Υποχρεωτική στείρωση δεσποζόμενων ζώων, μεταφορά αρμοδιοτήτων στο υπουργείο Εσωτερικών, διευρυμένος ρόλος των ζωοφιλικών σωματείων και ασαφής χρηματοδότηση των δήμων τα μεγάλα «αγκάθια»
«Η στείρωση δεσποζόμενων ζώων μπορεί να ενθαρρύνεται ή να επιδοτείται, αλλά δεν επιβάλλεται». Με τα λόγια αυτά ο επίκουρος καθηγητής του τμήματος Κτηνιατρικής του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Χαράλαμπος Βερβερίδης επανέλαβε για ακόμα μία φορά την αντίθεση του κτηνιατρικού κλάδου στην υποχρεωτική στείρωση των δεσποζόμενων ζώων, η οποία αποτελεί μία από τις βασικές αρχές του σχεδίου νόμου του υπουργείου Εσωτερικών για τα ζώα συντροφιάς στο πλαίσιο διαδικτυακής ημερίδας που διοργάνωσε το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο.
Ο ίδιος σημείωσε ότι αν και υφίσταται θεσμικό πλαίσιο στην Ελλάδα, έχει αποτύχει να εφαρμοστεί καθώς δεν μπόρεσε να προχωρήσει ούτε η απλή καταγραφή στο Μητρώο των ιδιόκτητων ζώων συντροφιάς καθώς απουσίαζε η σχετική βούληση τόσο από τους ιδιοκτήτες όσο και από την Πολιτεία.
Αλλά και στη διαχείριση των αδεσπότων καταγράφηκαν σημαντικές αστοχίες δεδομένου ότι «υπάρχουν εστίες τρομερής συσσώρευσης σκύλων συνήθως στα όρια μεταξύ δήμων, σε λόφους, σε ρέματα, σε νταμάρια όπου και ορισμένες φορές αναπτύσσεται αγελαία επιθετική συμπεριφορά, για την οποία όμως όλοι δηλώνουν αναρμόδιοι πετώντας το μπαλάκι ο ένας στον άλλον».
Το σύνολο των φορέων που συμμετείχαν μέσω εκπροσώπων τους στην ημερίδα εμφανίστηκε ιδιαίτερα δυσαρεστημένο από το γεγονός ότι δε συμμετείχαν ούτε ερωτήθηκαν κατά την νομοπαρασκευαστική διαδικασία.
«Είναι προφανής η ανάγκη αντιμετώπισης των προβλημάτων στο ζήτημα ειδικά των αδεσπότων ζώων συντροφιάς. Ωστόσο οι όποιες αλλαγές θα πρέπει να τύχουν της αποδοχής της επιστημονικής κοινότητας» σημείωσε ο πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ, Σπύρος Μάμαλης προσθέτοντας ότι ειδικά «η μεταφορά αρμοδιοτητων της διαχείρισης ζώων συντροφιάς από τους δήμους σε ΜΚΟ «μειώνει τη δυνατότητα ελέγχου εκ μέρους του κράτους και των αρμόδιων επιστημόνων».
Σε βασικό «αγκάθι» αναδείχθηκε από τους ομιλητές η πρόσφατη μεταφορά με Προεδρικό Διάταγμα αρμοδιοτήτων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΥΠΑΑΤ) στο υπουργείο Εσωτερικών, η οποία σύμφωνα με το ΓΕΩΤΕΕ «αποδυναμώνει τον έλεγχο των ζωοανθρωπονόσων, χωρίς την μέριμνα για πρόσληψη επιστημονικού και λοιπού προσωπικού στις αρμόδιες κεντρικές υπηρεσίες και στις υπηρεσίες των Δήμων». Κι αυτό την ώρα που σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι αρμοδιότητες της κεντρικής αρμόδιας αρχής των ζώων συντροφιάς και ειδικότερα της υγείας και προστασίας αυτών σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες των Παγκόσμιων Οργανισμών και ειδικά του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων, ανήκουν στα αντίστοιχα υπουργεία και στις δομές που βρίσκονται οι κεντρικές κτηνιατρικές υπηρεσίες.
Αγνοήθηκαν οι δήμοι
Νέες υποχρεώσεις με ασαφείς πόρους, οι οποίοι θα μπορούσαν να τις υποστηρίξουν περιλαμβάνουν οι διατάξεις του νομοσχεδίου, όπως επεσήμανε ο Γρηγόρης Γουρδομιχάλης, εκπρόσωπος της ΚΕΔΕ και πρόεδρος του Περιβαλλοντικού Συνδέσμου Δήμων Αθήνας – Πειραιά, ο οποίος λειτουργεί και το Διαδημοτικό Κέντρο Περίθαλψης Αδέσποτων Ζώων (ΔΙΚΕΠΑΖ) από το 2003: «Σε όλα αυτά τα χρόνια το ΔΙΚΕΠΑΖ έχει περιθάλψει περισσότερα από 40.000 αδέσποτα ζώα. Παρόλο αυτά η συσσωρευμένη μας εμπειρία αγνοήθηκε. Το υπουργείο Εσωτερικών δεν έλαβε καθόλου υπόψη την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Το νομοσχέδιο καταρτίστηκε με συνεννόηση του αρμόδιου υφυπουργού μόνο με κάποιους εκροσώπους ζωοφιλικών οργανώσεων», σημείωσε.
Ο ίδιος τόνισε ότι το νομοσχέδιο κινδυνεύει να καταλήξει μη εφαρμόσιμο δεδομένου πως σε ό,τι αφορά τους δήμους και τη διαχείριση των αδέσποτων απ΄αυτούς, δεν υπάρχει συγκεκριμένη δέσμευση για το ύψος της ετήσιας χρηματοδότησης και τον τρόπο κατανομής της. Πολιτική χωρίς χρήματα δεν υπάρχει» είπε χαρακτηριστικά.
Εφερε μάλιστα ως παράδειγμα το ετήσιο κόστος λειτουργίας ενός καταφυγίου που φιλοξενεί 100 ζωα τα οποία δε χρήζουν βαρέων ιατρικών πράξεων (χειρουργεία, κλπ) τονίζοντας ότι υπερβαίνει τα 100.000 ευρώ. Μιλώντας για το ΔΙΚΕΠΑΖ, στο οποίο συμμετέχουν είκοσι δήμοι ανέφερε ότι δαπανώνται περί τα 800.000 ευρώ το χρόνο για την περίθαλψη των ζώων και ενώ το σύνολο των δαπανών είναι επιλέξιμες δεδομένου ότι αφορούν φάρμακα, αμοιβές ιατρών, κλπ, το κράτος ενώ οφείλει να επιστρέφει το 70%, περιορίστηκε στην απόδοση 80.000 ευρώ πέρυσι και 40.000 ευρώ φέτος: «Αναγκαστήκαμε να αδρανοποιήσουμε όλες τις άλλες δράσεις μας προκειμένου να μην εγκαταλειφθεί η φροντίδα των αδέσποτων εφόσον ο προυπολογισμός μας ήταν συνολικά 1 εκατομμύριο ευρώ».
Ως προς τα ζωοφιλικά σωματεία, ο κ. Γουρδομιχάλης είπε ότι η Πολιτεία εμφανίζεται να αρνείται να θέσει ένα πλαίσιο λειτουργίας και διαφανειας αφήνοντας διεξόδους για έμμεση διαχείριση δημοσίου χρήματος από ιδιωτικούς φορείς.
Ο εκπρόσωπος της ΚΕΔΕ απέρριψε τη ρύθμιση, βασει της οποίας θα επιτρέπεται η παράδοση δεσποζόμενου σκύλου στον δήμο από τον ιδιοκτήτη του έναντι 300 ευρώ τονίζοντας οτι θα πρέπει να προβλέπεται μόνο κατ΄εξαίρεση και αφού κάθε περίπτωση εξεταστεί ξεχωριστά από τον οικείο δήμο καθώς είναι κρίσιμο να γίνει κατανοητό ότι η υιοθεσία είναι μία πολύ σοβαρή υπόθεση.
Ενστασεις και από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης
Στο ζήτημα των πιστώσεων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για τα προγράμματα εξάλειψης της λύσσας, οι οποίες βάσει του σχεδίου νόμου θα μεταφερθούν στο υπουργείο Εσωτερικών για τη χρηματοδότηση των δήμων, αναφέρθηκε η προϊσταμένη του Τμήματος Εισαγωγών, Εξαγωγών και Ενδοενωσιακού Εμπορίου Ζώντων Ζώων και Τροφίμων, Μαίρη Γιαννιού.
Οπως σημείωσε, τα εν λόγω προγράμματα είναι απαραίτητα για τη συμμόρφωση της χώρας μας με την ενωσιακή νομοθεσία. Το 75% των πόρων προέρχεται από την Ευρωπαική Ενωση και δίνεται υπό την προυπόθεση ότι η χώρα διαθέτει πρόγραμμα με μετρήσιμα αποτελέσματα και μόνο το 25% προέρχεται από εθνικούς πόρους. «Κατά συνέπεια δεν πρόκειται για ένα ποσό το οποίο υφίσταται και δίνεται ούτως ή άλλως» είπε.
Η κυρία Γιαννιού μίλησε και για δύο ακόμα ζητήματα που προκύπτουν από το σχέδιο νόμου και αφορούν:
-
το ηλεκτρονικό βιβλιάριο των ζωων, για το οποίο είπε ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποκαταστήσει πλήρως το φυσικό έντυπο που χρειάζεται να συνεχίσει να υπάρχει για να διεκολύνονται οι έλεγχοι και να εντοπίζονται πιθανές παραποιήσεις υπογραφών κτηνιάτρων, κλπ.
-
Τη μεταφορά της βάσης δεδομένων δεσποζόμενων και αδέσποτων από το ΥΠΑΑΤ στο υπουργείο Εσωτερικών, η οποία «δεν κατανοούμε σε τι εξυπηρετεί όταν προβλέπεται ότι όλες οι βάσεις δεδομένων θα πρέπει να κατεβαίνουν στο gov.gr» είπε χαρακτηριστικά. Προσέθεσε μάλιστα ότι δεν μπορεί να το ΥπΑΑΤ να μην έχει ελεύθερη πρόσβαση σε στοιχεία, τα οποία το ίδιο έχει παράσχει.
Προσφυγή στο ΣτΕ από την Ομοσπονδία Ζωοφιλικών Σωματείων
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), ανακοίνωσε από το ηλεκτρονικό βήμα της ημερίδας ότι θα προσφύγει η Ομοσπονδία Ζωοφιλικών Σωματείων για το Π.Δ που αφορά τις αρμοδιότητες για τα ζώα συντροφιάς: «Αποτελεί ειλημμένη απόφαση του φορέα μας, η προσφυγή στο ΣτΕ , για την ακύρωση του Π.Δ με το οποίο επιτυγχάνεται ο πολυκερματισμός της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, κόντρα στην ευρωπαϊκή πρακτική αλλά και στις κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (ΟΙΕ) και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την Υγεία των Ζώων, και δια αυτού του τρόπου η αποδόμηση του πλαισίου προστασίας των ζώων συντροφιάς», επεσήμανε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας, Βαγγέλης Παλαιοδήμος.
Ο ίδιος έκανε λόγο για «φωτογραφικές διατάξεις», ενώ επεσήμανε ότι η πραγματική στόχευση του σχεδίου νόμου είναι μεταξύ άλλων «η ανάθεση της διαχείρισης των αδέσποτων ζώων σε ΜΚΟ και σωματεία και παραμονής των αδέσποτων ζώων σε παράνομα καταφύγια, η απαλλαγή των αιρετών Δημάρχων και Αντιδημάρχων από την ευθύνη της εποπτείας, η παρέμβαση σε εν εξελίξει δικαστικές υποθέσεις που αφορούν εμπορία και διακίνηση αδέσποτων ζώων και η επαναφορά του μπόγια, δηλαδή η περισυλλογή εν είδει αντικειμένων των αδέσποτων ζώων από τον οποιοδήποτε ο οποίος θα τα διαχειρίζεται κατά το δοκούν και προώθηση της ασυλοποίησής των αδέσποτων ζώων σε δημοτικά και ιδιωτικά καταφύγια».
Πηγή: ethnos.gr