Εκπαίδευση

Πρότυπο Φροντιστηριακό Κέντρο Άνοδος: Σχόλιο και απαντήσεις στην Ιστορία

Πρότυπο Φροντιστηριακό Κέντρο Άνοδος: Σχόλιο και απαντήσεις στην Ιστορία

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2020 - ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΘΕΜΑ Α1

α. Πεδινοί: Υπήρξαν από τις μεγάλες παρατάξεις που συγκροτήθηκαν στα πλαίσια της Εθνοσυνέλευσης του 1862-1864. Οι πεδινοί είχαν ως ηγέτη τον Δημήτριο Βούλγαρη, ο οποίος υπονόμευε τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς. Με παρεμβάσεις στο στρατό επιχείρησε τη δημιουργία σώματος «πραιτωριανών» για να εξασφαλίσει την παραμονή του στην εξουσία. Εμπόδιο στις επιδιώξεις του στάθηκαν πολιτικές ομάδες και θεσμοί. Ο Βούλγαρης έβρισκε οπαδούς ανάμεσα σ’ εκείνους που είχαν διοριστεί παράνομα στο στρατό ή στο δημόσιο, και φοβούνταν μη χάσουν τη θέση τους σε περίπτωση επικράτησης συνθηκών κοινοβουλευτικής νομιμότητας, σε άνεργους πτυχιούχους και στους μικροκαλλιεργητές. Ο λαός συμμετείχε ενεργά στη συγκρότηση αυτής της παράταξης.

β. Ομάδα Ιαπώνων: Το μοναδικό νέο πολιτικό στοιχείο έως το 1909 ήταν η εμφάνιση της κοινοβουλευτικής ομάδας των Ιαπώνων, πολιτικού μορφώματος υπό τον Δημήτριο Γούναρη, που ιδρύθηκε το 1906. Επίκεντρο της κριτικής του ήταν η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να προσαρμοστεί στις εξελίξεις της κοινωνίας. Η ομάδα δεν μπόρεσε να επιβιώσει και διαλύθηκε το 1908.

γ. Λαϊκό Κόμμα: Στα μέσα του 1910 οι Κοινωνιολόγοι ίδρυσαν το Λαϊκό Κόμμα, με αρχηγό τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Βασικές προγραμματικές δηλώσεις του ήταν η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος και η επιβολή αρχών κοινωνικής δικαιοσύνης. Στις δεύτερες εκλογές του 1910 εξελέγησαν 7 υποψήφιοι του κόμματος, οι οποίοι παρείχαν κριτική υποστήριξη στους Φιλελευθέρους.

ΘΕΜΑ Α2

α. Σωστό β. Λάθος γ. Λάθος δ. Σωστό ε. Λάθος

ΘΕΜΑ Β1

Με την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, το θέμα της δημιουργίας κεντρικής τράπεζας, αλλά και τραπεζικού συστήματος αντάξιου εκείνων που λειτουργούσαν στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αποτέλεσε κεντρικό σημείο στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Η ίδρυση τραπεζικών ιδρυμάτων δεν θα εξυπηρετούσε μόνο τις κυβερνητικές ανάγκες, τη διαχείριση του κρατικού δανεισμού, την έκδοση χαρτονομίσματος κ.λπ., αλλά θα έδινε λύση στο χρόνιο πρόβλημα των πιστωτικών αναγκών της οικονομίας. Θα εξασφάλιζε δηλαδή στις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες τα απαραίτητα κεφάλαια με όρους οργανωμένης αγοράς και όχι τοκογλυφίας. Το πιστωτικό σύστημα της χώρας βρισκόταν πραγματικά, κατά τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, σε πρωτόγονη κατάσταση. Ήταν συνδεμένο με το εμπόριο των αγροτικών προϊόντων και ιδιαίτερα με τις εξαγωγές της σταφίδας. Οι έμποροι λειτουργούσαν και ως πιστωτές, με τοκογλυφικές διαθέσεις και όρους. Ο δανεισμός κατευθυνόταν, ως επί το πλείστον, προς τους παραγωγούς και δημιουργούσε προϋποθέσεις εκμετάλλευσης, καθώς ουσιαστικά επρόκειτο για έναν τρόπο προαγοράς της επικείμενης παραγωγής, με δυσμενείς για τον παραγωγό όρους. Την ίδια στιγμή άλλοι κλάδοι της παραγωγής στερούνταν των απαραίτητων για την ανάπτυξή τους πιστώσεων, και έτσι περιορίζονταν οι επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Η κατάσταση αυτή ήταν αντίθετη με τις προθέσεις και τις πολιτικές του κράτους και αποθάρρυνε τα ελληνικά κεφάλαια του εξωτερικού. Οι προσπάθειες για την άρση όλων αυτών των εμποδίων υπήρξαν έντονες και προέρχονταν από πολλές πλευρές. Δεν απέβλεπαν τόσο στην εξάλειψη της τοκογλυφίας, όσο στην παράλληλη δημιουργία ενός πιο σύγχρονου πιστωτικού συστήματος, ικανού να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα ειδικών κοινωνικών ομάδων.

ΘΕΜΑ Β2

Και κατά την περίοδο αυτή, βασικός προγραμματικός στόχος των Φιλελευθέρων ήταν, όπως και κατά το παρελθόν, ο εκσυγχρονισμός της χώρας, σύμφωνα με ευρωπαϊκά πρότυπα. Στην πολιτική πρακτική οι Φιλελεύθεροι ήταν αντιμέτωποι με δύο χρόνια προβλήματα: τη σχέση της πολιτικής εξουσίας με τους αξιωματικούς, και το καθεστωτικό. Η διαρκής αντιπαράθεση στο εσωτερικό του κόμματος για τα ζητήματα αυτά προκάλεσε αντιφατικές επιλογές. Σχετικά με το καθεστωτικό, άλλοι οπαδοί ήταν υπέρ της αβασίλευτης και άλλοι υπέρ της βασιλευόμενης δημοκρατίας. Όσον αφορά τη σχέση του κόμματος με τους αξιωματικούς, από τη μια μεριά γινόταν κατανοητό ότι η πολιτικοποίησή τους δημιουργούσε κινδύνους για το πολίτευμα, από την άλλη όμως το φαινόμενο είχε αποκτήσει τέτοια δυναμική, ώστε δεν μπορούσαν να το αρνηθούν, καθώς υπήρχε κίνδυνος προσεταιρισμού των αξιωματικών από την αντίπαλη παράταξη. Σημαντική πολιτική τομή της περιόδου είναι η ψήφιση νέου συντάγματος, διαδικασία που ξεκίνησε το 1924 και ολοκληρώθηκε μόλις το 1927, με το οποίο εγκαθιδρύθηκε το πολίτευμα

της αβασίλευτης δημοκρατίας. Στη θέση του βασιλιά τοποθετήθηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που τον εξέλεγε η Βουλή και η Γερουσία, η οποία αποτελούσε νέο, δεύτερο νομοθετικό σώμα.

ΟΜΑΔΑ ΔΕΥΤΕΡΗ

ΘΕΜΑ Γ1

α. Η λειτουργία της Τράπεζας της Ελλάδος συνέβαλε στην θετική οικονομική πορεία της ελληνικής οικονομίας του μεσοπολέμου και στη διαμόρφωση ενός κλίματος ευημερίας πριν από την εκδήλωση της κρίσης του 1932 στη χώρα. Το 1927, με αφορμή το αίτημα της Ελλάδας στην Κοινωνία των Εθνών για παροχή πρόσθετου δανείου, τέθηκε το ζήτημα της δημιουργίας μιας κεντρικής κρατικής τράπεζας, που θα αναλάμβανε τη διαχείριση των χρεών, την έκδοση χαρτονομίσματος και την ενιαία εφαρμογή της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής. Παρά τις αντιδράσεις της Εθνικής Τράπεζας και κάτω από την πίεση των ξένων συμβούλων, στις 14 Μαΐου του 1927 ιδρύθηκε η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία άρχισε τη λειτουργία της ένα χρόνο αργότερα. Πολύ γρήγορα πέτυχε σταθερές ισοτιμίες της δραχμής με τα ξένα νομίσματα, στηρίζοντας την έκδοση χαρτονομίσματος στα αποθέματά της σε χρυσό και συνάλλαγμα και εξασφαλίζοντας τη μετατρεψιμότητα του εθνικού νομίσματος σε χρυσό.

Όπως επιβεβαιώνει και το ΚΕΙΜΕΝΟ 1, η ΤτΕ εφήρμοσε από την αρχή της λειτουργίας της τον κανόνα του χρυσού συναλλάγματος συνδέοντας τη δραχμή με την αγγλική λίρα, με ένα νόμισμα χρυσής βάσης. Έτσι, εξασφάλισε την μετατροπή του εθνικού νομίσματος σε λίρα. Αυτό σήμαινε ότι η νομισματική κυκλοφορία της εσωτερικής αγοράς της χώρας εξαρτιόταν από τις διακυμάνσεις των εξωτερικών της συναλλαγών.

Η επιτυχία αυτή οδήγησε τα δημόσια οικονομικά σε περίοδο ευφορίας, βελτίωσε την πιστοληπτική ικανότητα του κράτους, ενίσχυσε την εισροή συναλλάγματος και τις επενδύσεις και προκάλεσε μία ισχυρή δυναμική που επέτρεψε τις σημαντικές πολιτικές, θεσμικές και οικονομικές πρωτοβουλίες της τελευταίας κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου (1928-1932). Η περίοδος αυτή κράτησε μέχρι τις αρχές του 1932, οπότε εκδηλώθηκαν στη χώρα οι συνέπειες της μεγάλης οικονομικής κρίσης, που ξεκίνησε από τη Νέα Υόρκη το 1929. Τότε η ΤτΕ στήριξε τις αποτυχημένες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να αποτρέψει την κρίση του 1932.

β. Η παγκόσμια οικονομική κρίση έφτασε στην Ελλάδα σε μία εποχή «ευημερίας». Η «ευημερία» σήμαινε ότι η εμπιστοσύνη των Ελλήνων σε ένα καλύτερο οικονομικά μέλλον είχε αποκατασταθεί, οι σκοτεινές εποχές της δεκαετίας του 1920 έδειχναν να απομακρύνονται, οι πληγές έκλειναν, η φτώχεια περιοριζόταν και το ελληνικό

κράτος έδειχνε να σχεδιάζει το μέλλον με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία. Οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να αποτρέψει την κρίση εξάντλησαν τα αποθέματα της χώρας σε χρυσό και συνάλλαγμα.

Την άνοιξη του 1932, όμως, η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αποφύγει την αναστολή της μετατρεψιμότητας του εθνικού νομίσματος, καθώς και την αναστολή εξυπηρέτησης των εξωτερικών δανείων. Στο ΚΕΙΜΕΝΟ 2 αναλύονται οι προσπάθειες της κυβέρνησης να αποτρέψει την κρίση. Η κυβέρνηση και Τράπεζα της Ελλάδος πράγματι εγκατέλειψαν από τα τέλη Σεπτεμβρίου του 1932 την ελεύθερη μετατρεψιμότητα της δραχμής στο πλαίσιο του κανόνα χρυσού συναλλάγματος μέσω διαδοχικών περιορισμών, επιφέροντας την υποτίμηση της δραχμής και καθιστώντας αδύνατη την εξυπηρέτηση του εξωτερικού δημόσιου χρέους. Η εφαρμογή της πολιτικής αυτής οδήγησε στην αντικατάσταση του πρώτου διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, τον Αλέξανδρο Διομήδη, επειδή δημιουργήθηκε η αντίληψη ότι ευνόησε τους μεγάλους βιομηχάνους, δίνοντάς τους το δικαίωμα να εξάγουν κεφάλαια τις παραμονές της επιβολής των συναλλαγματικών περιορισμών. Η κυβέρνηση προχώρησε διστακτικά, εξαιτίας των κυρίαρχων οικονομικών αντιλήψεων, στην επίσημη άρση της μετατρεψιμότητας. Έτσι, εγκαινιάστηκε μια περίοδος ισχυρού κρατικού παρεμβατισμού στα οικονομικά ζητήματα, ιδιαίτερα στις εξωτερικές συναλλαγές, και μια πολιτική προστατευτισμού, με σκοπό την αυτάρκεια της χώρας. Η Ελλάδα μπήκε με τη σειρά της στο χώρο της κλειστής οικονομίας, όπου οι συναλλαγές καθορίζονταν περισσότερο από γραφειοκρατικές διαδικασίες παρά από ελεύθερες οικονομικές συμφωνίες.

Στο εξωτερικό εμπόριο κυριάρχησε προοδευτικά η μέθοδος του διακανονισμού «κλήριγκ». Οι διεθνείς συναλλαγές δεν γίνονταν, δηλαδή, με βάση το μετατρέψιμο συνάλλαγμα αλλά με βάση διακρατικές συμφωνίες που κοστολογούσαν τα προς ανταλλαγή προϊόντα και φρόντιζαν να ισοσκελίσουν την αξία των εισαγωγών με την αντίστοιχη των εξαγωγών, στο πλαίσιο ειδικών λογαριασμών. Για μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου οι συναλλαγές με το εξωτερικό ήταν έντονα ελλειμματικές, η διαδικασία αυτή, πέρα από τα αρνητικά, είχε και θετικά στοιχεία.

ΘΕΜΑ Δ1

α. Σε αντίθεση με τις σχετικά ασαφείς θέσεις και τη συγκεχυμένη ιδεολογία του γαλλικού κόμματος, το ρωσικό χαρακτηριζόταν από σταθερές πολιτικές θέσεις. Η ομοιότητα με τα δύο άλλα κόμματα βρισκόταν στο γεγονός ότι στη Μεγάλη Δύναμη, στην οποία στήριζαν τις ελπίδες τους για την εξωτερική πολιτική, αναγνώριζαν και ένα πρότυπο για την εσωτερική οργάνωση της χώρας. Η Ρωσία μπορούσε να βρει αποδοχή από μεγάλο τμήμα του πληθυσμού, επειδή ήταν η μοναδική Μεγάλη Δύναμη με ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα.

Το ΚΕΙΜΕΝΟ Β συμπληρώνει ότι το ρωσικό κόμμα προέβαλλε την Ρωσία ως φιλική και ομόδοξη δύναμη του Βορρά, που θα προστατεύσει τους καταπιεζόμενους ορθοδόξους χριστιανούς και θα ικανοποιήσει τα εθνικά δίκαια. Μάλιστα η εφημερίδα «Αιών», που ήταν όργανο του ρωσικού κόμματος το χαρακτήριζε ως εθνικό κόμμα, αφοσιωμένο στην πατροπαράδοτη πίστη, αναμένοντας τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας από την Ρωσία και το μελλοντικό μεγαλείο του Ελληνικού Έθνους. Επιπλέον, διεκήρυττε ότι η Ρωσία θα διώξει τους Τούρκους από τα ελληνικά εδάφη και γενικώς από την Βαλκανική χερσόνησο και την Ανατολή.

Όπως επισημαίνει το ΚΕΙΜΕΝΟ Γ, η προσδοκία των Ελλήνων και συνεπώς του ρωσικού κόμματος για βοήθεια από τη Ρωσία βασιζόταν σε παρελθοντικά γεγονότα που τους συνέδεαν με αυτήν από καιρό της εκστρατείας του ρωσικού στόλου υπό τον στρατηγό Αλεξέι Γκριγκόροβιτς Ορλόφ στο Αιγαίο κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου μέχρι τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774). Το ΚΕΙΜΕΝΟ Γ προσθέτει ότι με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή πρώτον, η ορθόδοξη Εκκλησία μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία απολάμβανε τη ρωσική προστασία και, δεύτερον, βοήθησε τους Έλληνες εμπόρους να πλουτίσουν γρήγορα, καθώς δραστηριοποιούνταν εμπορικά στη Μαύρη Θάλασσα.

Χαρακτηριστικό του ρωσικού κόμματος ήταν η άκρως συντηρητική στάση σε όλες τις επιλογές του. Στο ΚΕΙΜΕΝΟ Β αναφέρεται ότι το ρωσικό κόμμα ήταν ιδεολογικά συντηρητικό. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο αρχηγός του κόμματος, ήταν κατά της παροχής συντάγματος λόγω πολιτικής ανωριμότητας του λαού. Τα μέλη του πίστευαν ότι κάποιοι ικανοί πολιτικοί γνώριζαν τα προβλήματα του λαού καλύτερα από τον ίδιο, κι αυτοί θα έπρεπε να κυβερνήσουν. Το ρωσικό κόμμα ήταν κατά κύριο λόγο αντισυνταγματικό, υπέρ ενός συγκεντρωτικού συστήματος διακυβέρνησης και κατά της πολυφωνίας, μολονότι σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται να συνεργάστηκαν στην ψήφιση συνταγμάτων. Στα πολιτικά ζητήματα λοιπόν η θέση του «ρωσικού» κόμματος ήταν συγκεχυμένη και ασυνεπής. Διαχρονικά, υποστήριξε την απολυταρχία ως και την υποστήριξη της πιο φιλελεύθερης μορφής συνταγματισμού, επειδή η θέση του σε εκάστοτε στιγμή εξαρτιόταν από το βαθμό της εύνοιας που του έδειχνε ο βασιλιάς.

Υποστήριζε ότι θεμέλιο της κοινωνικής τάξης ήταν η θρησκεία. Σ’ αυτήν βασιζόταν και η νομιμότητα της εξουσίας. Έβλεπε την Εκκλησία σε διαρκή κίνδυνο και καταπολεμούσε τον κοσμοπολιτισμό και την οποιαδήποτε αποστασιοποίηση από τις παραδόσεις. Η ξενοφοβία, όπως επίσης η άρνηση του διαφωτισμού και της δυτικής παιδείας αποτελούσαν κυρίαρχες αντιλήψεις των μελών του. Το ιδιαίτερο πρόβλημα που έβλεπε το κόμμα των «ναπαίων» (όπως αλλιώς ονομαζόταν), στην περίοδο της βαυαροκρατίας, δεν ήταν ο αυταρχισμός του καθεστώτος, αλλά οι κίνδυνοι που αντιμετώπιζαν η πίστη και η Εκκλησία από τα μέτρα που ψήφισε η αντιβασιλεία, π.χ. το αυτοκέφαλο της Ελληνικής Εκκλησίας, η οποία έως τότε

υπαγόταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Θεωρούσαν ότι η υποταγή της Εκκλησίας της Ελλάδας στο Πατριαρχείο επέτρεπε στη Ρωσία να επεμβαίνει για την προστασία των ορθοδόξων. Στην απόφαση για το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας οι ναπαίοι άσκησαν έντονη αντιπολίτευση.

Πράγματι, όπως αναφέρει και το ΚΕΙΜΕΝΟ Α το «ρωσικό» κόμμα επιδίωκε τη συμφιλίωση με την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης (μέσα στο πλαίσιο του αυτοκέφαλου), την παραχώρηση μεγαλύτερων εξουσιών της Εκκλησίας μέσα στο κράτος και την ορθόδοξη μοναρχία.

β. Το ρωσικό κόμμα προκειμένου να προσεγγίσει ευρύτερα στρώματα, απευθυνόταν συχνά στο θρησκευτικό συναίσθημα των Ελλήνων. Με το κόμμα αυτό συμπαρατάχθηκαν, ιδίως κατά την εποχή της διακυβέρνησης της χώρας από τον Καποδίστρια, όσοι είχαν υποφέρει ιδιαίτερα κατά την εποχή της Επανάστασης και κατά τους εμφύλιους πολέμους: οι ακτήμονες, οι μικροϊδιοκτήτες γης, αγωνιστές και χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί, μοναχοί, και δημόσιοι υπάλληλοι που διορίστηκαν από τον Καποδίστρια και μετά τη δολοφονία του απολύθηκαν. Όλοι αυτοί απαιτούσαν την ίδρυση ενός ισχυρού κράτους, το οποίο, σε συνεργασία με τη Ρωσία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, θα φρόντιζε για την καθαρότητα της πίστης και θα αναγνώριζε στην Εκκλησία κυρίαρχη θέση. Πίστευαν ότι κάποιοι ικανοί πολιτικοί γνώριζαν τα προβλήματα του λαού καλύτερα από τον ίδιο, κι αυτοί θα έπρεπε να κυβερνήσουν. Ήταν κατά κύριο λόγο αντισυνταγματικοί, υπέρ ενός συγκεντρωτικού συστήματος διακυβέρνησης και κατά της πολυφωνίας, μολονότι σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται να συνεργάστηκαν στην ψήφιση συνταγμάτων.

Το ΚΕΙΜΕΝΟ Γ αναφέρει ότι μεταξύ των κοινωνικών ομάδων που συμπαρατάσσονται με το ρωσικό κόμμα ήταν και οι έμποροι, εφόσον είχαν ωφεληθεί τα μέγιστα από τη συνθήκη ειρήνης του Κιουτσούκ Καιναρτζί (1774) που παρείχε ρωσική προστασία στα χριστιανικά ελληνικά πλοία άρα και την ευχέρεια γρήγορου πλουτισμού από το εμπόριο στη Μαύρη θάλασσα. Ακόμη, στο πλαίσιο αυτό, συγκροτήθηκε στις Σπέτσες σημαντικό μεσογειακό κέντρο εμπορίου και προωθήθηκε η δημιουργία σπουδαίας ελληνικής παροικίας στο εμπορικό λιμάνι της Οδησσού, στην Κριμαία. Με τη συνθήκη αυτή μεταξύ της Ρωσίας και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, τα χριστιανικά –ελληνικά– πλοία προστατεύονταν από τη ρωσική ισχύ και έτσι ευνοήθηκε η ραγδαία ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, να παρατηρηθεί σημαντική ναυτιλιακή και εμπορική δραστηριότητα σε πολλές παραλιακές περιοχές του ελληνικού χώρου και σε νησιά. Η δραστηριότητα αυτή ευνοήθηκε από διάφορες συγκυρίες, και ιδιαίτερα από την έξοδο της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα και το εμπόριο που αναπτύχθηκε στα λιμάνια της περιοχής (λ.χ. στην Οδησσό) και της Μεσογείου.

Το ΚΕΙΜΕΝΟ Δ διαπιστώνει ότι ο κατώτερος κλήρος που φανερά αντιτίθετο στα κυβερνητικά μέτρα για τη διάλυση των μοναστηριών και κινδυνολογούσε για την τύχη της ορθοδοξίας, κινητοποιούσε τις βαθιά θρησκευόμενες λαϊκές τάξεις, τους κοσμικούς και κληρικούς. Αυτοί κατέφευγαν στο «ρωσικό» κόμμα, που είχε αναμφισβήτητους δεσμούς με την Ορθοδοξία. Αν και το κόμμα είχε δεχθεί πολλές επιθέσεις, η λαϊκή του βάση συνεχώς διευρυνόταν.

Η φιλολογική ομάδα του πρότυπου φροντιστηριακού κέντρου άνοδος

Αθανασοπούλου Μαίρη Βούρτση Ζωή
Λέντζιου Έφη
Σαργέντη Σοφία Σεφερλή Γιάννα Χαραλαμπίδη Χαρά

Σχόλιο για τα θέματα της Ιστορίας Προσανατολισμού:

AthanasopoulouΟι υποψήφιοι της ομάδας ανθρωπιστικών σπουδών τελείωσαν τις πανελλήνιες εξετάσεις με το μάθημα της ιστορίας προσανατολισμού.

Τα θέματα της Ιστορίας για το νέο σύστημα ήταν διαχειρίσιμα, εφόσον είχε προηγηθεί κριτική μελέτη και σωστή προετοιμασία από τους μαθητές. Δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολα και ούτε είχαν ασαφή διατύπωση. Τα ερωτήματα ανάπτυξης ήταν εκτενή και ευνοούσαν τους μαθητές που έχουν καλή γνώση του σχολικού βιβλίου.

Επίσης, αρκετά ερωτήματα αναφέρονται στη νέα ύλη και κάλυπταν όλο το φάσμα της. Ήταν αναμενόμενη η εστίαση κάποιων ερωτημάτων στο τραπεζικό σύστημα κατά το 19ο αι. και 20ο αι. Θα ήταν προτιμότερη η μεγαλύτερη διασπορά των ερωτημάτων, ώστε να καλυφθεί και το κεφάλαιο με τα προσφυγικά ρεύματα του 19ου από το οποίο ζητήθηκε μόνο ο χαρακτηρισμός μιας πρότασης ως σωστής ή λανθασμένης.

Οι ερωτήσεις της Δεύτερης Ομάδας που αφορούν στην κριτική αξιοποίηση των παραθεμάτων είχαν σαφή ερωτήματα και η σύνδεσή τους με τις ιστορικές γνώσεις που εμπεριέχονται στο σχολικό εγχειρίδιο ήταν ευκρινής. Τα θέματα δεν αναμένεται να έχουν δυσκολέψει ιδιαίτερα τους καλά προετοιμασμένους υποψηφίους.

ΜΑΡΙΑ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

του Πρότυπου Φροντιστηριακού Κέντρου άνοδος

Ακολουθήστε το ilialive.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις Ειδήσεις

Σχετικά Άρθρα

tsoukalas popup