Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Μεγαλωμένος με τα ηθικά νάματα του πατριωτισμού, τον ασίγαστο πόθο για την ελευθερία των αλύτρωτων ελλήνων της Μακεδονίας, αλλά και τους καημούς και τα οράματα του ελληνισμού της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Μακεδονίας για την εθνική του ακεραίωση, ο απαράμιλλος ηγέτης του Μακεδονικού αγώνα Παύλος Μελάς, αποτύπωσε αδρά τον ηθικό του σφραγιδόλιθο στην υπόθεση της απελευθέρωσης της Μακεδονίας μας. Αναθρεμένος σε ένα περιβάλλον ηθικής έξαρσης, αυτοθυσίας και ηρωϊσμού και με οικογενειακές καταβολές που οί ρίζες τους χάνονταν στην αχλύ του μύθου, μέσα στις προηγμένες πολιτισμικά οικογένειες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ο αξεπέραστος Παύλος Μελάς, δεν θα μπορούσε παρά να ακούσει τη φωνή της ιστορικής του συνείδησης και να παλαίψει με την θυσιαστική του παρουσία, για να μην αλλοτριώσουν οι Βούλγαροι, τον τρόπο του «σκέπτεσθαι και του αισθάνεσθαι» που λέγεται ελληνισμός. Ο καταχωρισμένος ήδη στο χρυσούν αέτωμα των μαρτύρων του έθνους Παύλος Μελάς, με τον ανένδοτο πατριωτισμό του, το άκαμπτο στις αντιξοότητες και τις κακουχίες φρόνημά του, ενέπνευσε σε όλους τους έλληνες το όραμα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας και πύργωσε με την πελώρια εθνική σκιά του, τον αγώνα των αλύτρωτων ελλήνων, αντίπερα έστω και στην επίσημη εθνική στρατηγική αρχικά της ελληνικής πολιτείας, που πελαγοδρομούσε ανάμεσα στις αλυσιτελείς διπλωματικές ισορροπίες της εποχής. Ο ανυπέρβλητος ηρωϊσμός, η θυσιαστική προσφορά στο έθνος και ο ηθικά ευγενής πατριωτισμός του Παύλου Μελά, έσπασαν το φράγμα της αντικειμενικής πραγματικότητας και πέρασαν στην διάσταση του μύθου.
Το όνομα του Παύλου Μελά τοποθετήθηκε απο την λαϊκή συνείδηση, πλάι στην αυταπάρνηση του Λεωνίδα, την ευγένεια του Αχιλλέα και την ποίηση του Σολωμού. Και όμως ήταν ένας απλός θνητός που άκουσε την κλαγγή της ιστορίας και έσπευσε στις επιτγές του καθήκοντος. Χτυπημένος απο τουρκικό βόλι στην Στάτιστα όπου έχει κατέβει την Τρίτη φορά στην Μακεδονία μας, θα πεί στον σύντροφό του και μονάκριβο φίλο του καπετάν Πύρζα, με την παγωμένη πνοή του θανάτου στα χείλη «Το σταυρό να τον δώσεις στην γυναίκα μου και το τουφέκι όπως σου είπα του Μίκη (του γιού του). Και να του πεις ότι το καθήκον μου έκανα». Ήταν η τελευταία στιγμή της ατίμητης προσφοράς του μεγάλου ήρωα πρός την πατρίδα, προκειμένου να οργανώσει την άμυνα των αλύτρωτων «Πατριαρχικών» πληθυσμών της Μακεδονίας μας, απο την ηθική τρομοκρατία, τον απηνή διωγμό, την καταλήστευση των περιουσιών τους και την ατίμωση, των αιμοδιψών κομιταζήδων της Εξαρχίας. Με τον όρο «Πατριαρχικοί» εκείνη την περίοδο αποδίδονταν οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Μακεδονίας και με τον όρο «Εξαρχικοί» αποδίδονταν οι Βουλγαρικοί πληθυσμοί, που ήταν ενταγμένοι στην εθνική στρατηγική της Βουλγαρικής Εξαρχίας. Αλλά ας δούμε τα πρώτα βήματα, το ιστορικοκοινωικό πλαίσιο και κατόπιν τον ένοπλο αγώνα του ήρωα Παύλου Μελά. Ο Παύλος είδε το φως της ζωής στις 29 Μαρτίου του 1870 στην Μασσαλία της Γαλλίας. Γονείς του ήταν ο Μιχάλης Γ. Μελάς (1833-1897) και η Ελένη Βουτσινά κόρη επιφανούς Κεφαλλονότη εμπόρου απο την Οδησσό. Η οικογένεια του Μελά ήλκε την καταγωγή της απο την περίσεπτη ιστορικά οικογένεια των Μελάδων της Ηπείρου, τα κοινωνικά ίχνη της οποίας έφθαναν ως την βασιλεύουσα πρίν την άλωσή της. Η οικογένεια καταγράφεται με υψηλό στρατιωτικό και πολιτικό κύρος στο Βυζάντιο, ως οικογένεια των «Κεφαλάδων» ή «Μελανάδων» απο το σκούρο μελανό χρώμα του προσώπου τους. Ενώ κατά μια άλλη ιστορική εκδοχή, οι «Μελάνάδες» προέρχονται απο την οικογένεια των «Στρατηγόπουλων». Ο πατέρας του Παύλου Μελά Μιχάλης, ήκμασε οικονομικά στην Μασσαλία ασχολούμενος με το εμπόριο και σημαντικό τμήμα της περιουσίας του, διέθετε για φιλανθρωπικούς και εθνικούς σκοπούς. Το 1874 η οικογένεια Μελά ήλθε απο την Μασσαλία στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε σε οικία, σε κτίριο που βρίσκεται σήμερα η «Αθηναϊκή Λέσχη». Σ΄αυτό το σπίτι ο Παύλος έκανε τα πρώτα του βήματα στη ζωή και εγκολπώθηκε την αύρα και το κλίμα της αστικής τάξης της εποχής. Η μητέρα του τον μεγαλώνει μαζί με τα έξι αδέλφια του με ξεχωριστή στοργή και ηθική φροντίδα και του εμπνέει με την καλωσύνη της την αγάπη πρός τον άνθρωπο και ιδιαίτερα πρός τους κοινωνικά αδυνάτους, αφού σημαντικό κομμάτι τη ζωής της, η Ελένη Μελά το αφιερώνει σε φιλανθρωπικούς σκοπούς και κοινωνικές πρωτοβουλίες. Τον γαλουχεί ακόμα στον ευγενή πατριωτισμό και στην αγάπη πρός την πατρίδα, αφού όλη η οικογένεια με ποικίλους τρόπους και δραστηριότητες υπηρετεί τους εθνικούς σκοπούς, παράλληλα με την υψηλή οικονομική και κοινωνική της παρουσία. Ο μικρός Παύλος τότε ταυτόχρονα έρχεται σε επαφή με τις φυσικές ομορφιές της Αθήνας, που συντελούν στο πλατύ άνοιγμα της ευαισθησίας του, αλλά και στην διαμόρφωση μιας ισχυρής ηθικά προσωπικότητας. Τους καλοκαιρινούς μήνες η οικογένεια καταφεύγει για ξεκούραση άλλοτε στη Μασσαλία, άλλοτε στο Φάληρο και στον Ελαιώνα και άλλοτε στην Κηφισιά, στην οποία λίγο αργότερα θα κατασκευάσει το εξοχικό της. Η οικογένεια Μελά τεταγμένη στην εθνική ιδέα, με κάθε ευκαιρία γαλουχεί τα παιδιά στον αγνό και ανιδιοτελή πατριωτισμό και στην υπηρεσία χρέους πρός την πατρίδα. Ο εορτασμός των εθνικών εορτών, συνιστά για τον νεαρό Παύλο Μελά μέρες εθνικής μυσταγωγίας, αφού με θρησκευτική κατάνυξη, σεβασμό και ιερότητα πρός τις στιγμές της ηθικής μεγαλουργίας του έθνους, μαθαίνει για τους μεγάλους αγώνες για την πατρίδα. Η παιδική ηλικία του Παύλου Μελά συμπίτει χρονικά με το ρωσουτουρκικό πόλεμο και την Συνθήκη του «Αγίου Στεφάνου» το 1878, που του ασκούν επάνω του μια ηθική μαγεία. Αλλά και αυτό το απλό αντίκρυσμα των όπλων που φυλάσσονται στο υπόγειο του σπιτού του, τα οποία συγκεντρώνει ο πατέρας του Μιχαήλ Μελάς για να αποστείλει στους αγωνιστές της ανεξαρτησίας της Κρήτης, προηξενεί ηθική έξαρση στον μικρό Παύλο και του κραταιώνει μέσα στην ψυχή του το φρόνημα για την πατρίδα. Σημαντική ακόμα επίδραση στον ψυχισμό του έχει η Γιαννιώτικη καταγωγή του, που συχνά υπομνίζεται απο τον πατέρα του, μαζί με τον πόθο για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Σύνδρομο και διαπλαστικό εδώ του λεπταίσθητου ψυχισμού του μικρού Παύλου για τους ηρωϊκους αγώνες του έθνους, είναι το παρακάτω χωρίο «το περιβάλον του σπιτιού του,η εθνική δράσις του πατέρα του, η παρακολούθησις των εθνικών εορτών και τελετών, ενασκούν τεράστια ψυχολογική επίδραση επ΄αυτού. Το τυχαίο αντίκρυσμα πολλών όπλων φυλασσομένων κρυφά εις τα υπόγεια του σπιτιού του και προοριζομένων για την Κρήτην, αι συζητήσεις περι των εθνικών θεμάτων που ήκουε συχνά εις το σπίτι του την εποχή εκείνη μετά τον Ρωσοτουρκικόν πόλεμον και την συνθήκη του «Αγίου Στεφάνου» (1878) του επροξένησαν μεγάλην εντύπωσιν. Έκτοτε ήδη ωνειροπόλει να καταταγεί εις τον στρατόν, όταν μεγαλώσει, ώστε αυτός να αφιερωθεί δια την επανόρθωσιν των αδικιών....».
Ποιό όμως είναι το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο ο νεαρός Παύλος Μελάς έρχεται σε επαφή με τους εθνικούς αγώνες; Είναι η εποχή με τις μεγάλες ανακατατάξεις στην Βαλκανική και τους λαούς της απο την Βοσνία μέχρι και την Κρήτη, να ξεσηκώνονται με κινήματα εναντίον του Σουλτάνου. Στην Ελλάδα, στις αλύτρωτες Θεσσαλία, Κρήτη, Ήπειρο και Μακεδονία, αναφύονται επαναστατικά κινήματα, που διεκδικούν την πολυπόθητη ένωση με την μητέρα Ελλάδα. Τα κινήματα αυτά επανδρώνονται απο απλούς πολίτες, σπουδαστές, κληρικούς, χωροφύλακες, μέχρι και καλόγηρους, που σπεύδουν να εκδηλώσουν την στήριξή τους στον πατριωτικό αγώνα. Σημαντική είναι ακόμα και η οικονομική βοήθεια πρός τους κατατρεγμένους αλύτρωτους έλληνικούς πληθυσμούς, που συγκεντρώνεται με εράνους απο το εξωτερικό. Ενώ την ίδια περίοδο στην απελεύθερη Ελλάδα, γίνονται διαδηλώσεις με καθολικό αίτημα να κηρύξει η Ελλάδα τον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας, συντασσόμενη στρατιωτικά στο πλευρό της Ρωσίας, δοθέντος ότι μαίνεται ο ρωσοτουρκικός πόλεμος. Η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει να βγεί στον πόλεμο, αλλά εν τω μεταξύ υπογράφεται μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας το 1878 ανακωχή. Τα ελληνικά στρατεύματα συγκεντρωμένα στη Λαμία, δεν προλαβαίνουν να συμμετάσχουν στις πολεμικές επιχειρήσεις, πάραυτα η Ελλάδα καρπούται ένα σημαντικό διπλωματικό όφελος. Επιτυγχάνει την αμνήστευση των αγωνιστών της Θεσσαλίας, Κρήτης, Ηπείρου και Μακεδονίας και ταυτόχρονα εξασφαλίζει την εγκατάσταση Χριστιανου διοικητή στην Κρήτη. Όλα αυτά τα γεγονότα γαλουχούν τον οκτάχρονο Παύλο Μελά στον εθνοαπελευθερωτικό αγώνα των αλύτρωτων ελληνικών περιοχών. Ενώ αναζητώντας κάποια στιμγή τον πατέρα του τυχαία στο υπόγειο του σπιτιού του, θα αντικρύσει τις μεγάλες ξύλινες κάσες με τα όπλα που συγκεντρώνει ο Μιχαήλ Μελάς για να αποστείλει στην Κρήτη. Ο πατέρας του θορυβημένος με την ανακάλυψη του μεγάλου μυστικού του, εξηγεί στον μικρό Παύλο, ότι δεν πρέπει να πεί πουθενά τίποτα και πως όλα αυτά τα όπλα συγκεντρώνονται για τους αγωνιστές της ανεξαρτησίας της Κρήτης. Στη συνείδηση του νεαρού μαθητή, όλα αυτά εξειδανικεύονται και αδημονεί πλέον να μεγαλώσει για να στρατευτεί στον αγώνα. Μια μεγάλη εθνική συνείδηση σφυρηλατείται στο όραμα της ανεξαρτησίας του υπόδουλου ελληνισμού.
Το 1881 είναι ένα μείζον ιστορικό ορόσημο για την Ελλάδα. Απελευθερώνεται με την καίρια και αποφασιστική συμβολή του σπουδαίου πατριώτη πρωθυπουργού μας Αλέξανδρου Κουμουνδούρου – του οποίου η προσφορά δεν έχει αποτιμηθεί στο βάθρο που αρμόζει – η Θεσαλλία και η Άρτα και προσαρώνται στην ελληνική επικράτεια. Ενώ και η προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας στην Ελλάδα απο την Βουλγαρία, με τα γεγονότα που την συνοδεύουν επηρεάζουν ζωτικά την ψυχοσύνθεση του νεαρού Παύλου, που αποφοιτεί στα 1885 απο το Γυμνάσιο. Το εθνικό του φρόνημα πλήττεται απο τα γεγονότα της Ρωμυλίας και προβληματίζεται να καταταγεί εθελοντής στο στρατό ή να βγεί στο αντάρτικο στα ελληνοτουρκικά σύνορα και να πολεμήσει. Όμως ένα αναπάντεχο σπάσιμο του ποδιού του, θα τον κρατήσει αναγκαστικά στην Αθήνα. Πάραυτα ένα χρόνο αργότερα το 1886 δίνει εξετάσεις και εισάγεται στην Στρατιωτική Σχολή των Ευελπίδων. Έχει πλέον χαράξει τη μοίρα του που θα επικαθορίσει το μέλλον της Μακεδονίας μας. Η ένοπλη δράση που με ακόρεστη δίψα αποζητά, για να προσφέρει στην απλευθέρωση της Μακεδονίας μας είναι προ των πυλών. Εμβόλιμα να αναφέρουμε ότι ο Παύλος Μελάς θα παντρευτεί μια κοπέλα υψηλού κοινωνικού ήθους απο την μεγαλοαστική οικογένεια Δραγούμη, της οποία τα βήματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τους πατριωτικούς αγώνες των ελλήνων. Παντρέυεται την Ναταλία Δραγούμη, αδελφή του Ίωνα Δραγούμη, που δονείται απο φλογερό πατριωτισμό και με την ευδόνητη ευαισθησία του υπηρετεί άλλοτε φανερά ως Διπλωμάτης, άλλοτε μυστικά ως οργανωτής επαναστατικών τμημάτων τον αγώνα, στις αλύτρωτες περιοχές του ελληνισμού. Ο ευγενής αυτός εραστής της εθνικής ιδέας, φεύ θα βρεί τραγικό θάνατο δολοφονημένος απο σφαίρες ελληνικές, αποτελώντας τραγικό θύμα της έξαψης των πολιτικών παθών, μεταξύ Βενιζελικών και Κωνσταντινικών, αφού ο Ίωνας είναι ο θεωρητικός του αντιβενιζελισμού. Ο Παύλος Μελάς λοιπόν παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην περιοχή της Μακεδονίας μας, που στενάζει απο την τρομοκρατία, τους φόνους και τις ληστρικές επιδρομές των αδίστακτων κομιτατζήδων.
Με κομμένη την ανάσα εστιάζει στην άθλια προπαγάνδα της βουλγαρικής εξαρχίας και την μεθοδευμένη της προσπάθεια μέσω της τρομοκρατίας, να εκβουλγαρίσει τους ελληνικούς πληθυσμούς. Καταβάλλει έτσι προσπάθεια με τους συναδέλφους του στρατιωτικούς : Αλέξανδρο και Κωνσταντίνο Μαζαράκη, Γεώργιο Τσόντο, Αθανάσιο Εξαδάκτυλο,να ευαισθητοποιήσει τόσο τους πολιτικούς της κεντρικής πολιτικής μας σκηνής, όσο και την κοινή γνώμη στη Ελλάδα για να αναληφθεί ένοπλη πρωτοβουλία προστασίας της Μακεδονίας, απο την ανηλεή τρομοκράτηση της βουλγαρικής εξαρχίας. Δοθέντος ότι η επίσημη ελληνική κυβέρνηση, διατηρώντας εύθραυστες διπλωματικές ισορροπίες, αλλά και διακατεχόμενη απο τα αιώνια διπλωματικά μας φοβικά σύνδρομα, δεν αποτολμούσε οιοδήποτε εγχείρημα υποστήριξης αντάρτικου στην Μακεδονία.
Επίσημα στην πρώτη φάση της ένοπλης παρουσίας του Παύλου Μελά, η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να εμπλακεί , προκειμένου να μην θραυστεί το υφιτάμενο διπλωματικό status quo. Ο Παύλος όμως που εν τω μεταξύ έχει πληγωθεί βαθιά απο την τραγική έκβαση της ήττας του ελληνοτουρκικού πολέμου - στον οποίον μετείχε ενεργά- γεογονός που στιγματίζει ανεξάλειπτα το ηθικό του ελληνικού λαού, αλλά και το στρατιωτικό φρόνημα των ενόπλων δυνάμεών μας, αποφασίζει να κατέβει παράνομα-μυστικά στην Μακεδονία, για να αποτυπώσει ο ίδιος την κατάσταση. Τον Φεβρουάριο του 1904 λοιπόν ο Παύλος Μελάς μαζί με τους Κοντούλη, Παπούλα και Κολοκοτρώνη, μπαίνει παράνομα στην Μακεδονία και επιχειρεί μια πρώτη προσέγγιση με τους θύλακες αντίστασης των ελλήνων της περιοχής. Η παρουσία του ωστόσο δεν περνά απαρατήρητη στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία, απο τα τουρκικά στρατεύματα και έτσι αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Έχοντας μορφώσει άποψη για τους ανελέητους διωγμούς και τα φονικά των κομιτατζήδων. Θα επιστρέψει ωστόσο τον Ιούλιο του 1904 ως δήθεν ζωέμπορος με το ψευωδώνυμο Πέτρος Δέδες. Τέλος για Τρίτη και τελευταία φορά θα ξαναμπεί στη Μακεδονία περνώντας απο τα σύνορα της Κοζάνης, στις 27 Αυγούστου του 1904 με ένοπλο σώμα 35 ανδρών που συναποτελείται απο Μακεδόνες, Κρητικούς και Λάκωνες, ως επικεφαλής Σωμάτων Μοναστηρίου-Καστοριάς. Αναπτύσσοντας ένοπλη δράση σ΄αυτή την φάση της στρατιωτικής παρουσίας του χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας, το οποίο συνθέτει απο τα ονόματα των δυο παιδιών του. Στο μακρύ αυτό στρατιωτικό οδοιπορικό του, για να οργανώσει στρατιωτικά την άμυνα των ένοπλων αντάρτικων ομάδων της Μακεδονίας μας, ο Παύλος Μελάς, θα αναπτερώσει στο έπακρο το ηθικό και το πατριωτικό φρόνημα των τρομοκρατούμεων πληθυσμών μας, απο τους εξαρχικούς του βουλγαρικού κομιτάτου. Σ΄αυτή την μακρά και δύσβατη πορεία του θα αντιμετωπίσει πλήθος εμποδίων ακόμα και φυσικών, που καθιστούν τον αγώνα δύσκολο. Μα το ηθικό του δε κάμπτεται αλλά αντιθέτως πυργώνεται, καθώς βλέπει την ελπίδα και τη σπίθα της απελευθέρωσης της Μακεδονίας μας να αναγεννώνται. Τα ενθυμήματα, οι επιστολές και οι προσωπικές καταγραφές του Παύλου Μελά κατά την πολυτάραχη παρουσία του στην Μακεδονία, για να οργανώσει την άμυνα των πληθυσμών μας κατά των κομιτατζήδων ειναι συγκλονιστικά. Αναδύουν ένα σπάνιο άρωμα αγνού πατριωτισμού, εθνικής έξαρσης, κοινωνικής ανιδιοτέλειας ενώ είναι διάστικτα απο την άχραντη θρησκευτική ευλάβεια του Παύλου Μελά, που προσεύχονταν διαρκώς στον Θεό για να προστατεύσει την Ελλάδα. Στις 8 Μαρτίου 1904 ο Παύλος Μελάς με παραστατική ενάργεια γράφει «Όταν ξεκινήσαμεν ήτο σκότος βαθύ, οι οδηγοί αμφέβαλλαν και πάλιν περί του δυνατού της πορείας. Αλλ΄επειδή επεμένομεν, υπήκουσαν. Μόλις όμως διήλθομεν εις το σκότος την επικίνδυνην τουρκικήν ζώνη, αμέσως ως δια μαγείας, τα πυκνά νέφη διελύθησαν και η σελήνη και τα άστρα μας εφώτισαν τον φοβερώτατον δρόμον, τον οποίον επι 3 ώρας ηκολουθήσαμεν δια μέσου παρθένων δασών, κρημνών, ανωφερειών και λοιπών. Ναι Νάτα μου, επιστεύσαμεν όλοι, με όλην την ψυχή μας, ότι ο Θεός εκείνην την στιγμήν ευλόγει το έργον μας και δια των αστέρων του εφώτιζεν τον δρόμον μας. Η πεποίθησις αύτη μας έδωκε δυνάμεις υπερανθρώπους και χωρίς, να το εννοήσωμεν σχεδόν, εβαδίσαμεν επι 9 ώρας έκαστος φέρων βάρος 15-20 οκάδων. Τας δυσκολίας τας οποίας υπερνικήσαμεν, δεν ημπορώ να σου τας περιγράψω. Εις κάθε βήμα εκινδυνεύσαμεν να πέσωμεν ή να χάσωμεν τα μάτια μας απο τους κλάδους των δένδρων [......]. Το ψύχος είναι δριμύτατον. Τα πόδια μας παγωμένα, διότι η πυκνότατη δρόσος επάγωσε και περπατούμεν επι πάγου. Πίπτομεν ημιθανείς σχεδόν, τυλισσόμενοι εις την κάπαν μας. Εν τούτοις είναι περίεργον ότι τα βασανιστήριά μας τώρα μόνον τα ενθυμούμεθα. Όταν τα υφσιτάμεθα, ο νούς μας όλων ήτο εις την Μακεδονίαν !».
Και όταν ακόμα η ανθρώπινη φύση τους λυγίζει απο τις κακουχίες, τα εμπόδια και τις δυσχέρειες της δύσκολης αποστολής τους, αναλογίζεται την ευθύνη του απέναντι στο έθνος και βρίσκει το κουράγιο και τη δύναμη να ανακτήσει την αγωνιστικότητά του. Γράφει ο Παύλος Μελάς αναπολώντας και τις απολεσθείσες στιγμές της οικογενειακής του ευτυχίας, που έχει θυσιάσει στον αγώνα. «Δεν φαντάζεσαι την κατάστασίν μου την ψυχικήν. Θέλω και πρέπει να μείνω εδώ, αλλ΄ο πολυτάραχος και σχεδόν άγριος βίος μου με κάμνει να νοσταλγώ τον ήσυχον και γλυκύν οικογενειακόν βίον....». Όταν ακόμα αντίπερα στην λεπταίσθητη και ρομαντική ψυχή του, αναλογίζεται πως θα φονεύσει Βουλγάρους κομιτατζήδες, όπως επιτάσσει το καθήκον για την ελευθερία της πατρίδος, γράφει με ηθική ένταση «Τρέμω και συγκινούμαι σκεπτόμενος ότι εγώ, ο οποίος ουδέ μύγαν εσκεμμένως εσκότωσα ποτέ, απο αύριον θα φονεύσω....». Αλλά και όταν η σκέψη του βασανιστικά γυρίζει στην οικογενειακή θαλπωρή των παιδιών του και της λατρεμένης γυναίκας του γράφει εξομολογητικά «Χαίρε αγάπη μου, μη με σκέπτεσαι πλέον εμένα, αλλ΄ευχήσου δια την επιτυχία της αγίας αποστολής μας ....». Λόγια που μυροβολούν την εντιμότητα, την φιλοπατρία, την ανιδιοτέλεια και την λεπταισθησία της οικουμενικής ελληνικής ψυχής. Όμως πλησιάζει η ώρα του δραματικού τέλους, για τον ακατάβλητο εθνομάρτυρα της ελληνικής ελευθερίας και αφού προηγηθεί με προδοτικό τρόπο η περικύκλωσή του στην Στάτιστα, κατά την τρίτη αποστολή του στη Μακεδονία. Εμβόλιμα θα πρέπει να αναφερθούμε στην σισσύφεια προσπάθεια που καταβάλλει ο Παύλος Μελάς για να συγκροτήσει την άμυνα των αντάρτικων ομάδων στη Μακεδονία μας, να εκδιώξει τους Βούλγαρους κομιτατζήδες που τρομοκρατούν, βιάζουν και ληστεύουν τους πληθυσμούς μας και να τους εμπνεύσει το όραμα, την πίστη και την ελπίδα, ότι η Ελλάδα είναι δίπλα τους, για να τους απελευθερώσει. Ο Παύλος Μελάς έχει την αρωγή και την εμψυχωτική συμπαράσταση και άλλων σπουδαίων μορφών – πέραν των συμπολεμιστών του - που πασχίζουν ψυχή τε και σώματι, για την επιτυχή έκβαση του αγώνα
Σπουδαίο ρόλο διαδραματίζει με πολλούς άλλους ακόμα πατριώτες ο Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη Λάμπρος Κορομηλάς – ο «Δεσπότης» όπως με τους συνωμοτικούς κανόνες τον αποκαλούσαν στον αγώνα - που έχει μετατρέψει στην κυριολεξία το προξενείο σε πολυδύναμο ορμητήριο όλων των ριψοκίνδυνων αποστολών για την Μακεδονία, καθώς και αποθήκη όπλων που μεθοδικά συγκεντρώνονται για να αποσταλούν στα αντάρτικα σώματά μας. Αλλά και ο φλογερός και ανυπόταχτος ρασοφόρος Μητροπολίτης Καστορίας Γερμανός Καραβαγγέλης. Ο μέν Λάμπρος Κορομηλάς οργανώνει και υποστηρίζει επιχειρησιακά ένα σημαντικό δίκτυο κατασκοπείας, αλλά και οργανωτικής συγκρότησης και επάνδρωσης με όπλα των μαχητών μας στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία. Με αριστοτεχνικό τρόπο, αλλά και με έκδηλο κίνδυνο της ζωής του, δημιουργεί μια νέα θα λέγαμε «φιλική εταιρεία» που προσφέρει ατίμητες υπηρεσίες στον αγώνα. Ο γρανιτένιος Μητροπολίτης απο την άλλη Γερμανός Καραβαγγέλης, στηρίζει ηθικά, ξεσηκώνει και νουθετεί στην κυριολεξία με ζέση και πάθος τους αλύτρωτους πληθυσμούς της Μακεδονίας μας. Αψηφώντας κάθε κίνδυνο για τη ζωή του, κάτω απο τα ράσα κρύβει τα πιστόλια του και με την λεβέντική καρδιά του δίνει μάχες με τους βούλγαρους κομιτατζήδες, που καταδυναστεύουν τους ελληνικούς πληθυσμούς. Η πολυεπίπεδη πατριωτικά παρουσία του εγείρει διπλωματικό θέμα απο τους Τούρκους, που αξιώνουν απο την ελληνική κυβέρνηση την μετάθεσή του. Το λιοντάρι της Μακεδονίας μας όμως δεν κάμπτεται. Απο όποιο μετερίζι βρεθεί, απο όποια έπαλξη και αν περάσει, είναι δοσμένος στην υπόθεση της απελευθέρωσης της Μακεδονίας.
Αλλά ας δούμε την τρίτη και μοιραία κάθοδο του αξέχαστου Πάλου Μελά στα ιερά χώματα της Μακεδονίας. Αυτή την φορά τον Αύγουστο του 1904 θα κατέλθει επίσημα απο το Μακεδονικό κομιτάτο της Αθήνας, ως γενικός αρχηγός των σωμάτων Μοναστηρίου-Καστοριάς. Όλο αυτό το διάστημα και μέχρι το μοιραίο Οκτώβρη που θα σκοτωθεί, ο Παύλος Μελάς αποδύεται στον μεγάλο αγώνα χαλύβδωσης του ηθικού των πληθυσμών μας και εκδίωξης των κομιτατζήδων. Ενώ πασχίζει συνάμα να επαναφέρει τους ελληνικούς πληθυσμούς, που απο τρόμο είχαν προσχωρήσει στη Βουλγαρική Εξαρχία. Κέντρο των πολεμικών επιχειρήσεών του ήταν τα χωριά Νεγοβάνη και Λέχοβο. Η μοιραία ημέρα της ψυχής του Μακεδονικού αγώνα, είναι η 13 Οκωβρίου του 1904. Ο Παύλος βρίσκεται με τα παλικάρια του στην Στάτιστα προκειμένου να έλθει σε επαφή με τους τοπικούς οπλαρχηγούς Π. Κύρου και Καούδη. Όμως η παρουσία του προδίδεται στους Τούρκους, απο τον αρχηγό των κομιτατζήδων Κορεστίων Μήτρο Βλάχο. Σε λίγο έρχεται στην Στάτιστα ενισχυμένο τουρκικό απόσπασμα και περικυκλώνει το σπίτι στο οποίο βρίσκεται ο Παύλος Μελάς. Και ακολουθεί σκληρή μάχη. Καθώς πλησιάζει η νύχτα, σε μια ανάπαυλα της σύγκρουσης ο Παύλος Μελάς βγαίνει απο το σπίτι, για να διαπιστώσει αν το τουρκικό απόσπασμα έφυγε απο το χωριό. Όμως δέχεται μια σφαίρα στην οσφυακή χώρα που σε λίγη ώρα τον αφήνει νεκρό. Το άγγελμα του θανάτου του ήρωα της Μακεδονίας μας προξένησε ρίγη συγκίνησης, σε όλη την Ελλάδα. Για το απαράμιλλο παλικάρι που ειχε θυσιάσει όλες τις ανέσεις της μεγαλοαστικής καταγωγής του, για να προσφέρει στην εθνική υπόθεση της απελευθέρωσης της Μακεδονίας μας, η οποία στέναζε απο τον τουρκικό και βουλγάρικο ζυγό. Ο Παύλος Μελάς αναγορεύτηκε στην συνείδηση όλων των ελλήνων, ως πρότυπο αυτοθυσίας και ηρωϊσμού και ανιδιοτελούς πατριωτισμού. Δεν ήνθησεν όμως η προσφορά του ματαίως !!! Είχε σπείρει με την θυσία του το σπόρο της ελευθερίας στα άγια χώματα της Μακεδονίας, που σιγά σιγά θα έβρισκε το δρόμο της ανεξαρτησίας. Ο γαμπρός του Παύλου Μελά Ίωνας Δραγούμης θα πεί χαρακτηριστικά «Ο Μελάς... με τη σπίθα που άναψε στον καθένα, πολλοί, ήταν τυφλοί ως τότε, είδαν». Ενώ ο φλογερός ρασοφόρος Γερμανός Καραβαγγέλης για την έξοχη ηθική προσφορά του Παύλου Μελά αφηγείτο σε έναν φίλο του «Όπου να΄ναι φτάνουν απο κάτω και ελληνικά σώματα. Κρητικοί και Μανιάτες. Θα δείς κάθε κλαδί και παλικάρι». Και πράγματι πολλοί οπλαρχηγοί ελληνικών σωμάτων απο όλα τα μέρη της απελεύθερης Ελλάδας, θα πάρουν την τιμημένη σκυτάλη του Παύλου Μελά και μέσα απο ατέλευτες πράξεις ηρωϊσμού και αυτοθυσίας, θα δρομολογήσουν σιγά σιγά την απελευθέρωση της Μακεδονίας μας. Πλάι στον Παύλο Μελά πολέμησαν πολλά παλικάρια της Μακεδονικής ελευθερίας, αυτός όμως αναγορεύτηκε απο την ιστορική μοίρα ο κορυφαίος πρωταγωνιστής της. Ο σύντροφος και φίλος του Παύλου στον μεγάλο αγώνα Κ. Μαζαράκης θα γράψει σχηματικά «Ο Παύλος Μελάς αντιπροσωπεύει όλη την ιδεολογική δύναμη του αγώνος».
Η λαϊκή μούσα περιέβαλλε την ηρωϊκή μορφή του Παύλου Μελά, με την αχλύ του μύθου. Πλήθος απο τραγούδια, μοιρολόγια, αλλά και μύθοι πλάστηκαν απο την λαϊκή συνείδηση για να τιμήσουν την άχραντη ηθικά μορφή του. Αλλοτε είδε τον «Παύλο σαν κλέφτη και Αρματωλό και έτσι τον αποτυπώνει στα τραγούδια της :
-Κορίτσια απο την Καστοριά και τη Βλαχοκλεισούρα
Κάτι να σας ρωτήσουμε, κάτι να σας ειπούμε;
Εγώ είμαι ο Παύλος ο Μελάς, της Καστοριάς Καμάρι
Της Καστοριάς της Ρούδιανης και της Βλαχοκλεισούρας.
Κάποτε θα εξυμνήσει την αποστολή του :
Λεβέντης εξεκίνησε ΄πο μέσα απ΄την Αθήνα,
Τα παλικάρια σύναξε και όλο το εικοσιένα.
Παιδιά μ΄μας κράζει η Καστοριά και όλη η Μακεδονία
Μας προσκαλούν, Μελά τα Γρεβενά για την ελευθερία.
Ενίοτε τον θέλει να απευθύνεται στην τραγική Ελληνίδα μάνα του, που θυσιάζει εσαεί τα παδιά της για της πατρίδος την ελευθερία :
Μάνα μ΄, δε θέλω κλάματα, δε θέλω μοιρολόγια.
Μένα με κλαίνε τα πουλιά, με κλαίν τα χελιδόνια,
Με κλαίει η γυναίκα μου και όλη η πατρίδα.
Ενώ κάποιες φορές η λαϊκή μούσα θρηνωδεί για τον άδικο και με προδοτικό τρόπο χαμό του Παύλου :
Πικρά μαντάτα ήρθανε απ΄τη Μακεδονία
Τον Παύλο τον εβάρεσαν στης Καστοριάς τα μέρη.
Δεν τον βαρέσαν με αντρειά, δεν τον βαρέσαν φόρα
Μον΄τον βαρέσαν μ΄απιστιά, νύχτα με το φεγγάρι.
Κι άφησε διάτα στα παιδιά, διάτα στα παλικάρια :
Παιδιά να μη σκορπίσετε, παιδιά μη φοβηθείτε,
Τους Τούρκους, τα παλιόσκυλα, να τους εκδικηθείτε.
Η θυσία του Παύλου Μελά είναι περισσότερο απο ποτέ σήμερα επίκαιρη και εμπνευστική, για να αναβαπτισθούμε εθνικά στα ιερά νάματα του αγνού και ανιδιοτελούς πατριωτισμού και να συνδράμουμε όλοι μας, απο το μετερίζι του ο καθένας, την κατά αδήριτο τρόπο αναγκαία προσπάθεια εθνικής ανασυγκρότησης και δημιουργικής προέλασης του ελληνισμού. Το παρόν ιστορικό μου δοκίμιο, έχει δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά ιστορικού προβληματισμού.
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι Α΄ Αναπληρωματικός Δημοτικός Σύμβουλος Αθηναίων
www.panosavramopoulos.blogspot.gr