«Αν λάβουμε υπόψη ότι στην Ελλάδα κατά μέσο όρο γίνεται ετησίως ένας σεισμός μεγέθους 6 ή μεγαλύτερου και το 2022 δεν τον είχαμε, αντιλαμβανόμαστε ότι τα πιο δύσκολα είναι μπροστά μας». Ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος γράφει στο iEidiseis.
Όχι, ο τίτλος αυτού του άρθρου δεν είναι υπερβολικός. Δεν ισχυρίζομαι ότι ο Εγκέλαδος παραμονεύει επειδή αυτή η χώρα έχει πολύ υψηλή σεισμικότητα και συχνά δέχεται τα χτυπήματα ισχυρών σεισμών. Αυτό όλοι το γνωρίζουν. Ο Εγκέλαδος παραμονεύει και για το λόγο ότι η αντισεισμική πολιτική της χώρας συνεχώς φθίνει, τείνει να καταστεί κατώτερη των περιστάσεων. Ελπίζω να βρω χρόνο να επανέλθω στο κρίσιμο αυτό θέμα σύντομα. Προς το παρόν προέχει να δούμε με ψυχραιμία, σύνεση, γνώση αλλά και τόλμη την τρέχουσα σεισμική συγκυρία, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ήδη έχουμε «ανοιχτές» τρεις διαφορετικές σεισμικές ακολουθίες στην Εύβοια με σχετικώς μικρά μεγέθη που δεν υπερβαίνουν το 5. Αν τα μεγέθη μεγαλώσουν τότε ενδέχεται να απειληθεί και η Αττική. Με τη χρονική σειρά που διαδοχικά ενεργοποιήθηκαν, οι τρεις εστίες εντοπίζονται στη νότια Εύβοια (Ζάρακες-Νέα Στύρα, 29 Νοεμβρίου 2022, μέγεθος 5), στα Ψαχνά (28 Δεκεμβρίου 2022, μέγεθος 5), στο δυτικό τμήμα της κεντρικής Εύβοιας και στην περιοχή Λιμνιώνα-Βλαχιά (4 Ιανουαρίου 2023, μέγεθος 4,3) στο ανατολικό τμήμα της κεντρικής Εύβοιας. Σε κά
Από το χάρτη των επικέντρων ουδεμία αμφιβολία προκύπτει ότι οι τρεις εστίες είναι διαφορετικές και ανεξάρτητες. Πράγματι, παρατηρούμε ότι τα τρία «νέφη» επικέντρων κατανέμονται σε σημαντικά μεγάλες αποστάσεις μεταξύ τους με τρόπο που ακυρώνει πλήρως την άποψη ότι οι σεισμοί στην περιοχή Λιμνιώνα-Βλαχιά αποτελούν μετασεισμούς της περιοχής Ψαχνών. Δυστυχώς, αυτή η μη ορθή άποψη διατυπώθηκε σε ΜΜΕ από «αρμόδια» χείλη, μαρτυρώντας ή άγνοια βασικών γνώσεων σεισμολογίας ή διάθεση «εφησυχασμού» της κοινής γνώμης. Ο εφησυχασμός βεβαίως πρέπει να διατυπώνεται, αλλά μόνο όταν το υποδεικνύουν τα επιστημονικά δεδομένα. Αλλιώς οδηγούμαστε σε παραχάραξη της επιστήμης.
Εικόνα των σεισμικών επικέντρων στην ευρύτερη περιοχή της Εύβοιας από τις 29.11.2022 έως την 6.1.2023 (πηγή Εθνικό Αστεροσκοπείο). Παρατηρούμε ότι εκτός από τη διάσπαρτη σεισμικότητα, οι σεισμοί συγκεντρώνονται στις τρεις ξεχωριστές εστίες της νότιας Εύβοιας, των Ψαχνών στη δυτική-κεντρική Εύβοια και στην ανατολική-κεντρική Εύβοια. Διακρίνεται επίσης η σεισμική δράση στην περιοχή της Θήβας η οποία εξακολουθεί να είναι ενεργή.
Αλλά πώς ξεκίνησε και πώς εξελίχθηκε η σεισμική δράση που έχει βάλει σε σκέψεις τον πληθυσμό τόσο της Eύβοιας όσο και της Αττικής; Όλα άρχισαν στις 29 Νοεμβρίου του 2022. Το ξημέρωμα εκείνης της ημέρας η Εύβοια αλλά και η Αττική βίωσαν μια έντονη σεισμική δόνηση με μέγεθος 4,7, η οποία προήλθε από την άγνωστη μέχρι τότε σεισμική εστία στη νότια Εύβοια, στην περιοχή Ζάρακες-Νέα Στύρα. Η δημόσια επικοινωνία, για την πιθανή πορεία της σεισμικής ακολουθίας και για το επίπεδο του σεισμικού κινδύνου, υπήρξε δύσκολη. Οι σεισμολόγοι κληθήκαμε να διατυπώσουμε δημόσιες απόψεις κάτω από συνθήκες υψηλής αβεβαιότητας, η οποία προέκυψε από το γεγονός της έλλειψης γνώσεων τόσο για το σεισμικό ιστορικό όσο και για τα ενεργά γεωλογικά ρήγματα της περιοχής. Βαδίζαμε σε «αχαρτογράφητα ύδατα».
Εκείνη τη στιγμή χρειαζόταν ψύχραιμη φωνή, βασισμένη σε εμπειρία και γνώση που να προκύπτει από την εξειδίκευση, την οποία πρέπει να διαθέτει ο επιστήμονας, και όχι από την «υποχρέωση» να παίξουμε το ρόλο του «επαγγελματία» εφησυχαστή, προκειμένου να «ευχαριστήσουμε» την όποια πολιτική ηγεσία θα είχε ενδεχομένως την ανάγκη μιας τέτοιας «εξυπηρέτησης». Η δυσκολία επιτάθηκε από το γεγονός ότι από τα τέλη Μαΐου του 2022 είχε τελειώσει η θητεία της Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου, και συνεπώς δεν υπήρχε τυπικά η δυνατότητα συλλογικής εξέτασης του θέματος. Επί έξι μήνες τόσο ο ΟΑΣΠ όσο και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτικής Προστασίας αναζητούσαν τρόπο συγκρότησης νέας επιτροπής. Επί έξι ολόκληρους μήνες! Από το 1992 που θεσμοθετήθηκε αυτή η επιτροπή, ουδέποτε άλλοτε υπήρξε ένα τέτοιο κενό. Οι λόγοι για τους οποίους έγινε αυτό θα αναλυθούν σε άλλο χρόνο.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ακούσαμε την εντελώς αβάσιμη εκτίμηση που ήρθε και πάλι εφησυχαστικά από «αρμόδια χείλη»: «Κατά πάσα πιθανότητα αυτός ήταν ο κύριος σεισμός». Η φύση, όμως, έστω και άθελά της ειρωνεύεται, αν δεν εξευτελίζει. Το ίδιο βράδυ, λίγο μετά τις 10, όλη η Εύβοια και η Αττική κουνήθηκαν και πάλι από ακόμη μεγαλύτερο σεισμό μεγέθους 5. Αυτός ήταν ο κύριος. Την επόμενη μέρα η πολιτική ηγεσία θορυβημένη επιτάχυνε τις διαδικασίες και την 1η Δεκεμβρίου του 2022 κυκλοφόρησε το ΦΕΚ με τη νέα Επιτροπή Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου.
Ακολούθησαν πολλοί μετασεισμοί έως ότου ενεργοποιήθηκε νέα εστία στα Ψαχνά στις 28 Δεκεμβρίου με μέγεθος επίσης 5. Από μέρες έχω διατυπώσει και αρμοδίως αλλά και δημόσια την άποψη ότι η μετασεισμική ακολουθία βαίνει φυσιολογικά και ομαλά. Ο σεισμός μεγέθους 4,3 στο Λιμνιώνα στις 4 Ιανουαρίου έθεσε νέους προβληματισμούς δεδομένου ότι σήμανε την ενεργοποίηση νέας εστίας.
Πού πορευόμαστε; Ας συνοψίσουμε. Στα Ψαχνά μέχρι τώρα η μετασεισμική ακολουθία είναι φυσιολογική. Στο Λιμνιώνα ακόμη είναι νωρίς να αποφανθούμε, τα δεδομένα είναι σχετικώς λίγα. Στη νότια Εύβοια υπάρχουν ανοιχτά θέματα, τα οποία προς το παρόν θα ήταν ορθό να μην αναπτυχθούν, αν και έχουν τεθεί αρμοδίως.
Η τρέχουσα σεισμικότητα επιβάλλει προσεκτική αξιολόγηση από τους επιστήμονες και σύγχρονη επιχειρησιακή αντιμετώπιση. Όσο για τη μελλοντική πορεία των σεισμικών φαινομένων ας μην ξεχνάμε ότι το 2022 πέρασε χωρίς ούτε έναν σεισμό μεγέθους μεγαλύτερο του 5,5. Αν λάβουμε υπόψη ότι στην Ελλάδα κατά μέσο όρο γίνεται ετησίως ένας σεισμός μεγέθους 6 ή μεγαλύτερου, αντιλαμβανόμαστε ότι τα πιο δύσκολα είναι μπροστά μας. Επ΄ αυτών, όμως, θα επανέλθω.
Πηγή: iEidiseis.gr