Ποινή ισόβιας κάθειρξης επέβαλε το δικαστήριο στον 36χρονο που ξυλοκόπησε μέχρι θανάτου τη μητέρα του στο Αγρίνιο.
Ο 36χρονος κατηγορούμενος βαριά ψυχικά άρρωστος με επισκέψεις σε ψυχιατρικά ιδρύματα φυλακών στις 30 Νοεμβρίου 2021 και ενώ η αστυνομία βρισκόταν έξω από το σπίτι του στην οδό Κόκκαλη στο Αγρίνιο και οι αστυνομικοί του φώναζαν να ανοίξει, σκότωνε την 56χρονη μητέρα του με το χειρότερο τρόπο τον οποίο ο ίδιος περιέγραψε σήμερα και με λεπτομέρειες στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Λευκάδας.
Ο 36χρονος είπε ότι την σκότωσε γιατί η μητέρα του «έκανε το λάθος να ειδοποιήσει την αστυνομία ενώ αυτός όλη τη νύχτα χτυπούσε το τραπέζι του σαλονιού προσπαθώντας να σκοτώσει τους βρικόλακες».
Τι είπε ο 36χρονος
«Οι αστυνομικοί ήταν έξω από το σπίτι και μου φώναζαν να ανοίξω και εγώ σκότωνα την μητέρα μου η οποία δεν έφερε καμία αντίσταση», ήταν τα λόγια του. Και όταν το δικαστήριο υιοθέτησε πλήρως την πρόταση της Εισαγγελέως Λευκάδας για ισόβια τα μάτια όλων ήταν πάνω σε αυτό τον άνθρωπο ο οποίος αναρωτιόταν τι έκανε για να υποστεί τα ισόβια. Ισόβια για τον φόνο, ένα έτος για τη βία κατά των αστυνομικών και δύο μήνες για απλή σωματική βλάβη στη γιαγιά (μετατράπηκε από απόπειρα ανθρωποκτονίας). Οι πάντες από την μία ανακουφισμένοι, από την άλλη προβληματισμένοι.
«Τουλάχιστον θα είναι έγκλειστος και θα παίρνει την αγωγή του. Αν υπήρχαν ελαφρυντικά ίσως έβγαινε νωρίς από κάποιο ίδρυμα και επαναλάμβανε ότι και με την μητέρα του», είπαν οι πιο έμπειροι σε τέτοια θέματα. Η δικηγόρος της αδερφής του (πολιτική αγωγή) της μοναδικής που έχει απομείνει στην οικογένεια , Κορίνα Ρεπούση επικεντρώθηκε στην έλλειψη της μέριμνας από πλευράς κράτους για τέτοιου είδους περιστατικά ενώ η δικηγόρος του κατηγορουμένου, Γεωργία Κόγκα την οποία διόρισε το δικαστήριο μελέτησε, έψαξε και προσπάθησε να σκιαγραφήσει τον άνθρωπο που πάσχει από παρανοϊκή σχιζοφρένεια και παίρνει ισχυρή αγωγή την οποία την περίοδο που έκανε το έγκλημα, είχε διακόψει.
Συγκλονίζουν οι καταθέσεις των αστυνομικών
Τέσσερις αστυνομικοί κατέθεσαν σήμερα ως μάρτυρες. Ήταν αυτοί που μετά από τηλεφώνημα στις 06.15 , προφανώς της άτυχης μητέρας, κλήθηκαν για αρχή να πάνε στο σπίτι εκεί που έμενε ο κατηγορούμενος ο οποίος προσφάτως είχε αποφυλακιστεί , η μητέρα του η οποία έπασχε από μανιοκατάθλιψη και έπαιρνε αγωγή καθώς και η κατάκοιτη με άνοια γιαγιά του. Συγκλονίζουν οι καταθέσεις των αστυνομικών. «Όταν έφτασα του φώναζα να μας ανοίξει.
«Ανοίγω», μας έλεγε, και δεν το έκανε ποτέ. Άνοιξε φωνάζαμε και πάλι. «Να σφουγγαρίσω είναι λίγο ακατάστατα», απαντούσε.» , είναι τα λόγια του αστυνομικού ο οποίος ήταν ένας από αυτούς που όταν ο κατηγορούμενος προσπάθησε να διαφύγει από το μπαλκόνι τον έπιασε και τον οδήγησε στο τμήμα. « Έχω βρεθεί αντιμέτωπος με πολλά περιστατικά στην επαγγελματική μου πορεία όμως πρώτη φορά στη ζωή μου είδα άνθρωπο που πραγματικά γυάλιζε το μάτι του. Είχε δέσει γύρω από το στήθος του μαξιλάρια και χαρτόνια για να φαίνεται γεροδεμένος. Μας είπε ότι είχε βάλει στην πλάτη του χαρτόνι ώστε αν τον χτυπούσαμε να μην σπάσει τα πλευρά του.» συμπληρώνει ο αστυνομικός .
«Όταν σπάσαμε τελικά την πόρτα και μπήκαμε μέσα αντικρίσαμε μία γιαγιά κατάκοιτη στο κρεβάτι που δεν είχε επαφή με το περιβάλλον, η οποία μόλις μας είδε μας ζήτησε να της ανοίξουμε την τηλεόραση «για να δει Παπαδάκη» και ενώ είχε αίματα στο πρόσωπο.» , συμπληρώνει ο άλλος αστυνομικός. «Στο διάδρομο είδαμε αίματα και τούφες μαλλιών και όταν φτάσαμε στο άλλο δωμάτιο είδα την μητέρα πεσμένη στο έδαφος νεκρή σε πολύ άσχημη κατάσταση», επισημαίνει .
Η απολογία
Σε όλη τη διάρκεια των καταθέσεων ο κατηγορούμενος παρακολουθούσε αμίλητος και ανέκφραστος. Όταν η πρόεδρος του δικαστηρίου τον κάλεσε να απολογηθεί άρχισε ένας παραλογισμός που δύσκολα μπορούσε να παρακολουθήσει κάποιος. Ξεκίνησε την απολογία του με μία αναδρομή της ζωής του (έτσι όπως την έβλεπε αυτός μέσα από την παράνοιά του).
Μίλησε για τους χωρισμένους γονείς του , για τον πατέρα του που πέθανε στη φυλακή και τις δικές του παραβατικές πράξεις που τον οδηγούσαν συνεχώς στη φυλακή και στα ψυχιατρικά καταστήματα. Έκανε αναφορά σε ένα κορίτσι όπου στη συνέχεια κατηγορήθηκε για το βιασμό της. Είπε ότι ποτέ δεν πήγε να απολογηθεί για αυτή την απόπειρα βιασμού και διέφυγε στην Ιταλία και μετά στην Γαλλία. Στην Γαλλία που βρισκόταν κάποιοι πέρασαν τσιπάκι στο κεφάλι του.
Κατάφερε να ξεφύγει και στην επιστροφή του στην Ανκόνα με μία ένεση που τον αφόπλισαν του πέρασαν και δεύτερο τσιπ στο κεφάλι. «Να τώρα που σας μιλάω βουίζει μέσα στο κεφάλι μου», είπε.
Όταν βγήκε τελικά από την φυλακή πήγε στην αδερφή του στην Αθήνα με την οποία μάλωσε και κατέληξε στο πατρικό του στο Αγρίνιο. «Εκείνο το βράδυ χτυπούσα το τραπεζάκι του σαλονιού προσπαθώντας να σκοτώσω τους βρικόλακες που με καταδίωκαν.
Είδα τα ξημερώματα την μητέρα μου να πηγαινοέρχεται με τις πιτζάμες και κατάλαβα ότι δεν είχε σκοπό να πάει κάπου έξω αλλά σίγουρα είχε καλέσει την αστυνομία. Έτσι την άρπαξα την έσυρα στο διάδρομο την έριξα κάτω και άρχισα να βγάζω τούφες από τα μαλλιά της» (η περιγραφή σε αυτό το σημείο είναι εξαιρετικά απαγορευτική για όποιον διαβάζει αυτό το κείμενο).
Ο κατηγορούμενος συνέχισε λέγοντας ότι την έσυρε τραβώντας τα μαλλιά της με μανία στο δωμάτιό της και την αποτελείωσε πατώντας πάνω της με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αναπνεύσει. «Οι αστυνομικοί ήταν απ’ έξω και μου φώναζαν να ανοίξω για αυτό έπρεπε να την σκοτώσω πριν μπουν μέσα» , κατέληξε. Η απάντησή του στην ερώτηση γιατί έπρεπε να την σκοτώσει ήταν σαφής. «Ήθελα να την εκδικηθώ που φώναξε την αστυνομία», είπε.
Η εισαγγελέας
Η εισαγγελέας ξεκίνησε από το τελευταίο που είπε στην απολογία του. «Φώναξε την αστυνομία και για αυτό ήθελα να την εκδικηθώ. Πως εκδικήθηκε την μητέρα του; Της χτύπησε το κεφάλι, της έβγαλε τα μαλλιά, επίπονη διαδικασία και πρέπει να πονούσε πολύ, την έσυρε στο δωμάτιο και την σκοτώνει. Για ποια αφορμή; Ποιος ήταν ο λόγος ; “Κάλεσε την αστυνομία». Πως χαρακτηρίζεται αυτό νομικά; «Φόνος για ασήμαντη αφορμή». Δεν έγινε κάτι σοβαρό αλλά επειδή κάλεσε την αστυνομία την σκοτώνει. Και τι λέει και η ιατροδικαστική έκθεση; Ότι δεν είναι μόνο ότι την σκότωσε αλλά ήταν ειδεχθής και ο τρόπος. Και μιλά και για ιδιαίτερη βιαιότητα.», αναφέρει η κ. Εισαγγελέας και συνεχίζει « Πότε το κάνει αυτό; Το κάνει την ώρα που βρίσκονται έξω οι αστυνομικοί επειδή, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο ζούσε σε ένα παράλληλο σύμπαν. Δηλαδή γνωρίζει ότι οι αστυνομικοί ήταν έξω από το σπίτι, γνωρίζει ότι τους έχει καλέσει η μητέρα του και παρ όλ αυτά , ενώ έχει την πρόθεση να παραδοθεί, ταυτόχρονα την ώρα εκείνη την σκοτώνει. Τι μας δείχνει αυτό; Να προλάβω να το κάνω πριν με πιάσουν. Ο άνθρωπος αυτός δεν είναι καλά σίγουρα. Έχει σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου. Το θέμα όμως είναι ότι νομικά πρέπει να δούμε αν υπάρχει διατάραξη της συνείδησης. Δηλαδή ‘όταν το έκανε είχε συνείδηση τι κάνει; Έστω και κατά τη δική του αντίληψη. Όλα όσα γράφονται για την περίπτωση του στην ψυχιατρική είχαν επιδράσει τόσο ώστε να μην έχει συνείδηση του τι έκανε; Τι κάνει λοιπόν ο κατηγορούμενος;
Οι αστυνομικοί μας λένε ότι από τις γρίλιες που τον παρακολουθούσαν ότι έβλεπαν έναν άνθρωπο να σφουγγαρίζει. Για ποιο λόγο κάνει αυτό το σφουγγάρισμα. Δεν γνωρίζω άλλον εκτός από την συγκάλυψη. Αλλάζει ρούχα. Βάζει χαρτόνια για να δείχνει σωματώδεις. Εμένα μου δείχνει ότι σχεδιάζει να φύγει. Να τον δουν οι αστυνομικοί σωματώδη ώστε να διαφύγει. Δεν ανοίγει πόρτες που ήταν και καλά ασφαλισμένες αλλά όταν καταλαβαίνει ότι οι αστυνομικοί θα μπουν μέσα φεύγει και πηδάει από το μπαλκόνι. Και δεν φτάνει που φεύγει και τον πιάνουν, κλωτσάει και χτυπάει τους αστυνομικούς για να φύγει. Και δίνει και άλλα στοιχεία . Εγώ από όλα αυτά βλέπω έναν ‘άνθρωπο που είχε σχεδιάσει το φόνο, τον εκτέλεσε, προσπάθησε να φύγει και είναι και ψύχραιμος. Εάν βρισκόταν σε άλλο σύμπαν, που δεν το αμφισβητώ , θα έπρεπε να βρίσκεται στο ίδιο παράλληλο σύμπαν και την ώρα της σύλληψης , είπε η εισαγγελέας. Και φυσικά να μην είχε καταλάβει ότι σκότωσε την μητέρα του. Στην περίπτωση του κατηγορουμένου όχι μόνο το ξέρει αλλά περιέγραψε και το φόνο.
Πηγή: lefkadapress.gr - Tempo24.news