Εκβιασμός Ζαέφ στην ΕΕ: Μόνο στην ΕΕ θα εφαρμόσουμε τη Συμφωνία των Πρεσπών - Η κυβέρνηση επιλέγει να υποβαθμίσει τις δήλωσεις για «πάγωμα» - Η αμφιλεγόμενη ρύθμιση που προκαλεί προβλήματα
«Υπάρχει σύνδεση μεταξύ της εφαρμογής της Συμφωνίας και του ανοίγματος και κλεισίματος των κεφαλαίων ένταξης. Ειδικά για την εσωτερική χρήση σε κάποιες περιπτώσεις. Υπάρχει σύνδεση, διότι οι Έλληνες φίλοι μας το δέχθηκαν πως μπορούμε να τα καταφέρουμε λόγω του μέλλοντος που έχει η Βόρεια Μακεδονία με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και στο πλαίσιο αυτό, δεν υπάρχει δυνατότητα υλοποίησης της Συμφωνίας των Πρεσπών. Μέρος της θα παγώσει, διότι δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της. Θα προσπαθήσουμε να υλοποιήσουμε κάποιες διατάξεις, όμως τα δύο συνδέονται μεταξύ τους, διότι η διαδικασία εναλλαγής των κεφαλαίων σημαίνει ότι θα παραδώσουμε την εθνική μας κυριαρχία στην Ευρωπαϊκή Ένωση», ήταν η δήλωση του Σκοπιανού πρωθυπουργού Ζόραν Ζάεφ στο Euronews.
Η ίδια η Συμφωνία των Πρεσπών στο άρθρο 1, παράγραφος 10 β, εισάγει μια αμφιλεγόμενη ρύθμιση αφού συνδέει την πλήρη εφαρμογή της νέας ονομασίας «Βόρεια Μακεδονία» για κάθε χρήση με την πορεία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων των Σκοπίων με την ΕΕ. Όπως αναφέρεται «η πολιτική μεταβατική περίοδος θα αφορά όλα τα έγγραφα και υλικό αποκλειστικά για εσωτερική χρήση στη Βόρεια Μακεδονία. Η έκδοση των εγγράφων και υλικού που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία σύμφωνα με το άρθρο 1(3) θα ξεκινά στο άνοιγμα κάθε διαπραγματευτικού κεφαλαίου της ΕΕ στο συναφές πεδίο και θα ολοκληρωθεί εντός πέντε ετών από τότε».
Γνωρίζοντας ότι η δήλωση του Ζόραν Ζάεφ για πάγωμα μέρους της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι συμβατή -ή καλύτερα... προβλέπεται από την αμφιλεγόμενη ρύθμιση του άρθρου 1, παρ. 10 της Συνθήκης, η ελληνική κυβέρνηση επισημαίνει ότι το προβληματικό σημείο είναι η εφαρμογή της νέας ονομασίας για όλες τις χρήσεις που θα επιτρέπει στους Σκοπιανούς να αποκαλούν και να γράφουν επίσημα τη χώρα τους «Μακεδονία» μέχρι η ΕΕ να δώσει το πράσινο φως για έναρξη διαπραγματεύσεων αλλά και για διάστημα πέντε ετών αφού -κάποια στιγμή- θα ανοίγει το κάθε διαπραγματευτικό κεφάλαιο...
Άλλωστε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη βρίσκεται στη suis generis θέση να χαρακτηρίζει «κακή» τη Συμφωνία των Πρεσπών ούσα παραλλήλως υποχρεωμένη να την εφαρμόζει «από την στιγμή που κυρώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων», όπως είπε ο πρωθυπουργός. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών στέλνει στους Σκοπιανούς το μήνυμα ότι έχουν υποχρεώσεις και πρέπει να συμμορφωθούν εφαρμόζοντας τις υποχρεώσεις τους όπως προκύπτουν από τη Συνθήκη, αφού εκτός από τα εσωτερικά έγγραφα η ονομασία της γειτονικής χώρας θα πρέπει να αλλάξει στα σχολικά εγχειρίδια, στις ταμπέλες στους δρόμους και στα αντίγραφα αγαλμάτων από την αρχαία Ελλάδα που είχε τοποθετήσει σε κεντρικά σημεία ο πρώην πρωθυπουργός Γκρούεφσκι, στο πλαίσιο της προσπάθειας εξαρχαϊσμού και καπηλείας της ελληνικής ιστορίας.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου στα Σκόπια η ελληνική πλευρά αναμένει δηλώσεις όπως αυτές του Ζόραν Ζάεφ για το πάγωμα της εφαρμογής της Συμφωνίας των Πρεσπών αλλά και του Χρίστιαν Μίτσκοσκι από το VMRO-DPMNE που εμφανίζεται ως βασικός διεκδικητής της πρωθυπουργίας και έσπευσε να προαναγγείλει βελτίωση της Συνθήκης λέγοντας ότι δεν μπορεί να του απαγορεύσει να είναι Μακεδόνας, να μιλάει την μακεδονική γλώσσα και να είναι από την Μακεδονία...
Σε αυτό το πολιτικό κλίμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραμένει στον άχαρο ρόλο του παρατηρητή.
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις του Ζόραν Ζάεφ, για πάγωμα μέρους της Συμφωνίας των Πρεσπών, μετά και το «όχι» της ΕΕ στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, η εκπρόσωπος της Κομισιόν Μάγια Κοτσίγιανσιτς ανέφερε ότι η ΕΕ χαιρέτισε την επίτευξη της «ιστορικής συμφωνίας», χαρακτηρίζοντάς την «σημαντικό επίτευγμα» που αποτελεί ένα «θετικό παράδειγμα» για την περιοχή των Βαλκανίων και την Ευρώπη γενικότερα. «Επιδοκιμάζουμε το κουράγιο και την αποφασιστικότητα των δύο εμπλεκόμενων πλευρών» είπε και κατέληξε λέγοντας: «Πιστεύουμε ότι οι αρχές παραμένουν δεσμευμένες στη Συμφωνία και είμαστε βέβαιοι ότι θα συνεχίσουν να την εφαρμόζουν με καλή πίστη».
Ελληνοαλβανικός διάλογος
«Η Ελλάδα υποστηρίζει την Ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, εφόσον οι χώρες αυτές πληρούν τις ενταξιακές προϋποθέσεις» ήταν η θέση που εξέφρασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μετά την συνάντησή του με τον Αλβανό ομόλογό του Έντι Ράμα. Ο κ. Μητσοτάκης χαιρέτησε τη δέσμευση της Αλβανικής πλευράς να προχωρήσει με τα ζητήματα που άπτονται των περιουσιών και του αυτοπροσδιορισμού/απογραφής που αποτελούν θέματα κεφαλαιώδους σημασίας για την Ελληνική Εθνική Μειονότητα στην Αλβανία.
Η συνάντηση Μητσοτάκη-Ράμα, η πρώτη μετά το βέτο της Γαλλίας στον προσδιορισμό ημερομηνίας για την έναρξη διαπραγματεύσεων της Αλβανίας με την ΕΕ, διήρκεσε περίπου μισή ώρα και σύμφωνα με Έλληνες διπλωμάτες «έγινε σε καλό κλίμα». Άλλωστε ήταν τόσο κακή η προηγούμενη συνάντηση των δύο πρωθυπουργών, που έγινε στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ, που δύσκολα τα πράγματα θα μπορούσαν να πάνε χειρότερα.
Στη συνάντηση που έγινε την Τρίτη στην Αθήνα, οι κύριοι Μητσοτάκης και Ράμα συνομίλησαν ανοιχτά για όλα τα θέματα που απασχολούν τις διμερείς σχέσεις και συμφώνησαν να συνεχίσουν τον διάλογο. Το διάστημα εντός των επομένων 30 ημερών η αλβανική πλευρά υποσχέθηκε κινήσεις που θα μπορούσαν να βελτιώσουν το σημερινό επίπεδο συνεργασίας και σε ανταπόδοση η Αθήνα υποσχέθηκε να φέρει σύντομα προς κύρωση στη Βουλή τη διμερή συμφωνία για τις άδειες οδήγησης.
Μετά την ωριαία συνάντηση εκδόθηκε κοινή ανακοίνωση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Έντι Ράμα η οποία συντάχθηκε στην αγγλική και στη συνέχεια μεταφράστηκε στην ελληνική και την αλβανική.
Ο Αλβανός πρωθυπουργός δήλωσε ότι «παρά την απογοήτευση της γειτονικής χώρας από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη μη-εκκίνηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Αλβανία θα συνεχίσει στην κατεύθυνση υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων με την ίδια αποφασιστικότητα. Και αυτό γιατί είναι προς το συμφέρον της ίδιας της Αλβανίας η βελτίωση των σχέσεων με την Ελλάδα με την αντιμετώπιση όλων των διμερών ζητημάτων και την ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας».
Η ελληνική πλευρά περιμένει απτά δείγματα από τα Τίρανα ώστε να άρει τις επιφυλάξεις της, ωστόσο, σε μια κίνηση καλής θέλησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποδέχθηκε πρόσκληση του Έντι Ράμα να επισκεφθεί το επόμενο διάστημα -αλλά σε χρόνο που δεν προσδιορίστηκε- την Αλβανία.