Η φετινή αμπελοκαλλιέργεια στην Ηλεία, παρότι επηρεάστηκε έντονα από την κλιματική αλλαγή και την παρατεταμένη ξηρασία, αποδείχθηκε ποιοτικά εξαιρετική, αλλά ποσοτικά μειωμένη, σύμφωνα με τους ιδιοκτήτες των δύο κορυφαίων κτημάτων της περιοχής, του κτήματος Μερκούρη και του κτήματος Μπριτζίκη.
Όπως χαρακτηριστικά επεσήμαναν μιλώντας στο Gaia365.gr ο τρύγος ξεκίνησε ένα μήνα νωρίτερα, λόγω των αυξημένων θερμοκρασιών, με τη σοδειά να χαρακτηρίζεται από υψηλή ποιότητα, αλλά σημαντικά μειωμένη ποσότητα.
Ο Χρήστος Κανελλακόπουλος, γεωπόνος–γεωργοοικονομολόγος και συνιδιοκτήτης του κτήματος Μερκούρη, τόνισε ότι, παρόλο που οι ξηρικές συνθήκες ήταν έντονες, δεν υπήρξαν σαπίσματα ή ασθένειες στα σταφύλια, γεγονός που οδήγησε σε αποτέλεσμα εξαιρετικής ποιότητας. Ωστόσο, οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, όπως οι παρατεταμένοι καύσωνες το καλοκαίρι και οι υψηλές θερμοκρασίες του φθινοπώρου, προκάλεσαν προβλήματα στην ανάπτυξη των φυτών.
«Υπάρχουν θετικά και αρνητικά πάντα σε ό,τι αφορά την αμπελοκαλλιέργεια. Φέτος, είναι θετικό ότι δεν είχαμε σαπίσματα και αρρώστιες την περίοδο της συγκέντρωσης των σταφυλιών.
Το καλοκαίρι που πέρασε ήταν πάρα πολύ ξηρό, που σημαίνει ότι όταν έχεις ένα τόσο ξηρό καλοκαίρι που επεκτείνεται και στο φθινόπωρο δημιουργούνται προβλήματα. Σε ένα βαθμό, εμείς εξουδετερώσαμε το πρόβλημα με το πότισμα, το οποίο δεν μπορεί να γίνει στο βαθμό που χρειάζεται, έχει ένα κόστος και αυτό σημαντικό, αλλά κυρίως το πρόβλημα είναι ότι όταν έχουμε τόσο υψηλές θερμοκρασίες και το φθινόπωρο, η ανάπτυξη των φυτών δεν είναι τόσο ομαλή.
Χρειαζόμαστε ένα ομαλό φθινόπωρο, έναν κρύο χειμώνα για μία καλλιέργεια όπως είναι το αμπέλι, που βρίσκεται σε χειμερία νάρκη τον χειμώνα. Άρα θέλεις χαμηλότερες θερμοκρασίες για να μπορεί κάποιες αρρώστιες που ευδοκιμούν σε μεγαλύτερες θερμοκρασίες να εξουδετερωθούν φυσιολογικά μέσα στο χειμώνα» σημείωσε ο κ. Κανελλακόπουλος, κάνοντας παράλληλα λόγο για επιτακτική ανάγκη προσαρμογής σε αυτές τις νέες κλιματικές συνθήκες, με πιθανές αλλαγές στις ποικιλίες και στις μεθόδους καλλιέργειας, αλλά και αυξημένο κόστος για τους παραγωγούς.
«Μπαίνουμε σε μία άλλη εποχή που πρέπει να προσαρμοστούμε. Αυτό είναι το συμπέρασμα. Οι προσαρμογές μπορεί να είναι οριακές ή μεγαλύτερες. Αυτό όμως έχει ένα μεγάλο κόστος. Κόστος και στο επίπεδο της απόδοσης των καλλιεργειών και σε επίπεδο οικονομικό. Ο τρόπος αυτός της προσαρμογής, αφορά μηχανήματα, τρόπους καλλιέργειας, φάρμακα αλλά κυρίως αφορά συγκρότηση μιας μονάδας με προσαρμογές στις ποικιλίες, που αντέχουν πιο πολύ σε ξηρικές συνθήκες. Όλα αυτά βέβαια είναι σκέψεις για την πορεία στο χρόνο. Όταν έχεις πολυετείς καλλιέργειες δεν αλλάζεις από μία χρονιά στην άλλη».
Κλείνοντας ο κ. Κανελλακόπουλος υπογράμμισε ότι η μειωμένη παραγωγή είχε και θετική πλευρά, καθώς οδήγησε σε καλύτερη συγκέντρωση στοιχείων και υψηλότερη ποιότητα.
«Μπορεί να κάναμε πιο πρώιμα τον τρύγο σε σχέση με άλλες χρονιές αλλά σε γενικές γραμμές έχουμε να πούμε ότι η παραγωγή αυτή του 2024 ήταν πολύ καλή, είχαμε έναν καλό τρύγο χωρίς σαπίσματα. Επηρεάστηκαν οι ποσότητες καθώς ήταν πιο μειωμένες αλλά αυτό έχει θετικά και αρνητικά στοιχεία μαζί. Γιατί μειωμένες ποσότητες , δίνουν καλύτερη συγκέντρωση στοιχείων άρα και καλύτερη ποιότητα.
Άρα και τα άσχημα πράγματα έχουν κάτι θετικό μέσα. Απλώς αυξήθηκε το κόστος και παράλληλα έχει μία επέμβαση αρνητική στο φυτό γιατί ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε να κάνουμε με φυτά, που δεν μπορείς να αλλάξεις την μηχανική τους, η οποία έχει να κάνει με τις θερμοκρασίες, με τις αρρώστιες και τα λοιπά».
Από την πλευρά της η Διονυσία Μπριτζίκη, υπεύθυνη επικοινωνίας του κτήματος Μπριτζίκη, συμφώνησε με την ποιοτική υπεροχή της φετινής παραγωγής, επισημαίνοντας ότι η συμπύκνωση των στοιχείων στα σταφύλια προσέφερε ένα εξαιρετικό προϊόν, ιδανικό για την ελληνική και τις ξένες αγορές. Παράλληλα, ανέφερε ότι οι αμπελώνες του κτήματος, που αποτελούνται αποκλειστικά από ελληνικές ποικιλίες, έχουν αναπτύξει ανθεκτικότητα στις δύσκολες καιρικές συνθήκες χάρη στη μη χρήση ποτίσματος, μια πρακτική που προσδίδει ξεχωριστά χαρακτηριστικά στο τελικό προϊόν.
«Εμείς φέτος είχαμε μία εξαιρετική παραγωγή όπως και όλα τα κτήματα στην Ελλάδα, είχαμε πολύ ποιοτικά σταφύλια αλλά με έναν πρώιμο τρύγο τουλάχιστον ένα μήνα πριν και ουσιαστικά με πολύ μικρή παραγωγή. Είμαστε στο ένα τρίτο της παραγωγής τουλάχιστον κάτω σε σχέση με άλλες χρονιές. Το θέμα είναι όμως ότι πραγματικά πήραμε τόσο ποιοτικό προϊόν που ουσιαστικά μπορούμε να το εκμεταλλευτούμε και να κάνουμε εντύπωση στις ξένες αγορές.
Παράγουμε μόνο ελληνικές ποικιλίες στους αμπελώνες μας που είναι γύρω στα 180 στρέμματα, κι αυτό παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον στο εξωτερικό. Έχουμε ένα εξαιρετικό Ασύρτικο που πιστεύουμε ότι θα κάνει εντύπωση τόσο στην ελληνική όσο και στην αγορά του εξωτερικού. Αυτό είναι ένα θετικό που μας δίνει το προβάδισμα.
Φέτος είχαμε συμπύκνωση εξού και το πολύ ιδιαίτερο και πολύ ποιοτικό αποτέλεσμα. Η συμπύκνωση στοιχείων στο κρασί σημαίνει λίγη παραγωγή, αυξημένα σάκχαρα αλλά και γι’ αυτό κάναμε πρόωρο τρύγο και φροντίσαμε να τρυγήσουμε την ώρα που έπρεπε και να μην ανέβουν τα σάκχαρα περισσότερο.
Φέτος όλες οι ποικιλίες ακόμα και ο ροδίτης που είναι μία όψιμη ποικιλία τρυγήθηκε νωρίτερα» επεσήμανε η κα Μπριτζίκη η οποία στη συνέχεια αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο οι υπεύθυνοι του κτήματος Μπριτζίκη έχουν “εκπαιδεύσει” τα αμπέλια προκειμένου να μπορούν να ανταποκριθούν στις νέες καιρικές συνθήκες.
«Το αμπέλι είναι οργανισμός. Όπως το μάθεις έτσι το αντ’ εκπαιδεύεις να προσαρμοστεί στις καιρικές συνθήκες. Αυτό είναι αποδεδειγμένο στα βάθη των χρόνων. Δεν γίνεται να ποτίσεις ένα αμπέλι και μετά την περίοδο της ζέστης ή του καύσωνα να το αφήσεις απότιστο. Εκεί ουσιαστικά υπάρχει πρόβλημα. Οι δικοί μας αμπελώνες δεν ποτίζονται ποτέ. Έτσι έχουν προσαρμοστεί και έχουν εκπαιδευτεί .
Σαφώς και έχει στρεσαριστεί το αμπέλι σαφώς και έχει μπερδευτεί αλλά αν πας και το ποτίσεις θα το μπερδέψεις περισσότερο.
Το κλήμα έχει μπερδευτεί, έχει αρχίσει και πετάει, πολύ συζητούν για έναν δεύτερο τρύγο αλλά αν πας και το ποτίσεις θα το μπερδέψεις ακόμα πιο πολύ.
Εμείς όλο το καλοκαίρι δεν ποτίσαμε. Με αποτέλεσμα το αμπέλι να έχει αποκτήσει ανθεκτικότητα και να παράγει αυτό το εξαιρετικό προϊόν».
Τέλος, η Διονυσία Μπριτζίκη, φύσει αισιόδοξος άνθρωπος όπως δηλώνει, επεσήμανε πως κρατά το καλύτερο από όλες τις προκλήσεις σημειώνοντας παράλληλα πως η περιοχή μας πρέπει να μάθει να καταναλώνει τοπικά προϊόντα αλλά και να αναγνωρίζει τα ιδιαίτερα προϊόντα που παράγει ο τόπος μας.
«Να τα αναγνωρίζουμε, να τα ξεχωρίζουμε και να τα υποστηρίζουμε. Μόνο έτσι θα πάμε μπροστά. Διαφορετικά θα καταναλώνουμε εισαγόμενα προϊόντα» σημείωσε, υπογραμμίζοντας την ανάγκη περαιτέρω στήριξης της τοπικής παραγωγής, ως μοχλό ανάπτυξης για την Ηλεία και την ελληνική οινοποιία συνολικά.