Οι Δημοκρατικοί προσπάθησαν για πάνω από εννέα ώρες να καταρρίψουν τα επιχειρήματα της άλλη πλευράς - Δεν έχουν καμία ελπίδα να κερδίσουν τη δίκη γιατί οι Ρεπουμπλικανοί έχουν την πλειοψηφία στη Γερουσία
Αφού εξέθεσαν τα γεγονότα την Τετάρτη, οι Δημοκρατικοί κατήγοροι προσπάθησαν για περισσότερο από εννέα ώρες να καταρρίψουν τα επιχειρήματα που υποστηρίζουν στα μέσα ενημέρωσης οι υπερασπιστές του προέδρου, οι οποίοι δεν έχουν ακόμη εκφρασθεί στη δίκη.
Δεδομένης της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία (53 έδρες στις 100), οι Δημοκρατικοί δεν έχουν ουσιαστικά καμιά πιθανότητα να κερδίσουν τη δίκη. Όμως ελπίζουν πως, δέκα μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές, θα μπορέσουν ενδεχομένως να πείσουν ψηφοφόρους.
«Αν τον κρίνετε ένοχο, πρέπει να καθαιρεθεί επειδή το καλό και η αλήθεια μετρούν, διαφορετικά πάμε χαμένοι», πρόσθεσε φανερά συγκινημένος στο τέλος της ακροαματικής συνεδρίασης.
Για να πετύχει τον σκοπό του, ο δισεκατομμυριούχος «προχώρησε πιο μακριά» παγώνοντας κρίσιμης σημασίας στρατιωτική βοήθεια για τη χώρα αυτή η οποία βρίσκεται σε σύγκρουση με τη Ρωσία, υπογράμμισε αυτός ο βουλευτής της Νέας Υόρκης.
Για τον Νάντλερ, «η καθαίρεση είναι η ύστατη απάντηση του Συντάγματος σε έναν πρόεδρο που θεωρεί τον εαυτό του βασιλιά».
Ασκούσε τον ρόλο του
Τα γεγονότα ελάχιστα αμφισβητούνται. Οι υπερασπιστές του Ντόναλντ Τραμπ, αρχίζοντας από τον σταρ των δικαστηρίων Άλαν Ντέρσοβιτς, υποστηρίζουν αντίθετα πως ο φάκελος του κατηγορητηρίου δεν περιλαμβάνει αδίκημα με την ποινική έννοια του όρου και πως η διαδικασία της καθαίρεσης δεν έχει βάση.
«Δεν είναι ανάγκη να υπάρχει έγκλημα, όταν έχετε κάποιον που έχει διαφθείρει το προεδρικό λειτούργημά του», έλεγε τότε ο καθηγητής του Δικαίου.
«Όταν αρχίζετε να χρησιμοποιείτε την εξουσία σας και κάνετε κακό σε ανθρώπους, τότε διαπράττετε ένα σοβαρό αδίκημα» με την έννοια του Συντάγματος, έλεγε την ίδια εποχή ο Ρεπουμπλικανός Λίντσεϊ Γκράχαμ, ο οποίος έχει γίνει τώρα ένας από τους πιο πιστούς υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ.
Οι υποστηρικτές του προέδρου διαβεβαιώνουν εξάλλου πως ασκούσε τον προεδρικό ρόλο του, όταν ζητούσε από την Ουκρανία να ερευνήσει τις υποθέσεις του γιου του Τζο Μπάιντεν, του Χάντερ, σ' αυτή τη χώρα που μαστίζεται από τη διαφθορά.
«Πιστεύετε αληθινά πως επρόκειτο για μάχη εναντίον της διαφθοράς;», ρώτησε ο Άνταμ Σίφ διαβεβαιώνοντας πως ο πρόεδρος ήθελε μόνο «μια ανακοίνωση» ότι ανοίγει έρευνα.
«Μόνο όταν ο Μπάιντεν άρχισε να τον ξεπερνά στις δημοσκοπήσεις, άρχισε να ζητάει αυτές τις έρευνες», πρόσθεσε η συνάδελφός του Σίλβια Γκαρσία.
«Το ίδιο πράγμα»
Κατά τη μακροσκελή παρουσίασή των κατηγόρων, οι γερουσιαστές τεντώνονταν ή αποσύρονταν για λίγο στον προθάλαμο της αίθουσας.
Όμως αυτές οι μαραθώνιες ακροαματικές συνεδριάσεις αρχίζουν να κουράζουν τους γερουσιαστές, που εκτελούν το έργο ενόρκων. «Είναι το ίδιο πράγμα, τη μια μέρα μετά την άλλη», σχολίασε ο Ρεπουμπλικανός Τζον Μπαράσο.
Πρόκειται για ακροαματικές συνεδριάσεις που εκνευρίζουν και τον Ντόναλντ Τραμπ. Σε μια σειρά εκδικητικών μηνυμάτων του στο Twitter, κατηγόρησε τους «Δημοκρατικούς και τον δόλιο Σιφ» ότι επιδίδονται σε μια παρουσίαση «γεμάτη ψέματα και διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας».
Συνολικά οι κατήγοροι έχουν στη διάθεσή τους 24 ώρες σε διάστημα τριών ημερών για να στηρίξουν τις κατηγορίες. Από αύριο, Σάββατο, έρχεται η σειρά της υπεράσπισης που θα έχει στη διάθεσή της το ίδιο χρονικό διάστημα.
Στη συνέχεια τα δύο στρατόπεδα θα έχουν 16 ώρες για να απαντήσουν στις ερωτήσεις που θα τεθούν γραπτώς από τους γερουσιαστές.
Στη συνέχεια θα πρέπει να αποφασίσουν, με απλή πλειοψηφία, αν θα παρατείνουν τις ακροαματικές συνεδριάσεις καλώντας νέους μάρτυρες, όπως ζητούν οι Δημοκρατικοί.
«Ελπίζω, με δεδομένα αυτά που βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες και τα εύστοχα επιχειρήματα των κατηγόρων, πως τέσσερις Ρεπουμπλικανοί θα ενωθούν μαζί μας ώστε να πετύχουμε να καταθέσουν μάρτυρες και να κατατεθούν έγγραφα», δήλωσε ο επικεφαλής των Δημοκρατικών γερουσιαστών Τσακ Σούμερ.
Διαφορετικά θα περάσουν στην ψηφοφορία για την ενοχή του προέδρου. Θα χρειαστεί πλειοψηφία δύο τρίτων (67 ψήφοι) για την καθαίρεσή του, κάτι που μοιάζει a priori ανέφικτο.