Του Γιώργου Κατσάμπουλα
Το μουσείο καφενείο – παντοπωλείο του Τζίπρα, με τις κούκλες βιτρίνας για πελάτες δεν κατάφερε να ξεφύγει από τα περιοριστικά μέτρα του ιού.
Ο κορωνοϊός έχει, αναμφίβολα, φέρει τα πάνω – κάτω στις ζωές όλων μας. Με μια μικρή δόση φαντασίας και χιούμορ όμως, μπορούμε να μετουσιώσουμε την θλιβερή όψη της νέας πραγματικότητας, ανάγοντάς την σε ένα νοερό αντίδοτο, ξορκίζοντας το κακό.
Πολλές φορές η τέχνη αντιγράφει την πραγματικότητα, εμπνέεται από αυτή και ο καλλιτέχνης, ως ένας άλλος γλύπτης, παίρνει τα εργαλεία του και σμιλεύει μιαν άλλη εικόνα, που πολλές φορές έρχεται για να συμπληρώσει, να καυτηριάσει και να συνθέσει μια νέα πραγματικότητα.
Το σουρεαλιστικό καφενείο - παντοπωλείο και μουσείο, που βρίσκεται ανάμεσα στο Θολό και στο Λέπρεο στο δρόμο για την Νέα Φιγαλεία, φαίνεται ότι δεν κατάφερε να ξεφύγει από τα μέτρα καταπολέμησης του κορωνοϊού.
Αυτό το μοναδικό μουσείο, έχει για πελάτες κούκλες βιτρίνας, φτιαγμένες και ντυμένες από σκουπίδια και κάθε λογής υλικό, οι οποίες ζουν την καθημερινότητα τους πίνοντας, καπνίζοντας, διαβάζοντας, απολαμβάνοντας την συμβίωση τους σε αυτό το ξεχωριστό καφενείο - παντοπωλείο.
Τα μέτρα όμως για χρήση μάσκας και ο περιορισμένος αριθμός ατόμων, φαίνεται να έχει απασχολήσει τους πελάτες, όπως φαίνεται στις φωτογραφίες.
Το μικρό, ειδυλλιακό σπίτι κάτω από την κληματαριά, που άλλοτε έσφυζε από ζωή, με τις πολλές κούκλες έξω στην αυλή, στα μπαλκόνια, στα παράθυρα και μέσα στο ίδιο το σπίτι, σεβόμενο τα μέτρα για την εξάπλωση του ιού, απέφυγε και αυτό, με την σειρά του, τον συνωστισμό σε εξωτερικούς χώρους.
Το αλλόκοτα ξεχωριστό και σουρεαλιστικό θέαμα του μουσείου καφενείου – παντοπωλείου, εναρμονισμένο με τις νόρμες τις εποχής, φαίνεται να δίνει την δική του χιουμοριστική προσέγγιση για την καθημερινότητα μας.
Σε μια εποχή, που ο πεσιμισμός είναι ένα από τα κυρίαρχα συναισθήματα, με τραγικές εικόνες να φιγουράρουν σε όλα τα μέσα, ίσως η εικόνα του μουσείου καφενείου – παντοπωλείου να μας διδάσκει πως έφτασε η ώρα να κάνουμε το κλάμα μας τραγούδι.