Στον δράστη δεν αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό, παρά το γεγονός ότι είχε προσπαθήσει να πείσει για τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετώπιζε
Στον δράστη δεν αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό, ενώ όσο και αν είχε προσπαθήσει στην αρχική διαδικασία να πείσει για τα ψυχολογικά προβλήματα τα οποία αντιμετώπιζε, ωστόσο δεν τα κατάφερε, καθώς η εισαγγελέας είχε προτείνει την ενοχή του σε ήρεμη ψυχική κατάσταση μιας και ο 50χρονος μετά την τέλεση της πράξης του και σε πλήρη διαύγεια είχε φροντίσει να καθαρίσει το όπλο με το οποίο αφαίρεσε την ζωή του κουνιάδου του και παράλληλα να το πετάξει στην Παλαιά Εθνική οδό στη Νέα Πέραμο.
Όπως εξηγεί στο protothema.gr η ποινικολόγος Γιάννα Παναγοπούλου η οικογένεια του θύματος αισθάνεται δικαιωμένη με την απόφαση αυτή καθώς «επειτα από μια αξιοπρεπέστατη διαδικασία στο ποινικό ακροατήριο, ολοκληρώθηκε σήμερα ο πολύμηνος νομικός αγώνας μας για λογαριασμό της οικογένειας. Προς υποστήριξη των κατηγοριών εις βάρος του κατηγορούμενου με την ομόφωνη ενοχή του, όπως κατηγορούνταν και την επιβολή του ανώτατου προβλεπόμενου των ποινών. Το δικαστήριο δεν έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του δράστη περί ελλείψεως ή μειωμένου καταλογισμού. Δέχτηκε ότι τέλεσε το έγκλημα του από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Η οικογένεια αισθάνεται δικαιωμένη με σεβασμό στη δικαιοσύνη».
«Αισθανόμουν άχρηστος και ασήμαντος»
Την περίοδο εκείνη εντύπωση είχε προκαλέσει, όπως είχε αποκαλύψει το protothema.gr, τα όσα είχε ισχυριστεί στην ανακρίτρια ο 50χρονος σωφρονιστικός υπάλληλος, ο οποίος δεν είχε διστάσει να ρίξει τις ευθύνες των ψυχολογικών του προβλημάτων στη σύζυγο και στην πεθερά του.
«Η σύζυγος μου δεν μου επέτρεπε να συναναστρέφομαι με τους φίλους μου με αποτέλεσμα να αποξενωθώ από όλους και τελικώς το μόνο που να κάνω στην καθημερινότητα μου είναι να εργάζομαι, να μεγαλώνω το παιδί μας και να αναλαμβάνω τις δουλειές του σπιτιού. Δεν δίσταζε να μου λέει “Θα σε φέρω στα μέτρα μου και θα σε κάνω ό,τι θέλω εγώ”. Τις αποφάσεις δε, για το σπίτι μας δεν τις παίρναμε από κοινού αλλά ήταν αποτέλεσμα των αποφάσεων της οικογένειας της συζύγου μου. Τη συμπεριφορά αυτή ανεχόμουν δίχως να διαμαρτύρομαι επειδή πίστευα στο γάμο μου, υπεραγαπούσα το παιδί μου και δεν ήθελα να το χάσω. Η κακή συμπεριφορά επιτάθηκε λίγο μετά τη γέννηση του παιδιού μας του οποίου την ανατροφή την είχα αποκλειστικά αναλάβει εγώ γιατί η σύζυγος μου απησχολείτο με τις εφημερίες στο νοσοκομείο και με την προετοιμασία της για την απόκτηση της ειδικότητας της.