές εκπλήξεις.
Οι δαπάνες του Υπουργείου Υγείας (τακτικός προϋπολογισμός και Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων) θα είναι μειωμένες κατά 12% περίπου.
Οι μεταβιβάσεις σε Νοσοκομεία - Υγειονομικές Περιφέρειες / Κέντρα Υγείας (1) και ΕΟΠΥΥ (2) από τον τακτικό προϋπολογισμό αναμένονται μειωμένες κατά 1,5% και 50,6% αντίστοιχα. Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου πρόκειται να συρρικνωθεί κατά 10 εκατ. ευρώ.
Είναι προφανές ότι το οικονομικό επιτελείο προεξοφλεί το τέλος της πανδημίας και υποεκτιμά την αναγκαιότητα για αυξημένη χρηματοδότηση του συστήματος υγείας. Οι προσδοκίες για μόνιμου χαρακτήρα παρεμβάσεις απομακρύνονται.
Την ίδια στιγμή η Έκθεση Πισσαρίδη, επίσημο πλέον κυβερνητικό εγχειρίδιο στρατηγικής, προτείνει μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους στη μισθωτή εργασία συμπεριλαμβανομένων και των εισφορών υγείας χωρίς να προσδιορίζει τις εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης του συστήματος υγείας που θα χρειαστεί να καλύψουν το κενό που θα προκύψει.
Η συμβολή της κοινωνικής ασφάλισης με « όχημα » τον ΕΟΠΥΥ προσεγγίζει περίπου το 50% της δημόσιας δαπάνης καταγράφοντας την περίοδο 2014-2018 αύξηση 15% σε απόλυτα μεγέθη.
Η θολή και αόριστη μετατόπιση χρηματοδοτικού βάρους στο πεδίο των φορολογικών εσόδων συνιστά μια άσκηση που κρύβει παγίδες δεδομένης της διάρθρωσης τους που χαρακτηρίζεται από χαμηλό ποσοστό άμεσων φόρων (10,2 % ΑΕΠ με μέσο όρο στην Ευρωζώνη 13,3%) και υψηλό ποσοστό έμμεσων φόρων (17,1% ΑΕΠ με μέσο όρο στην Ευρωζώνη 9,9%) και φόρων ακίνητης περιουσίας (2,6% ΑΕΠ με μέσο όρο στην Ευρωζώνη 1,3%).
Η πιθανή άντληση εσόδων από πηγές μη αναδιανεμητικού χαρακτήρα (ΦΠΑ για παράδειγμα) θα αναπαράγει υφιστάμενες οικονομικές ανισότητες. Παράλληλα η μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους της μισθωτής εργασίας εμπεριέχει τον κίνδυνο διατήρησης και δημιουργίας φθηνών θέσεων εργασίας σε δραστηριότητες χαμηλής προστιθέμενης αξίας.
Η κατάρρευση των δημοσίων δαπανών την περίοδο 2010-2014 αντιστρέφεται την περίοδο 2015-2018 (+3,5%), υστερούν όμως κατά δυο περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ σε σχέση με την ευρωπαϊκή επίδοση.
Παράλληλα ο ελέφαντας παραμένει … στο δωμάτιο και πρόκειται για το υψηλό ποσοστό ιδιωτικών δαπανών που αγγίζει το 40% των συνολικών δαπανών υγείας. Το 7,1% των δαπανών των νοικοκυριών αφορούν την Υγεία.
Επειδή όμως η μονοδιάστατη συζήτηση για το ύψος της χρηματοδότησης λειτουργεί συχνά αποπροσανατολιστικά κουκουλώνοντας οργανωτικές στρεβλώσεις και διαχειριστικές αδυναμίες, χρειζόμαστε ένα ρεαλιστικό επιχειρησιακό σχέδιο που θα προβλέπει τη σταδιακή αύξηση των διαθέσιμων οικονομικών πόρων και θα προτείνει ένα υπόδειγμα ορθολογικής (ανα)κατανομής τους δίνοντας έμφαση στην εξωνοσοκομειακή διάσταση και ιδιαίτερα στις αγορές που ευδοκιμούν οι ιδιωτικές δαπάνες.
Κώστας Διαμαντόπουλος
Οδοντίατρος, MSc,
Πρώην Διοικητής ΓΝ Ηλείας
Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Management Υπηρεσιών Υγείας