Ποια θα είναι η βάση ανά πεδίο - Θα ανακοινωθεί τη Δευτέρα - Πολλά τμήματα κυρίως σε περιφερειακά πανεπιστήμια θα δουν άδεια έδρανα
Tο όριο εισαγωγής στα πανεπιστήμια για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος όπως προκύπτει από την επεξεργασία των επιδόσεων στις Πανελλαδικές είναι στο 1ο επιστημονικό πεδίο το 8,89, στο 2ο επιστημονικό πεδίο 9,40, στο 3ο επιστημονικό πεδίο 9,61, και στο 4ο επιστημονικό πεδίο το 8,82, που αποτελεί και το «κατώφλι» για να αποκτήσει ο υποψήφιος την πολυπόθητη φοιτητική ιδιότητα.
Λόγω της ΕΒΕ θα δημιουργηθεί τεχνητή άνοδος σε εκατοντάδες σχολές με αποτέλεσμα να υπάρξουν χιλιάδες κενές θέσεις. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα υπάρξουν πολλά τμήματα κυρίως σε Περιφερειακά Πανεπιστήμια από αυτά που είχαν χαμηλή βάση εισαγωγής, που θα δουν άδεια έδρανα, καθώς όπως εκτιμάται θα υπάρξουν τμήματα που από 200 θέσεις δεν θα συμπληρωθούν οι 180.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα μείνουν 15.000 με 20.000 κενές θέσεις ενώ ένας αριθμός περί τα 8000 άτομα θα στραφεί προς τα ΙΕΚ, στα οποία εφέτος οι υποψήφιοι μπορούν να διεκδικήσουν μία θέση, μέσω της κατάθεσης δεύτερου μηχανογραφικού δελτίου. Η θέσπιση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής που καθορίζεται με ευθύνη των Πανεπιστημίων είναι μέτρο το οποίο μπορεί να στερήσει την είσοδο στις σχολές υποψηφίων με βαθμούς 2, 3 και 4 ωστόσο είναι βέβαιο ότι θα ανεβάσει το επίπεδο των πανεπιστημιακών σπουδών στις οποίες ούτως ή άλλως οι συγκεκριμένοι υποψήφιοι δεν θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν, καθώς η πλειονότητα ακόμα και όταν κατάφερνε να αποκτήσει την φοιτητική ιδιότητα δεν αποφοιτούσε τελικά.
Σύμφωνα με το υπουργείο δίνεται διέξοδος, αναβαθμίζοντας και αναδεικνύοντας τις εναλλακτικές εκπαιδευτικές διαδρομές, την επιλογή Δημοσίων ΙΕΚ, που παρέχουν επαγγελματική κατάρτιση σε περισσότερες από 120 σύγχρονες ειδικότητες υψηλής ζήτησης και απορρόφησης από την αγορά, αυξάνοντας την πιθανότητα της επαγγελματικής τους καταξίωσης των νέων . Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία η Ελλάδα έχει το 4ο υψηλότερο ποσοστό εγγραφών σε ΑΕΙ μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ (OECD/UIS/Eurostat 2019).
Επίσης το «τοπίο» της πανεπιστημιακής εικόνας περιλαμβάνει:
- Ποσοστό αποφοίτησης: 30% των φοιτητών δεν αποφοιτά ποτέ (ΙΟΒΕ 2017).
- Ο ρυθμός αποφοίτησης, ως το ποσοστό αποφοίτων επί των φοιτητών, είναι σταθερά πολύ μικρότερος των άλλων χωρών με αποτέλεσμα να δημιουργείται σε όλα τα τμήματα συσσώρευση – το γνωστό πρόβλημα των «αιώνιων» φοιτητών. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Eurostat “Eurostat- PopulationinEurope” (Ιούνιος 2020), ως προς το ρυθμό αποφοίτησης για το 2018 η Ελλάδα κατείχε την τελευταία θέση στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών με ρυθμό αποφοίτησης μόλις 9,17%, το οποίο απέχει πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 24,05%. Ακόμη και αν λάβουμε υπόψη μόνο τους ενεργούς φοιτητές στα [Ν+2] έτη σπουδών, το ποσοστό αυτό παραμένει ιδιαίτερα χαμηλό.
- Μη έγκαιρη αποφοίτηση: Σχεδόν οι μισοί (το 42%) από τους φοιτητές έχουν ξεπεράσει τα έξι έτη σπουδών (ΕΘΑΑΕ 2020).
- Πολύ χαμηλή συμμετοχή στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ): Στην Ελλάδα, μόλις το 28% των μαθητών επιλέγουν τη διαδρομή της επαγγελματικής εκπαίδευσης, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κυμαίνεται στο 48%.Το στατιστικό αυτό είναι άκρως ανησυχητικό, ιδιαιτέρως αν λάβουμε υπόψη τις προοπτικές της ΕΕΚ:
- Το 51% των αποφοίτων Επαγγελματικών Λυκείων δηλώνουν ότι βρήκαν σταθερή δουλειά εντός έξι μηνών με το πέρας των σπουδών τους έναντι 34% των αποφοίτων Γενικών Λυκείων (CEDEFOP 2017).
- Οι προοπτικές της ΕΕΚ γίνονται εμφανείς και από το γεγονός ότι το 25% των σπουδαστών σε ΙΕΚ έχουν ήδη πτυχίο πανεπιστημίου. Το 2012 το συνολικό αντίστοιχο ποσοστό ήταν 5% (ΓΣΕΕ 2020).
- Υπερ-ειδίκευση: Με το 28% των εργαζομένων να έχουν υπερ-ειδίκευση έναντι των απαιτήσεων της εργασίας τους, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση με μεγάλη διαφορά τόσο από τη δεύτερη, όσο και από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ στο 11%.
Ισχυρές ανοδικές τάσεις