Άρθρο του ΚΩΣΤΑ ΛΕΒΕΝΤΗ - Αντιπροέδρου Επιμελητηρίου Ηλείας
Ποια τα συμπεράσματα από την εφαρμογή του Εξωδικαστικού Μηχανισμού ρύθμισης οφειλών;
Παρά το γεγονός ότι επενδύθηκε πολλή ελπίδα, πάνω στο θέμα του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών και παρά το γεγονός ότι ο νόμος 4469/2017 έχει τεθεί σε εφαρμογή ήδη πέντε (5) μήνες, τα πρώτα συμπεράσματα δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά, αναφορικά ιδίως με τα πυρόπληκτα επιχειρηματικά δάνεια του νομού ΗΛΕΙΑΣ.
Θα πρέπει εξ αρχής, να καταστήσουμε σαφές ότι, το Επιμελητήριο εργάζεται προς την κατεύθυνση εξεύρεσης λύσης στα μέλη του, που μάχονται να αντιμετωπίσουν τις δανειακές υποχρεώσεις που προέκυψαν στο πλαίσιο των τραπεζικών δανείων που χορηγήθηκαν λόγω των καταστροφών από πυρκαγιές στο νομό μας το 2007. Δυστυχώς, μερίδα των δανειοληπτών αυτών θεώρησαν και πιθανόν θεωρούν ακόμη ότι τα δάνεια αυτά θα τους χαριστούν και γι’ αυτό δεν τα εξυπηρέτησαν, είτε καθόλου, είτε κατά τη διάρκεια αποπληρωμής τους. Πολλά από αυτά τα δάνεια είναι εγγυημένα από το Ελληνικό Δημόσιο.
Είχαμε και στο παρελθόν επισημάνει ότι ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών διεφάνη ως μία πιθανή λύση για την ρύθμιση των συγκεκριμένων δανείων. Για τον λόγο αυτό, κινηθήκαμε προς πάσα κατεύθυνση, ώστε η τελική μορφή και λειτουργία του εξωδικαστικού μηχανισμού, να μπορεί να προσφέρει λύσεις, σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό τέτοιων επιχειρήσεων.
Αποτέλεσμα, η πρόβλεψη της δυνατότητας υπαγωγής στον εξωδικαστικό μηχανισμό ακόμα και των περιπτώσεων επιχειρήσεων που οφείλουν σε έναν πιστωτή το 85% και πλέον των οφειλών τους, όπως και κυρίως, η πρόβλεψη ειδικής διάταξης (άρθρο 9, παρ. 7) που ρητώς ορίζει την υπαγωγή των συγκεκριμένων δανείων στον εξωδικαστικό μηχανισμό και μάλιστα προβλέπει ότι η εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου παρακολουθεί τις απαιτήσεις των τραπεζών, όπως αυτές θα ρυθμιστούν στο πλαίσιο του εξωδικαστικού.
Πλην όμως, η λειτουργία του εξωδικαστικού μηχανισμού κατά τους πρώτους μήνες εφαρμογής του, έχει καταδείξει ότι τίποτα δεν δύναται να προσφέρει.
Κι αυτό, γιατί ιδίως για τις τράπεζες τα συγκεκριμένα δάνεια θεωρούνται πλήρως επανεισπράξιμα, μέσω της κατάπτωσης της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, οπότε, όπως έχει, άλλωστε, αποδειχτεί και σε άλλες τέτοιες περιπτώσεις εξωδικαστικής διαπραγμάτευσης, στο πλαίσιο άλλων τέτοιων διαδικασιών, οι τράπεζες είναι απολύτως απρόθυμες (αν όχι εντελώς αρνητικές) σε κάθε αίτημα συνδιαλλαγής στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού, τουλάχιστον μέχρι τη λήψη απάντησης περί της εν τέλει κατάπτωσης ή μη της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (Διεύθυνση Δ25).
Τα πάντα, λοιπόν, εξαρτώνται από τις απαντήσεις της Δ25 στα αιτήματα κατάπτωσης της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, που έχουν ήδη υποβληθεί και αναμένεται να υποβληθούν από τις Τράπεζες. Απαντήσεις, όμως, που λόγω της υποστελέχωσης της Δ25 αργούν εξαιρετικά πολύ να δοθούν.
Με τον τρόπο αυτό, τα συγκεκριμένα δάνεια έχουν καταστεί μία διαρκής αγχώνη στο λαιμό της ντόπιας επιχειρηματικότητας, κινδυνεύει δε να συμπαρασύρει και υγιείς παράγοντες, σε περίπτωση κατάπτωσης των εγγυήσεων και βεβαίωσης των οφειλών αυτών ως δημοσίων εσόδων σε βάρος όλων των λοιπών συνεγγυητών.
Στις 24.1.2018, με πρωτοβουλία του Επιμελητηρίου μας, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στην Τρίπολη, όλων των επιμελητηρίων των εμπλεκομένων στα πυρόπληκτα δάνεια νομών (Αρκαδίας, Λακωνίας, Μεσσηνίας, Ευβοίας), σχετικά με την εκ νέου διερεύνηση ενός κοινού τρόπου δράσης για την υποστήριξη των μελών μας που έχουν τέτοια δάνεια. Δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο συναντίληψης, που είναι το εξής:
1. Οι δυνατότητες αντιμετώπισης του θέματος έχουν περιοριστεί σημαντικά και σε κάθε περίπτωση τα πυρόπληκτα δάνεια δεν πρόκειται να «χαριστούν» σε κανέναν.
2. Το βασικό ζητούμενο είναι η διαπραγμάτευση και η συμφωνία ενός τρόπου ευνοϊκής ρύθμισης των δανείων αυτών, για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να τα αποπληρώσουν χωρίς να κινδυνεύουν να βάλουν λουκέτο.
3. Αποφασίστηκε ομόφωνα να ξεκινήσουν μια σειρά από ενέργειες και επαφές με τους αρμόδιους φορείς, αφού γίνει η επεξεργασία κάποιων λογικών και εφαρμόσιμων προτάσεων, προκειμένου να επιχειρηθεί και να επιτευχθεί μία λύση που θα είναι συμφέρουσα για όλους τους εμπλεκομένους (επιχειρήσεις, Ελληνικό Δημόσιο, τραπεζικά ιδρύματα), ώστε και οι τράπεζες να μπορέσουν να εισπράξουν ένα μέρος αυτών των δανείων, και το Ελληνικό Δημόσιο να μην χρειαστεί να καταβάλει όλες αυτές τις εγγυήσεις και, φυσικά το σημαντικότερο, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που έλαβαν αυτά τα δάνεια σε δύσκολες συνθήκες λόγω των καταστροφών, να μπορέσουν να τα αποπληρώσουν χωρίς να κινδυνεύουν να κλείσουν.
Εν κατακλείδι,
Ως επιμελητήριο Ηλείας θεωρούμε πάντοτε, θετικά συνεργαζόμενοι με πολιτεία και τράπεζες, πως είναι επιβαλλόμενο η πολιτεία να αναλάβει την ευθύνη της απέναντι στο πρόβλημα που για την ΗΛΕΙΑ δημιούργησαν οι φυσικές καταστροφές που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης διαταράσσοντας τον οικονομικό ιστό καταλυτικά . Το πρόβλημα των δανείων, με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου της πυρόπληκτης Ηλείας πρέπει, να γίνει, προτεραιότητα της κυβέρνησης των κομμάτων και των βουλευτών της Χρειάζονται ειδικό νομοθετικό καθεστώς για να επιλυθούν και ασφαλώς διάθεση συνεργασίας μεταξύ τραπεζών και δανειοληπτών.