Τι δείχνουν τα επιδημιολογικά μοντέλα - Στους 20 οι διασωληνωμένοι, 79 συνολικά οι ασθενείς που νοσηλεύονται
Στα 418 ανέρχονται πλέον τα επιβεβαιωμένα κρούσματα του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2 στη χώρας. Ωστόσο επιδημιολογικό μοντέλο υποστηρίζει ότι ο πραγματικός αριθμός μπορεί να ανέλθει σε 2.000-3.000.
Η χθεσινή αναφορά του εκπροσώπου του υπουργείου Υγείας κ. Σωτήρη Τσιόδρα στο νούμερο αυτό προκάλεσε ανησυχία. Πόσο όμως πρέπει πραγματικά να μας ανησυχεί ένα επιδημιολογικό μοντέλο;
Σύμφωνα με τον κ. Τσιόδρα, τα περισσότερα επιβεβαιωμένα κρούσματα εξακολουθούν να είναι στην Αθήνα, ενώ συνολικά μέχρι σήμερα έχουν ελεγχθεί περισσότερα από 6.000 δείγματα για την παρουσία του νέου ιού.
Η πορεία της επιδημίας και το προγνωστικό μοντέλο «Σύψα»
Από την 26η Φεβρουαρίου που καταγράφηκε το πρώτο θετικό κρούσμα στην Ελλάδα μέχρι και προχθές 17 Μαρτίου, ο ρυθμός αύξησης των κρουσμάτων, από μέρα σε μέρα κυμαίνεται από 6% το ελάχιστο (στις 10 Μαρτίου είχαν μόλις κατά 9 φτάνοντας τους 84) έως και 182% το μέγιστο (στις 5 Μαρτίου που από 9 τα κρούσματα ανήλθαν σε 31).
Από το προηγούμενο Σαββατοκύριακο έως και την Τρίτη, ο αριθμός των κρουσμάτων ημερησίως αυξήθηκε κατά 20% (14/3), 46% (15/3), 7% (16/3) και 10% (17/3).
Σχολιάζοντας την πορεία της επιδημίας στην Ελλάδα ο κ. Τσιόδρας εξήγησε ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως υπάρχει υποκαταγραφή της κατάστασης, εννοώντας ότι δεν μπορεί να εφαρμοστείς μαζικός προληπτικός έλεγχος στον πληθυσμό και «Σε όλο τον κόσμο υποκαταγράφεται η εξέλιξη της επιδημίας σημαντικά και αυτό δεν είναι μόνο στην Ελλάδα, είναι σε όλο τον κόσμο. Όπως γράφεται και στα διεθνή μέσα, τις τελευταίες μέρες, μόνο στο κρουαζιερόπλοιο Diamond Princess είχαμε επακριβή εικόνα του πώς πορεύεται αυτή η επιδημία» επειδή πρόκειται για μια ιδιάζουσα συνθήκη «κλειστού περιβάλλοντος». Με βάση αυτά τα δεδομένα, η θνητότητα της επιδημίας εκτιμάται σε μια τάξη μεγέθους που κυμαίνεται από 0,05%, πολύ χαμηλότερη από αυτήν της εποχικής γρίπης, σε έως και 1%, που είναι υψηλότερη της εποχικής γρίπης, αλλά με αρκετή αβεβαιότητα.
Πέραν αυτών ο κ. Τσιόδρας ανέφερε ότι το υπουργείο Υγείας και η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων συμβουλεύεται και μαθηματικά μοντέλα που έχουν ως βάση τους τα χαρακτηριστικά του ιού, τα σοβαρά νοσηλευόμενα περιστατικά και τους θανάτους.
«Σε αυτά τα μοντέλα δουλεύει ειδική ομάδα της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, υπό την κυρία Βάνα Σύψα, από το Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής. Η κυρία Σύψα έχει τεράστια εμπειρία στον τομέα αυτό και παγκόσμια αναγνώριση. Η εκτίμηση από την ομάδα της κυρίας Σύψα, είναι πως βάσει των νέων ως τώρα δεδομένων, έχουμε περίπου 2.000 με 3.000 περιστατικά στον πληθυσμό, αλλά με αρκετή αβεβαιότητα», ανέφερε ο κ. Τσιόδρας. Και κατέληξε λέγοντας ότι όσο συνεχίζεται η καταγραφή της επιδημίας στη χώρα μας, τόσο καλύτερες εκτιμήσεις θα μπορούν να κάνουν για την εξέλιξη και την πορεία της οι ειδικοί.
Η κυρία Βάνα Σύψα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής στο Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, έχει μακρά εμπειρία στην επιδημιολογία λοιμωδών νοσημάτων και στη χρήση μαθηματικών μοντέλων για τη μελέτη τους (ιογενείς ηπατίτιδες, HIV λοίμωξη, νοσοκομειακές λοιμώξεις, γρίπη). Έχει συμμετάσχει ως κύριος ερευνητής ή συν-ερευνητής σε προγράμματα που έχουν χρηματοδοτηθεί από εθνικούς φορείς και από το Εθνικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ και δημοσιεύσει περισσότερες από 91 επιστημονικές εργασίες σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά.
Μαζί με τον κ. Άγγελο Χατζάκη, καθηγητή Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής του Εργαστηρίου Υγιεινής Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, μελέτησαν επιδημιολογικά στοιχεία από την Κίνα από την αρχής της επιδημίας με επίκεντρο την Ουχάν τον Δεκέμβριο του 2019 έως και τον Φεβρουάριο του 2020. Βάσει αυτών των δεδομένων και με τη βοήθεια ειδικών αλγορίθμων κατέληξαν σε δύο πιθανά σενάρια αναφορικά με την εξέλιξη της επιδημίας στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο δύο ερευνητές προέβλεπαν στις αρχές Μαρτίου ότι θα περιορίζονταν οι εισαγόμενες περιπτώσεις με περιορισμένη τοπική μετάδοση, όπως και συνέβη καθώς απομονώθηκαν τα επιβεβαιωμένα κρούσματα καθώς και οι επαφές τους ενώ μετά τις 5 Μαρτίου ξεκίνησε σταδιακά και η εφαρμογή των μέτρων περιορισμού του συγχρωτισμού (κλείσιμο σχολείο, καταστημάτων, αυτό-περιορισμός στις μετακινήσεις κ.λπ).
Το δεύτερο σενάριο βασίστηκε στα σενάρια της Γουχάν και της υπόλοιπης Κίνας, όπου μέχρι τις 4 Μαρτίου είχαν δηλωθεί 67.332 περιπτώσεις από τη Ουχάν (115 περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους) και 13.090 από την υπόλοιπη Κίνα (ένα περιστατικό ανά 100.000 κατοίκους). Βάσει αυτών η κυρία Σύψα και ο κ. Χατζάκης προέβλεψαν ότι σύμφωνα με τα δεδομένα που αφορούν την υπόλοιπη Κίνα, πλην της Ουχάν, είναι πιθανό να έχει 100 κρούσματα που σημαίνει 2 θανάτους και ζήτηση για λιγότερες από 10 κλίνες ΜΕΘ. Αντίθετα, βάσει των δεδομένων που αφορούν μόνο στην Ουχάν το προγνωστικό μοντέλο κάνει λόγο για περίπου 12.000 κρούσματα και 280 θάνατοι, ενώ η ζήτηση για ΜΕΘ να φτάνει τις 740 κλίνες.
Σχολιάζοντας τα δύο αυτά σενάρια, τόσοι οι δύο ερευνητές όσο και έγκριτοι συνάδελφοι τους Επιδημιολόγοι υπογραμμίζουν ότι πρόκειται για ακραία σενάρια και η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Όπως το νούμερο των 2.000 - 3.000 θετικών κρουσμάτων που ανέφερε ο κ. Τσιόδρας. Αλλά ακόμα κι αν αυτό το νούμερο φτάσει να επαληθευθεί, οι επιστήμονες τονίζουν ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων θα πρόκειται για ήπια νόσηση, με τη θνητότητα να μην ξεπερνά το 1%, δηλαδή λιγότερο από 1 θάνατο ανά 300-500 κρούσματα. Και δεδομένου ότι έχουμε ήδη καταγράψει 5 θανατηφόρα κρούσματα, ακόμα κι αν οι ασθενείς φτάσουν τους 2.000 - 3.000 οι θάνατοι δεν αναμένεται να ξεπεράσουν τους 10.