Στις 14 Ιανουαρίου, την ημέρα που όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στο Τατόι και στις «πυρετώδεις» προετοιμασίες που ήταν σε εξέλιξη για την κηδεία του Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ και την υποδοχή των υψηλών καλεσμένων, υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού, μία άλλη σημαντικότερη είδηση περνούσε εκείνη τη στιγμή στα ψιλά…
Στις 15:45 η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, κυρία Λίνα Μενδώνη έθετε σε δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου το οποίο επρόκειτο να αλλάξει το νομικό καθεστώς πέντε εκ των μεγαλύτερων μουσείων της χώρας. Πιο συγκεκριμένα άλλαζε το νομικό καθεστώς στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο και στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού. Πιο συγκεκριμένα με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, τα μουσεία αυτά μετατρέπονται σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ).
Η δημόσια διαβούλευση για το νομοσχέδιο ολοκληρώθηκε το Σάββατο 18 Ιανουαρίου με μόλις πέντε θετικά σχόλια από τα συνολικά 318 που καταχωρήθηκαν και το νομοσχέδιο έφτασε τελικά στη Βουλή όπου υπερψηφίστηκε στις 13 Φεβρουαρίου από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Mόνο οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ψήφισαν υπέρ.
Εκσυγχρονισμό υπόσχεται η κυβέρνηση
Για το τι πραγματικά συνεπάγεται η αλλαγή στο νομικό καθεστώς των μουσείων οι απόψεις διίστανται. Από την μία πλευρά η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με το νέο καθεστώς τα μουσεία αυτά εκσυγχρονίζονται και αποκτούν ευελιξία ώστε να μπορούν να παρακάμπτουν γραφειοκρατικές διαδικασίες και να προχωρούν σε συνεργασίες με μεγάλα ιδρύματα του εξωτερικού, ενώ από την άλλη αρχαιολογικοί φορείς μιλούν για καταστροφικό νομοσχέδιο που αποκόπτει πέντε από τα σημαντικότερα μουσεία της χώρας από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και πρακτικά συνθλίβει την ενιαία προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς με στόχο να γίνουν τα μουσεία κυβερνητικά «υποχείρια».
Σύμφωνα με την κυβέρνηση, τα μουσεία τελικά θα αυξήσουν με τον τρόπο αυτόν τα έσοδά τους, τα οποία σύμφωνα με το σχέδιο νόμου θα «χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση των σκοπών τους».
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, τα πέντε μουσεία θα μπορούν να συνεργάζονται πλέον με αντίστοιχα πολιτιστικά ιδρύματα του εξωτερικού και θα τους παρέχεται η δυνατότητα να ιδρύουν παραρτήματα ξένων μουσείων στους χώρους τους. Την ίδια στιγμή, όπως συμβαίνει και με το μουσείο Ακρόπολης το οποίο βρίσκεται σε παρόμοιο καθεστώς από την ίδρυσή του, θα μπορούν και να λαμβάνουν χορηγίες από ιδιώτες. Η υπουργός Πολιτισμού κυρία Μενδώνη έχει από την πλευρά της δίνει διαβεβαιώσεις πως δεν τίθεται θέμα κλεισίματος οποιουδήποτε μουσείου ακόμα και αν βρεθεί μπροστά σε προβλήματα οικονομικής φύσεως.
Με το νέο νομοσχέδιο όργανα διοίκησης των νέων μουσείων θα είναι ένας Γενικός Διευθυντής που θα ορίζεται μετά από διεθνή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος ενώ θα υπάρχει και ένα επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο. Ο Γενικός Διευθυντής με ρόλο manager θα διορίζεται από το υπουργείο μετά από απόφαση επταμελούς Επιτροπής για τριετή θητεία, η οποία θα μπορεί να ανανεώνεται ακόμα δύο φορές.
Το πρόβλημα στο συγκεκριμένο σχήμα κατά τους αρχαιολόγους είναι πως δεν ορίζεται σε κανένα σημείο πως στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου θα πρέπει να υπάρχουν επιστήμονες - αρχαιολόγοι.
Οι έντονες αντιδράσεις των αρχαιολόγων
Οι αντιδράσεις για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και τις αλλαγές που φέρνει στα μουσεία είναι πολλές και έντονες, με τους αρχαιολόγους και τους εργαζόμενους των μουσείων να προχωρούν σε μαζικές κινητοποιήσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Ηράκλειο τις τελευταίες εβδομάδες.
«Αν όντως η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού είχε σκοπό να λάβει υπόψη της τη διαβούλευση, θα απέσυρε το σχέδιο νόμου», σχολίαζε ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων πριν ακόμα το νομοσχέδιο εγκρίνει την μετατροπή των Μουσείων σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου.
Σε παλαιότερη ανακοίνωσή του ο Σύλλογος έκανε την θέση του απολύτως ξεκάθαρη απέναντι στην αλλαγή του καθεστώτος των μουσείων: «Η κυβέρνηση έχει την πρόθεση να διαλύσει τα δημόσια Μουσεία… Τα μετατρέπει σε κυβερνητικά υποχείρια, με διορισμένα ΔΣ που θα αποφασίζουν για τη διαχείριση των σπουδαίων θησαυρών των μουσείων μας, τα αποκόπτει από τον κορμό της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας διαλύοντας την ενιαία προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς» τόνιζε σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και υπογράμμιζε: «Στόχος είναι τα δημόσια Μουσεία να γίνουν μουσεία της ελίτ, να ιδιωτικοποιηθούν οι λειτουργίες τους και να βάζει το χέρι στην τσέπη ο εργαζόμενος λαός για να τα επισκεφτεί».
Σύλλογος Αρχαιολόγων: Η υπουργός αποκρύπτει την αλήθεια
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έχει ξεκαθαρίσει την θέση του επανειλημμένα απέναντι στην εφαρμογή του εν λόγω νομοσχεδίου καθώς θεωρεί ότι είναι «υποκριτικά» τα όσα αναφέρονται από το υπουργείο περί «εκσυγχρονισμού». Οι αρχαιολόγοι υπογραμμίζουν ότι τα ελληνικά μουσεία πρωτοπορούν και βραβεύονται για το έργο τους και οι δράσεις που αναγνωρίζεται από πολίτες και επιστήμονες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Σύμφωνα με τον σύλλογο, 487 εξέχουσες προσωπικότητες από 26 χώρες του κόσμου καθώς και όλοι οι αρχαιολόγοι των Κρατικών Μουσείων του Βερολίνου έστειλαν επιστολές στον Πρωθυπουργό για να μην περάσει το νομοσχέδιο τονίζοντας ότι «θα είχε τα πλέον ανεπιθύμητα επακόλουθα για το μέλλον των μουσείων και την αρχαιολογική δραστηριότητα στην Ελλάδα».
«Τα πέντε μεγάλα δημόσια Μουσεία δεν χρειάζονται «ημέτερους» που θα τα απομυζούν. Χρειάζονται τόνωση του δημόσιου χαρακτήρα, πραγματική ενίσχυσή τους με οικονομικούς πόρους και μόνιμο προσωπικό, για να επεκτείνουν το έργο τους», τόνιζαν οι αρχαιολόγοι.
Το κρίσιμο ζήτημα δανεισμού των αρχαιοτήτων
Ένα από τα σημεία του νομοσχεδίου που προκάλεσε τις σημαντικότερες αντιδράσεις έχει να κάνει με την εξαγωγή ελληνικών αρχαιοτήτων στο εξωτερικό. Οι αρχαιολόγοι σημειώνουν ότι το συγκεκριμένο σημείο του νομοσχεδίου είναι σκόπιμα ασαφές και για αυτό κρίνεται «ιδιαίτερα επικίνδυνο».
Η διάταξη προβλέπει την δυνατότητα ίδρυσης «παραρτημάτων στο εσωτερικό και το εξωτερικό» μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του εκάστοτε Μουσείου στον Υπουργό Πολιτισμού. Σύμφωνα με τον ΣΕΑ με αυτόν τον τρόπο μπορεί να δικαιολογηθεί η μακροχρόνια εξαγωγή αρχαιοτήτων στο εξωτερικό για απροσδιόριστο χρόνο με τον «μανδύα του παραρτήματος».
Κατά τους αρχαιολόγους το νέο νομοσχέδιο παρακάμπτεται η ελληνική Βουλή και εκείνοι που θα αποφασίζουν για το ζήτημα του «δανεισμού» των αρχαιοτήτων θα είναι το Διοικητικό Συμβούλιο και οι υπουργοί. Παράλληλα, πλέον η εξαγωγή μπορεί να αφορά και τα εκθέματα των ελληνικών Μουσείων τα οποία ως τώρα η Αρχαιολογική Υπηρεσία θεωρούσε «αμετακίνητα».
Το ίδιο καθεστώς ισχύει στο Μουσείο της Ακρόπολης όμως και εκεί και οι εργαζόμενοι διαμαρτύρονται
Εργαζόμενοι του Μουσείου Ακρόπολης, το οποίο λειτουργεί με το ίδιο καθεστώς στάθηκαν και εκείνοι απέναντι στις αλλαγές που έφερε το νομοσχέδιο «Μενδώνη», με τον Σύλλογο Εργαζομένων (ΣΕΜΑ), να υπογραμμίζει πως η οικονομική αυτοτέλεια του Μουσείου Ακρόπολης αφενός δεν ισχύει πάντα και αφετέρου οφείλεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και όχι στο γεγονός ότι ανήκει στο καθεστώς των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
«Η 13χρονη εμπειρία μας ως εργαζομένων σε ένα μουσείο που λειτουργεί ως ΝΠΔΔ μας έχει δείξει καθετί αρνητικό που αφορά τη λειτουργία ενός τέτοιου οργανισμού», ανέφεραν με ανακοίνωσή τους οι εργαζόμενοι καταγγέλλοντας πως υπονομεύεται ο ρόλος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και ο δημόσιος χαρακτήρας των μουσείων που γίνονται «υποχείρια» της εκάστοτε κυβέρνησης και παράλληλα δημιουργούνται προϋποθέσεις για ιδιωτικοποίηση των μουσείων.
Τι απάντησε η Λίνα Μενδώνη στις κατηγορίες
Μιλώντας στην Βουλή κατά τη διάρκεια της ψήφισης του νομοσχεδίου, η υπουργός Πολιτισμού απάντησε στις καταγγελίες της αντιπολίτευσης και των αρχαιολόγων υποστηρίζοντας ότι στην πραγματικότητα το εν λόγω νομοσχέδιο δεν φέρνει καμία διαφοροποίηση στην διαχείριση των αρχαιοτήτων που φιλοξενούνται στα πέντε συγκεκριμένα μουσεία και για τους αρχαιολογικούς τους θησαυρούς θα ισχύει ότι ακριβώς και στα υπόλοιπα μουσεία της χώρας. Παράλληλα ανέφερε ότι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ έχουν τεθεί υπέρ την μετατροπής μουσείων της χώρας σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου στο παρελθόν.
Αναφορικά με την κατηγορία ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο προωθεί τον «δανεισμό» των αρχαιοτήτων στο εξωτερικό, η υπουργός σημείωσε ότι η προσωρινή εξαγωγή μνημείων -βραχύχρονη ή μακρόχρονη- πράγματι επιτρέπεται, όχι όμως από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αλλά από τον αρχαιολογικό νόμο του 2002. «Μπορεί να επιτραπεί η προσωρινή εξαγωγή μνημείων με σκοπό την έκθεσή τους σε μουσειακούς ή παρεμφερείς χώρους εφόσον παρέχονται επαρκείς εγγυήσεις … και αφού σταθμιστεί η σημασία της έκθεσης για την προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας», σημείωσε η υπουργός, αναφερόμενη στον αρχαιολογικό νόμο, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι η μόνιμη εξαγωγή των μνημείων απαγορεύεται και πως ο χρόνος δανεισμού προσδιορίζεται από το ίδιο το υπουργείο.
Αναφορικά με τις διαμαρτυρίες τόσο των αρχαιολόγων όσο και των σωματείων εργαζομένων των μουσείων, η υπουργός προσπάθησε να τις υποβαθμίσει, σημειώνοντας πως μόλις το 15% του ΥΠΠΟΑ συμμετέχει σε αυτές, ενώ παράλληλα άφησε σαφή υπονοούμενα πως είναι υποκινούμενες διότι ξεκίνησαν πριν γίνει γνωστό το περιεχόμενο του νομοσχεδίου.
Πηγή: ethnos.gr