Σε περιπτώσεις που στα δημόσια νοσοκομεία δεν υπήρχαν οι απαραίτητες σύγχρονες μέθοδοι διάγνωσης και θεραπείας ή δεν λειτουργούν τα ιατρικά μηχανήματα για την περίθαλψη ασθενών
Ειδικότερα, σύζυγος ασφαλισμένου η οποία ήταν στην 25η εβδομάδα (6 μήνα) κύησης τον Μάιο του 2004 εισήλθε εκτάκτως σε μαιευτήριο λόγω ρήξης θυλακίου. Δύο μέρες μετά γέννησε ένα αγοράκι, το οποίο εισήχθη σε μονάδα εντατικής παρακολούθησης νεογνών, λόγω προωρότητας σε ιδιωτικό μαιευτήριο. Το νεογνό, δύο μήνες περίπου μετά, εξήλθε από την εν λόγω ιδιωτική μονάδα, όταν βρέθηκε κενή θερμοκοιτίδα στο γενικό νοσοκομείο παίδων η «Αγία Σοφία», όπου και τότε διεκομίσθη.
Το σύνολο των νοσηλειών του νεογνού στην ιδιωτική μονάδα από 24.5. έως 29.6.2004, ανήλθαν σε 24.370 ευρώ, καθώς αντιμετώπιζε προωρότητα, αναπνευστική ανεπάρκεια και μετεωρισμό κοιλίας.
Ο ασφαλιστικός φορέας, δέχθηκε μεν ότι επρόκειτο για επείγον περιστατικό, αλλά αρνήθηκε να καταβάλλει όλο το ποσό των 24.370 ευρώ. Επικαλούμενος το τιμολόγιο της ισχύουσας κρατικής διατίμησης για τα νοσηλεία σε ιδιωτικά θεραπευτήρια του εσωτερικού ενέκρινε στον ασφαλισμένο μόνο το ποσό των 8.599 ευρώ για την δαπάνη νοσηλείας.
Κατόπιν αυτού, ο ασφαλισμένος προσέφυγε στην Δικαιοσύνη και το Συμβούλιο της Επικρατείας τον δικαίωσε, κρίνοντας ότι ο ασφαλιστικός φορέας «υποχρεούται να παρέχει στους ασφαλισμένους του νοσοκομειακή περίθαλψη και όταν αδυνατεί αντικειμενικά προς τούτο, οφείλει να καταβάλει το σύνολο των δαπανών, στις οποίες αυτοί (σ.σ.: ασφαλισμένοι) υποβλήθηκαν εξαιτίας αυτής της αδυναμίας του και όχι να καταβάλει μόνο το ποσό της κρατικής διατίμησης».