Μεγάλη ζήτηση που δείχνει πρακτικά αδύνατο να καλυφθεί από την εγχώρια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος εξασφαλίζει τα 60 λεπτά το κιλό για τις νέες συµβάσεις των µονάδων µε τη βιοµηχανία.
Η κατακόρυφη πτώση της παραγωγικότητας των µονάδων έχει διαµορφώσει µια ιδιαίτερη ισορροπία στη ζώνη γάλακτος όπου οι γαλακτοβιοµηχανίες και ειδικά οι µικρότερες, προσπαθούν να βολέψουν τις ανάγκες τους εισάγοντας ένα νέο µοντέλο εισκόµισης, µε εκτός συµβολαίου ηµερήσιες παραλαβές γάλακτος από καλά οργανωµένους αγελαδοτρόφους οι οποίοι τηρούν συµβόλαια και πολύχρονες συνεργασίες µε άλλες βιοµηχανίες.
Μια ραγδαία µείωση του ζωικού κεφαλαίου, ειδικά στις περιπτώσεις µικρών αγελαδοτροφικών µονάδων, έχει ταράξει τα νερά όσο παράλληλα τα ζητήµατα µε τις ζωοτροφές και το κόστος ενέργειας εξακολουθούν να βάζουν δοµικούς φραγµούς στο παραγωγικό δυναµικό της χώρας.
Οι πληροφορίες θέλουν, το τελευταίο διάστηµα, αρκετές βιοµηχανίες να αναζητούν «µίνι» συµβάσεις µε αγελαδοτρόφους οι οποίοι δεν βρίσκονταν στο παρελθόν στη λίστα συνεργατών τους, προκειµένου να εξασφαλίσουν την απαιτούµενη πρώτη ύλη για να ολοκληρώσουν τις παραγγελίες τους. Σε συνεννόηση τόσο µε τους κτηνοτρόφους όσο και µε τους βασικούς πελάτες τους, κλείνονται ηµερήσια «συµβόλαια» παράδοσης τα οποία µπορεί να προβλέπουν τιµή ακόµα και στη ζώνη των 65 λεπτών το κιλό. Το µοντέλο αυτό διευκολύνεται και από την εικόνα που διαµορφώνει η αγορά αγελαδινού γάλακτος στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.
Οι ρεαλιστικές ανησυχίες για µείωση της προσφοράς πρώτης ύλης σε συνδυασµό µε την εκτίναξη του κόστους παραγωγής για τις µονάδες, αλλά και τα απαγορευτικά µεταφορικά κόστη, έχουν ανεβάσει σηµαντικά την τιµή της πρώτης ύλης, µε αποτέλεσµα η εισαγωγή στην Ελλάδα να συνεπάγεται πιο ακριβή τιµή από αυτήν που πληρώνουν σήµερα οι βιοµηχανίες τους Έλληνες αγελαδοτρόφους.
Τα συµβόλαια του Ιουλίου διαµορφώθηκαν µεταξύ των 57 και 59 λεπτών το κιλό, ενώ για τον Αύγουστο, η τιµή σπάει το φράγµα των 60 λεπτών, σύµφωνα µε τα όσα προβλέπουν οι συζητήσεις ανάµεσα σε βιοµηχανίες και µεγάλες µονάδες, οι οποίες άλλωστε βρίσκονται υπό την πολιορκία νέων υποψήφιων συνεργατών.
Οι τιµές στην Ευρώπη
Ανοδική είναι η τάση και στην υπόλοιπη Ευρώπη, µε τη Γερµανία που παρασύρει σε σηµαντικό βαθµό τη τάση και για το υπόλοιπο µπλοκ, οι τιµές στα συµβόλαια για το συµβατικό γάλα να προσεγγίζουν εκείνες του βιολογικού, δηλαδή πολύ κοντά στα 60 λεπτά το κιλό. Από τον Ιανουάριο του 2020 µέχρι σήµερα, η µέση τιµή για το αγελαδινό γάλα στην Ε.Ε έχει ενισχυθεί κατά 15 λεπτά το κιλό. Τα τελευταία διαθέσιµα στοιχεία στο παρατηρητήριο τιµών γάλακτος της Κοµισιόν σταµατούν στον περασµένο Ιούνιο, µε τη µέση τιµή στην Ελλάδα να γράφει τα 52 λεπτά το κιλό όσο περίπου και στην Γερµανία, ενώ στην Ολλανδία, έναν επίσης ρυθµιστή της ευρωπαϊκής αγοράς και µεγάλο παραγωγό, η τιµή τότε διαµορφωνόταν στα 60 λεπτά το κιλό.
Με τιµή στο γάλα και επένδυση στο στάβλο κρατάνε τις συνεργασίες οι βιοµηχανίες
Από µόνη της η τιµή για την πρώτη ύλη δεν δείχνει ικανή να αντιστρέψει το κλίµα στη ζώνη γάλακτος, όχι µόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αν και οι τιµές βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά, αυτό δεν λειτουργεί ως κίνητρο για τους παραγωγούς, οι οποίοι για αρκετούς µήνες το προηγούµενο διάστηµα δούλεψαν µε αρνητικά περιθώρια ενώ ακόµα και σήµερα η τιµή της πρώτης ύλης µε δυσκολία καλύπτει τα κοστολόγια των µονάδων. Το παραπάνω φαίνεται να έχουν αντιληφθεί και οι βιοµηχανίες, οι οποίες δείχνουν πως πλέον αναζητούν έναν συµπληρωµατικό ρόλο στις ισορροπίες της ζώνης γάλακτος. Έχοντας πρώτα «ξαναµοιράσει τον χάρτη εφοδιασµού» τους την προηγούµενη διετία, κάτι που έγινε ιδιαίτερα αντιληπτό στην περίπτωση του πρόβειου γάλακτος, τώρα κοιτάνε να διευκολύνουν στις παραγωγικές διαδικασίες των µονάδων αλλά και στην ανάπτυξη των καλά στηµένων κτηνοτρόφων.
Για όσο οι συνθήκες στο πεδίο της παραγωγής αγελαδινού γάλακτος αλλά και εν γένει στην εγχώρια ζώνη γάλακτος, συµπεριλαµβανοµένου του πρόβειου και του γίδινου, εξακολουθούν να εµποδίζουν τη δραστηριότητα των κτηνοτρόφων, η βασική προτεραιότητα των γαλακτοβιοµηχανιών δείχνει να εστιάζει στην τόνωση της παραγωγικότητας των µονάδων. Όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, πέραν των συζητήσεων και συµφωνιών για την τιµή της πρώτης ύλης, η βιοµηχανία εστιάζει στην επένδυση σε ορισµένους σταθερούς συνεργάτες, µε σκοπό τόσο τη διασφάλιση της βιωσιµότητάς τους αυτή την κρίσιµη περίοδο, όσο και τον περιορισµό του κόστους παραγωγής σε βάθος χρόνου µε µια παράλληλη αύξηση της παραγωγικότητας.
Ρευστότητα και εγγυήσεις
Ήδη από την περασµένη άνοιξη, ο Χριστόφορος Σεβαστίδης της ΝΕΟΓΑΛ περιέγραφε σε συνέντευξη του στο περιοδικό Τυροκόµο που κυκλοφορεί µε την Agrenda, ότι πλέον η βιοµηχανία εµπλέκεται ενεργά στις επενδυτικές προσπάθειες των κτηνοτρόφων για ανάπτυξη και εκσυγχρονισµό των µονάδων τους, παρέχοντας ρευστότητα, συµβουλευτική και απαιτούµενες εξασφαλίσεις για δανεισµό από τις τράπεζες. Στελέχη από τον κλάδο µηχανηµάτων και µηχανολογικού εξοπλισµού έρχονται να επιβεβαιώσουν σήµερα την κινητικότητα αυτή.
Μικρή συγκέντρωση στο πρόβειο
Όπως επισηµαίνουν πάντως, η υπόθεση αυτή είναι πιο εύκολη στην περίπτωση του αγελαδινού γάλακτος, αφού εδώ η συγκέντρωση της παραγωγής είναι µεγαλύτερη. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι περίπου το 80% του εγχώριου αγελαδινού γάλακτος παράγεται στο 15% των µονάδων της χώρας. Αντίθετα, στη ζώνη του πρόβειου γάλακτος, το 50% των εγχώριων µονάδων παράγουν το 80% του συνολικού τονάζ, κάτι που µαρτυρά την παρουσία πολλών µικρών κτηνοτρόφων, µε το παραγωγικό ψηφιδωτό να αποτυπώνει µια σηµαντική δυσκολία διαχείρισης της κατάστασης από της βιοµηχανίες µέσω της επένδυσης σε αυτές. «Ακόµα και αν πάρεις έναν µεγάλο µε 1.000 πρόβατα, πόσα να του τα κάνεις; 1500; 2.000; Η διαφορά είναι µικρή στην συνολική εικόνα γιατί θα υπάρχουν άλλοι 2.000 µε 200 πρόβατα ο καθένας» περιγράφει συνοµιλητής της Agrenda µε καλή εικόνα των ισορροπιών στην εν λόγω αγορά.
Μαζικές αποχωρήσεις
Ενδεικτικό του κλίµατος που επικρατεί στην αγορά γάλακτος πάντως, στο σύνολο της Ευρώπης, είναι τα στοιχεία που ήρθαν προ ολίγων ηµερών στο φως της δηµοσιότητας και τα οποία δείχνουν µια µαζική αποχώρηση κτηνοτρόφων από τους κόλπους της FrieslandCampina στην Ολλανδία. Μέσα σε έναν χρόνο, 286 κτηνοτρόφοι και επιχειρήσεις αποχώρησαν από την εταιρεία, όταν τις προηγούµενες χρονιές οι αποχωρήσεις δεν υπερέβαιναν τις 10 µε 15. Οι αποχωρήσεις έγιναν λόγω των ανακατατάξεων µε αντίπαλα σχήµατα να προσφέρουν πιο δελεαστικά συµβόλαια, ενώ διευκολύνονται και από το πριµ εξόδου που είναι υποχρεωµένη να πληρώνει η FrieslandCampina στα µέλη της, βάσει απόφασης της Κοµισιόν.
Πηγή: Agronews.gr