Κατηγορούμενες η εν διαστάσει σύζυγός του και η κόρη του
Στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης δικάζονται σήμερα η 46χρονη και η 19χρονη κόρη της, που κατηγορούνται για την άγρια δολοφονία του 49χρονου εν διαστάσει συζύγου της πρώτης και πατέρα της δεύτερης.
Η οικογενειακή τραγωδία αποκαλύφθηκε τον Ιούνιο του 2020 στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης, με την κόρη να ισχυρίζεται κατά την κατάθεσή της στους αστυνομικούς ότι προέβη στην πράξη επειδή το θύμα την κακοποιούσε σεξουαλικά από την ηλικία των 14 ετών.
Οι δύο γυναίκες θα καθίσουν στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου κατηγορούμενες για από κοινού ανθρωποκτονία εκ προθέσεως σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Το ανώτατο όριο των 18 μηνών της προσωρινής τους κράτησης εκπνέει σε επτά μέρες. Κρατούνται όλο αυτό το διάστημα η μεν 46χρονη στις Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού, η δε 19χρονη στις Γυναικείες Φυλακές Ελαιώνα Θηβών.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του αρμόδιου Δικαστικού Συμβουλίου, ο 49χρονος οδηγός ταξί βρέθηκε κατακρεουργημένος πάνω στο κρεβάτι του δωματίου του από τον γιο του. Βάσει των ευρημάτων του ιατροδικαστική έφερε 17 θανατηφόρα τραύματα από μαχαίρι στον λαιμό και άλλα τέσσερα στο πρόσωπα, ενώ ο θάνατός του ήταν ακαριαίος. Το μαχαίρι με το οποίο τελέστηκε το έγκλημα βρέθηκε σε φρεάτιο υπονόμου επί της οδού Παπαναστασίου, στην άλλη πλευρά της Θεσσαλονίκης, όπου το είχε πετάξει η 19χρονη, η οποία και υπέδειξε το συγκεκριμένο σημείο.
Απολογούμενη στον Ανακριτή, η 46χρονη αποδέχθηκε πως ήταν απλώς συνεργός στο φονικό, επικαλούμενη ως αιτία αφενός μεν τα όσα φέρεται να αποκάλυψε η κόρη της περί βιασμού (με το πιο πρόσφατο περιστατικό τρεις μέρες πριν από το έγκλημα), αφετέρου δε κακοποιητική συμπεριφορά, που σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της είχε υποστεί η ίδια στο παρελθόν από τον πρώην σύζυγό της (βρισκόταν σε διάσταση αλλά επέστρεψε στο οικογενειακό σπίτι κατόπιν παρότρυνσης του θύματος). Επιπλέον επικαλέστηκε σοβαρά προβλήματα υγείας και λήψη φαρμάκων, οι παρενέργειες των οποίων την εμπόδισαν να αποτρέψει την τέλεση του εγκλήματος.
Από την πλευρά της, η θυγατέρα της αποδέχθηκε αρχικά τις εις βάρος της αποδιδόμενες πράξεις (διώκεται επιπλέον για παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία), περιγράφοντας τον εφιάλτη που φέρεται να βίωνε. Στη συνέχεια όμως και συγκεκριμένα τρεις μήνες αργότερα, σε συμπληρωματική της απολογία, άλλαξε εκ διαμέτρου τη στάση της, αναφέροντας ότι δεν σκότωσε εκείνη τον πατέρα της, αλλά η μητέρα της και πως ουδέποτε βιάστηκε ή υπέστη ασελγείς πράξεις και χειρονομίες από το θύμα.
«Όλα αυτά είναι αποκυήματα και τεχνάσματα της μητέρας μου, η οποία τον παρουσίαζε ως “τέρας”, τον μισούσε θανάσιμα, μελετούσε τρόπους να τον σκοτώσει...», φαίνεται να είπε.
Κατά την ίδια απολογία ανέφερε, εξάλλου, ότι η 46χροπη τής ζήτησε «να "το πάρει πάνω της" γιατί οι δικαστές θα τη λυπηθούν επειδή είναι μικρή κι αν πουν ότι την κακοποιούσε», όπως επίσης ότι η μητέρα της «είναι χειριστική και ότι στη φυλακή της στέλνει οδηγίες να μην αλλάξει την κατάθεσή της».
Οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί όμως απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι και με συγκεκριμένη εισαγγελική αιτιολογία στο βούλευμα, με το οποίο παραπέμφθηκαν να δικαστούν, αναφέρεται: «... συζήτησαν και συμφώνησαν για τη θανάτωση του πατέρα και συζύγου αντίστοιχα. Η θυγατέρα πήρε το μαχαίρι χωρίς να αφήσει κανένα περιθώριο αντίστασης στο θύμα (που εκείνη την ώρα κοιμόταν) καταφέροντας διαδοχικά πλήγματα και σταμάτησε όταν βεβαιώθηκε ότι ήταν νεκρός».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ