«Το ζώο δεν δυσανασχέτησε, ξέραμε πώς θα το διαχειριστούμε» δήλωσε ο πρόεδρος του Κυνηγετικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης - Το αγριογούρουνο βρίσκεται πλέον σε περιοχή πίσω από το Ωραιόκαστρο
Το επόμενο βήμα ήταν η τοποθέτηση της παγίδας, ενός μεγάλου κλουβιού, μέσα στο πυκνό δάσος, με τις απαραίτητες λιχουδιές και μυρωδιές που θα μπορούσαν να τραβήξουν το ενδιαφέρον του αγριογούρουνου. Οι κυνηγοί γνώριζαν ήδη ότι τα αγριογούρουνα κρύβονται κατά τη διάρκεια της ημέρας και βγαίνουν το βράδυ προς αναζήτηση τροφής. Για να είναι, άλλωστε, προετοιμασμένοι ώστε να παρέμβουν την κατάλληλη στιγμή έστησαν, κοντά στην παγίδα, μια ασύρματη κάμερα με κάρτα που θα τους έστελνε φωτογραφία ή βίντεο τη στιγμή που θα ανίχνευε τις πρώτες κινήσεις.
Το καλαμπόκι που είχε τοποθετηθεί στο κλουβί έκανε, τελικά, τη δουλειά του και, μόλις άρχισε να σκοτεινιάζει, το αγριογούρουνο μπήκε στο κλουβί. «Την πρώτη φορά είδαμε το ζώο έξω από το κλουβί, μετά το είδαμε μέσα στο κλουβί πριν πέσει η πόρτα και μετά πήγε στο σημείο που θέλουμε να πάει για να μην τραυματιστεί κλείνοντας η καταπακτή. Αφήσαμε μισή ώρα περίπου το ζώο μόνο του να ηρεμήσει και να χαλαρώσει και μετά πήγαμε να το πάρουμε. Μετά το φορτώσαμε με προσεκτικές κινήσεις στο αυτοκίνητο, όπου συνέχισε να τρώει και αργότερα το απελευθερώσαμε στο κατάλληλο σημείο που υποδείξαμε», σχολιάζει ο κ. Παντελάκης.
Το αγριογούρουνο βρίσκεται πλέον στην περιοχή πίσω από το Ωραιόκαστρο και το αγρόκτημα του Κυνηγετικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, σε μια έκταση την οποία μπορούν να παρακολουθούν οι κυνηγοί, σε περίπτωση που χρειαστεί. Τα κριτήρια με τα οποία επιλέχθηκε το συγκεκριμένο σημείο για την απελευθέρωση του ζώου ήταν να πρόκειται για καταφύγιο άγριας ζωής, να απελευθερωθεί μακριά από την περιοχή όπου ζούσε για να μην επανέλθει στον αστικό ιστό, να υπάρχει τροφή και νερό και να συναντήσει άλλα ζώα για να μπορέσει να ομαδοποιηθεί.
«Το ζώο δεν δυσανασχέτησε, ξέραμε πώς θα το διαχειριστούμε», σχολιάζει ο κ. Παντελάκης και υπενθυμίζει ότι οι κυνηγοί καλούνται συχνά από τους αρμόδιους φορείς για συνεργασία. «Οι κυνηγοί πάντοτε προσφέρουμε στην κοινωνία, στο περιβάλλον και στον άνθρωπο, όπου υπάρχει κάποιο πρόβλημα που είτε δεν μπορούν να λύσουν οι υπηρεσίες, είτε δεν υπάρχουν η απαραίτητη γνώση ή ο εξοπλισμός, είτε πρόκειται για πλημμύρα, είτε για φωτιά, είτε για χιονόπτωση, είτε για τάισμα αγρίων ειδών πανίδας, είτε για έρευνα σε δύσβατες περιοχές για αγνοουμένους και άλλες υποθέσεις», εξηγεί.
«Εμείς ξέρουμε πού πρέπει να γίνει αυτό. Πού υπάρχει υπερπληθυσμός και όταν το είδος θα κυνηγηθεί από ένα μέρος, τα ζώα το γνωρίζουν ότι δεν πρέπει να ξαναπάνε εκεί. Υπάρχουν στο Σέιχ Σου, για παράδειγμα, γύρω στους 300 αγριόχοιροι. Είναι εφικτό να θηρευτούν οι 100 και οι υπόλοιποι θα φύγουν πριν θηρευτούν. Αυτή είναι μια λύση που θα μας διασφαλίσει τουλάχιστον για μια πενταετία», προσθέτει με νόημα.