Η Ολυμπιονίκης της Ιστιοπλοΐας περιέγραψε πως έχασε την εκτίμηση στον εαυτό της μετά τον βιασμό από παράγοντα της Ομοσπονδίας Ιστιοπλοΐας - Γιατί το «έθαψε» βαθιά μέσα στον εαυτό της , γιατί αποφάσισε να μιλήσει
Η Ολυμπιονίκης της Ιστιοπλοΐας είπε πως «Το μοιράστηκα για πρώτη φορά το 1998 με τον τότε σύντροφό μου, ήθελε να αντιδράσει να πάει να τσακωθεί με τον δράστη, αλλά δεν τον άφησα. Ήταν κι αυτός αθλητής. Σκεφτόμουν πως εφόσον αυτοί είχαν τόηση κυριαρχία πάνω μας, ένιωθα ανήμπορη, σαν ένα πιόνι που δεν παίζω το παιχνίδι, αλλά το κάνουν άλλοι. Ήμουν φοβισμένη».
Ακολουθούν τα βασικά σημεία της εξομολόγησης της Σοφίας Μπεκατώρου
«Η πρώτη αποστολή για την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνευ ήταν το 1998 στην Ισπανία. Ηταν η πρώτη φορά που ερχόταν μαζί μας ένας παράγοντας.
Επειδή μέχρι τότε είχαμε πόλεμο με την Ομοσπονδία. Υπήρχαν παράγοντες οι οποίοι μας είχαν εκφοβίσει. Σε διάφορες συναντήσεις με την Ομοσπονδία μου είχαν επιτεθεί, μου έλεγαν ότι είμαι ένα τίποτα, ότι δεν θα φέρω καμία διάκριση. Εγώ συνέχιζα με την Αιμιλία την δουλειά μας και προσπαθούσαμε να φέρουμε μια καλή επίδοση. Ενας εκ των παραγόντων της Ομοσπονδίας ήταν πιο φιλικός και σε αυτόν είχαμε στρέψει όλες μας τις ελπίδες γιατί θεωρούσαμε ότι μπορούσε να προασπίσει τα δικά μας τα δικαιώματα γιατί κάθε φορά που πηγαίναμε στην Ομοσπονδία έπρεπε να διαπραγματευθούμε για πράγματα που είχαμε δικαίωμα να πάρουμε. Να πάμε κάποια ταξίδια να εκπροσωπήσουμε την χώρα μας, να έχουμε χρήματα για αυτές τις αποστολές και φυσικά να έχουμε και κάποια υλικά.
Μέχρι τότε νομίζαμε πως αυτός ο άνθρωπος ήταν με το μέρος μας. Ήταν ο μοναδικός που δεν ήταν κακοπροαίρετος. Όταν είχαμε κάποια προβλήματα με την Αιμιλία μιλάγαμε περισσότερο μαζί του γιατί αυτός μιλούσε στον πρόεδρο και λυνόντουσαν. Όταν μάθαμε ότι θα ήταν μαζί μας σε εκείνη την αποστολή ανακουφιστήκαμε όλοι. Η πρόκριση δεν πήγε όπως την περιμέναμε, αλλά και τα δύο σκάφη καταλάβαμε την πέμπτη θέση και έτσι πετύχαμε την πρόκριση. Για εμένα θα ήταν η πρώτη φορά σε Ολυμπιάδα και ήμουν η πιο μικρή της ομάδας.
Την τελευταία μέρα αποφασίσαμε να βγούμε έξω να γιορτάσαμε όλοι μαζί. Στο τέλος επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο ανά δύο. Εμείς με τον παράγοντας μείναμε τελευταίο και μιλάγαμε.
Γυρνώντας στο ξενοδοχείο κάποια στιγμή γύρισε και με φίλησε. Πάγωσα, έμεινα έκπληκτη. Δεν μπορούσα να καταλάβω από που ξεκίναγε αυτή η συμπεριφορά. Δεν ήξερα τι να κάνω. απομακρύνθηκα από κοντά του. Ο ένας στο ένα ξενοδοχείο και ο ένας στο άλλο.
Στο ασανσέρ, εγώ έμενα σε πιο πάνω όροφο, όταν σταματήσαμε στο δικό του μου είπε να πάω στο δωμάτιο του. Του είπα ότι δεν υπάρχει λόγος. Ήμουν πολύ διστακτική και μου είπε ‘έλα, φοβάσαι;’. Με έπιασε το παράπονο. Δεν ήμουν κανένα κοριτσάκι που δεν είχε προσωπικότητα, θεωρούσα ότι μπορώ να ανταπεξέλθω σε κάθε δυσκολία.
Στην αρχή μιλούσαμε για τους αγώνες. Μετά με πλησίαζε περισσότερο. Εγώ άρχισα να αμύνομαι. Προσπάθησε να με πείσει. Άρχισε να με φιλάει, να με ρίχνει στο κρεβάτι. Του λέω ‘δεν θέλω’, μου λέει ‘έλα μωρέ, δεν είναι τίποτα’. Προσπάθησα να του δείξω με τον τρόπο μου ότι δεν υπάρχει αμοιβαία επιθυμία, ότι δεν υπάρχει συνέναιση. Προσπαθούσε να με βγάλει τρελή. Κάποια στιγμή έτσι όπως ήταν πάνω μου του λέω ‘δεν μπορώ να το πιστέψω ότι δεν καταλαβαίνεις ότι σου λέω δεν θέλω’. Εκείνος συνέχισε. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να τον σπάσω στο ξύλο, μετά σκέφτηκα ότι είχε πολύ μεγάλη θέση στην Ομοσπονδία και εκείνη την ώρα δεν ήταν κανένας για να δει. Όλοι θα έλεγαν ‘γιατί γύρισες μαζί του πίσω;’.
Όταν τελείωσε, συνειδητοποίησα πως με είχε βιάσει. Ό,τι και αν του είπα αυτός δεν σταμάτησε. Όπως και να του είπα ότι δεν επιθυμώ αυτή την συνεύρεση δεν το άκουσε. Και τελικά είχα γίνει θύμα. Όταν σηκώθηκε από πάνω μου, έφυγα γρήγορα. Ανέβηκα στο δωμάτιο μου, η συναθλήτρια μου κοιμόταν. Έκανα μπάνιο, ένιωθα τόσο βρώμικη. Ήθελα να βγάλω τη σάρκα από πάνω. Ένιωθα ντροπιασμένη και πολύ θυμωμένη που δεν είχα αντιδράσει, που δεν τον είχα σπρώξει με όλη μου τη δύναμη. Είχε όμως γίνει».
«Ο παράγοντας αποφάσισε να επικοινωνήσει μαζί μου, ήθελε να με συναντήσει. Είχε συνηδητοποιήσει ότι ίσως να μίλαγα. Δεν ήθελα να τον συναντήσω, δεν τον εμπιστευόμουν. Θα μιλούσαμε σε δημόσιο χώρο. Συναντηθήκαμε στη Γλυφάδα, έξω από τα Αστέρια. Προσπαθούσε να δει πώς το έχω πάρει, πώς θα αντιδράσω. Το πρώτο που τον ρώτησα ήταν, πώς μπόρεσες να εκμεταλλευτείς την εμπιστοσύνη μου. Ήσουν σαν πατέρας μου, φαντάζεσαι να το έκανε κάποιιος στο παιδί σου; Το είχε συνηδητοποιήσει και προσπαθούσε να με φέρει σε ένα σημείο να μην αντιδρώ. Δέχτηκε να μην με ξαναπλησιάσει, δεν ξαναμιλήσαμε γα το θέμα».
«Τη στιγμή του βιασμού έχασα όση εκτίμηση είχα στον εαυτό μου»
«Συναντηθήκαμε πολλές φορές, σε διάφορες περιστάσεις, ήταν υπεύθυνος εθνικών ομάδων. Ωστόσο άλλαξε η στάση μου και η ζωή μου. Τη στιγμή του βιασμού στην Ισπανία, έχασα όση εκτίμηση είχα για τον εαυτό μου. Δεν μπορούσα να με συγχωρέσω που δεν αντέδρασα, δεν τον χτύπησα δεν το κατήγγειλα άμεσα».
«'Η θα μίλαγα κάποια στιγμή και θα ελευθέρωνα την ψυχή μου ή θα έχανα τον εαυτό μου. Δεν ήθελα να φύγω από την ιστοιοπλοΐα, είναι η ζωή μου. Γι' αυτό το έθαψα βαθιά μέσα μου το περιστατικό. Στην πορεία διάφορα συμβάντα, το έφεραν ξανά στην επιφάνεια. Ο θυμός γινόταν μεγαλύτερος, ερχόταν στον ύπνο μου. Έπρεπε να ελέγξω τον εαυτό μου»
«Μας σαμποτάρανε, έστηναν αγώνες...»
«Όταν πέρασε αυτό κι άρχισε να αλλάζει η συμπεριφορά μου απέναντί του, εκείνος γινόταν πιο επιθετικός. Με απαξίωνε. Μετά τους Ολυμπιακούς της Αθήνας, δεν είχαμε καμία βοήθεια, μας έλεγαν για νέους αθλητές που έρχονται. Μας σαμποτάρανε, υπήρχαν στημένοι αγώνες και είχα κάνει καταγγελίες. Πότε δεν δικαιώθηκα. Εξαφανίζονταν επιτροπές, εξαφανίζονταν χαρτιά. Όλοι στην Ομοσπονδία ήταν μια κλίκα και δεν θα βγάζαμε άκρη. Έτσι, επικεντρώθηκα στο αγωνιστικό, με απόσταση από την Ομοσπονδία».
«Δεν ήμουν παντρεμένη τότε. Το 2005 το συζήτησα με τον πρώην άντρα μου, τον Αντρέα Κοσματόπουλο. Όταν άκουσε για τον βιασμό, δεν το πίστευε, έμεινε έκπληκτος. Όταν του το είπα, τα συναισθηματά του έβγαλαν δυσφορία, Με ρωτούσε γιατί δεν το ανέφερα αμέσως κι αν υπήρχε κάποιος μάρτυρας. Ένιωθα εγκλωβισμένη και θυμωμένη. Πώς γίνεται ένας άνθρωπος να σε βιάζει και να μην σε πιστεύει κανένας. Αισθανόμουν φόβο και αγανάκτηση και το έθαψα πάλι».
«Στα χρόνια που περνούσαν, το είπα σε φίλους, συναθλητές, στην ψυχολόγο μου και ωρίμασε περισσότερο μέσα μου η ιδέα να το βγάλω προς τα έξω».
«Κατέθεσα το περιστατικό με αφορμή την υπόθεση Κακλαμανάκη»
«Όταν έγινε η αγωγή στον Κακλαμανάκη και όλοι οι αθλητές συσπειρωθήκαμε, μιλήσαμε μεταξύ μας και μείναμε έκπληκτοι με την ιστορία που είχε βιώσει ο καθένας. Δεν είχαμε κάνει τίποτα τόσα χρόνια. Ήταν η αφορμή να σκεφτώ καλά και να μιλήσω στη δικαιοσύνη».
«Όταν κλήθηκα σαν μάρτυρας για την υπόθεση του Κακλαμανάκη, κατέθεσα τον βιασμό, μίλησα για τον παράγοντα και έδωσα κάθε λεπτομέρεια. Ήμουν ήσυχη ότι έκανα αυτό που έπρεπε. Ήταν μια μάχη, εκτός θάλασσας, που πίστευα πως θα εξυγιάνει τον ελληνικό αθλητισμό».
«Την έπεφτε και σε 15χρονα»
«Πέρασε λίγος καιρός και παρακολούθησα μια συζήτηση που έγινε από το Ίδρυμα Ωνάση για τον εκφοβισμό, την κακοποίηση και τον σεξισμό. Ξαναθυμήθηκα την περίπτωσή μου όταν τυχαία κάποιος γονέας, με ρώτησε αν ξέρω τον τάδε (τον παράγοντα), και του είπα «δυστυχώς ναι». Μου απάντησε πως αυτός την πέφτει σε 15χρονα. Ήταν απίστευτο, μπορούσε να κακοποιεί κι άλλα παιδιά. Σκέφτηκα πως νομικά είχα κάνει αυτό που έπρεπε, αλλά ηθικά αυτός κυκλοφορούσε ελεύθερος».
«Έγραψα μετά ένα σχόλιο στο ίντερνετ για τον βιασμό μου. Δεν έγινε κάτι, μέχρι που κάποια μέρα χτύπησε το τηλέφωνο από το Marie Claire για να δώσω τη συνέντευξη. Δεν ήθελα να ταυτίσω αυτό το δραματικό γεγονός με τις επικείμενες εκλογές στην Ομοσπονδία. Ο λόγος, όμως, που βγήκα να το πω τώρα, είναι πως τώρα μπορώ να το διαχειριστώ, να μιλήσω με τα παιδιά μου, να πω σε άλλους ανθρώπους να μην φοβούνται. Θέλω να βοηθήσω να μπει όριο. Δεν μπλέκουμε το φλερτ με τον βιασμό. Άλλο ο έρωτας, άλλο το να μην θέλεις κάτι και να στο επιβάλλουν, να καταχράζονται την εξουσία που έχουν και να μην μπορείς να αντιδράσεις».