Κι αν πεις για τη μαμά της Κοκκινοσκουφίτσας; Άλλη ανεγκέφαλη του λόγου της. Δίνει στη μικρή το καλαθάκι και της λέει: “Παρ’ το και πήγαινε φαΐ στη γιαγιά!”
Πού το στέλνεις το κοριτσάκι μόνο του στο δάσος, χρυσή μου; Το ρίχνεις στο στόμα του λύκου!
Με το που φτάνει στο δάσος, συναντάει τον πιο ηλίθιο λύκο στην ιστορία της WWF, ο οποίος αντί να τη φάει επί τόπου, όπως θα έκανε κάθε λύκος με φυσιολογικό δείκτη νοημοσύνης, τη ρωτάει με αγωνία:
“Πού πας, καλό μου κοριτσάκι;”
“Στη γιαγιά μου”, απαντάει αυτό.
Τότε ο λύκος πηγαίνει στο σπίτι της γιαγιάς και στήνει ολόκληρο σενάριο, σαν την πιο κιτς λατινοαμερικάνικη σαπουνόπερα. Χτυπάει την πόρτα.
“Τοκ, τοκ”…“Ποιος είναι;”…“Η Κοκκινοσκουφίτσα”…“Πέρνα μέσα”. Τότε μπαίνει ο λύκος και τρώει τη γιαγιά.
Κι εδώ έχουμε την επιβεβαίωση πως ο εγκέφαλος της γιαγιάς έχει πάθει μαλάκυνση: έστω κι αν η Κοκκινοσκουφίτσα έχει φωνή βραχνοκόκορα σε κρίση άσθματος, πώς γίνεται να μην καταλάβει η γιαγιά ότι πρόκειται για λύκο;
Έπειτα προσέξατε την καλή αγωγή του λύκου; δεν θα έμπαινε ποτέ να φάει κάποιον χωρίς προηγουμένως να χτυπήσει την πόρτα!
Εδώ έρχεται το αριστούργημα της ιστορίας. Το πραγματικά μεγαλοφυές: ο λύκος, αντί να στηθεί πίσω από την πόρτα με ένα ρόπαλο και με το που θα έρθει η πιτσιρίκα, να της τραβήξει μια ροπαλιά στο κεφάλι, να τη βράσει κι ύστερα να τη ροκανίσει- όόόχι, φίλε μου! Τι κάνει ο λύκος;! Φοράει τη νυχτικιά της γιαγιάς, το σκουφάκι, με τα αυτιά του να βγαίνουν από ειδικές κουμπότρυπες που έχει φτιάξει ο ίδιος (είναι γνωστοί δεξιοτέχνες μόδιστροι οι λύκοι) και χώνεται στο κρεβάτι.
Φτάνει η Κοκκινοσκουφίτσα, που οι δικοί της άνθρωποι την αποκαλούν Αϊνστάιν εξαιτίας του ζωηρού και ευφυούς πνεύματός της, μπαίνει, κοιτάζει τον λύκο και, αντί να του πει:
“Τι χάλια είναι αυτά, βρε ηλίθιε; Έχεις χάσει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας ως λύκος. Ορίστε κατάσταση, σαν μαλλιαρή μουστόγρια είσαι”, του λέει: “Ω, γιαγιά, τι μακριές τρίχες που έχεις!”
..τον νομίζει για τη γιαγιά της…
Δοκιμάστε να κοτσάρετε στο σκύλο σας σκούφο κι ένα ζευγάρι γυαλιά, και θα δείτε αν μοιάζει με γιαγιά! Εάν ναι, τότε κρατήστε τον ντυμένο έτσι, να τον δουν, όταν έλθουν οι επιτροπές για να ελέγξουν αν ζει η γιαγιά, που τρώτε τη σύνταξή της…
Βέβαια, είναι λογικό η γιαγιά, που είναι 95 χρόνων κι έχει τη σχετική μαλάκυνση, να μην ξεχώρισε τη φωνή του λύκου από τη φωνή της εγγονής της. Όμως η Κοκκινοσκουφίτσα πώς και δεν ξεχωρίζει τη γιαγιά της από έναν λύκο με σκουφάκι;!
Θα μπερδεύατε ποτέ τη γλυκιά γιαγιά των παραμυθιών σας με έναν λύκο; Ακόμη κι αν η γιαγιά έχει να κάνει χαλάουα από την επανάσταση στο Γουδί το 1909;…
Εν πάση περιπτώσει, ο λύκος την τρώει, φτάνει ο κυνηγός, πυροβολεί τον λύκο και, δόξα να ‘χει η Παναγία, έκτοτε αγνοείται η τύχη και των τριών ηλίθιων: του λύκου, της γιαγιάς και της μικρής ηλίθιας με το κόκκινο σκουφί.
Τέλος καλό, όλα καλά και γλιτώσαμε από την Τρόϊκα των Ηλιθίων!... θα σας έλεγα, αν το παραμύθι δεν κρατούσε ένα μεγάλο μυστικό: Τι απέγινε η μαμά της κοκκινοσκουφίτσας;…
ΥΓ Ο Τζόμπε Κοβάτα είναι Ιταλός κωμικός ηθοποιός και συγγραφέας. Διαβάσατε ένα “κομμάτι” του (με τις αλλαγές, που έκανα) από το βιβλίο του: “Φεγγαράκι μου λαμπρό, φέξε μου και γλίστρησα”…