Οι Σουηδοί επιστήμονες εντόπισαν τους υποδοχείς στην επιφάνεια των ανθρώπινων κυττάρων, μέσω των οποίων ο ιός εισβάλλει στο σώμα
Η σημαντική αυτή ανακάλυψη ανοίγει τον δρόμο στους επιστήμονες για καλύτερη κατανόηση της νόσου COVID-19 αλλά και για την ανάπτυξη αποτελεσματικότερων θεραπειών στο εγγύς μέλλον.
Ωστόσο οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Ουψάλα στη Σουηδία έλεγξαν προγνωστικά μοντέλα βιοπληροφορικής που είχε αναπτύξει ο Δρ. Τομπι Γκιμπσον του Ευρωπαϊκού Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας (EMBL) στη Χαϊδελβέργη και τα οποία προβλέπουν τις πιθανές αλληλεπιδράσεις που παίζουν καθοριστικό ρόλο για την είσοδο του κορωνοϊού στα ανθρώπινα κύτταρα.
Όπως είναι ήδη γνωστό, η πρωτεΐνη-ακίδα S του SARS-CoV-2 δεσμεύει την πρωτεΐνη του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης 2 (ACE2) στην εξωτερική επιφάνεια του ανθρώπινου κυττάρου και έτσι καταφέρνει να εισβάλλει στα ανθρώπινα κύτταρα.
Οι μοριακές λεπτομέρειες αυτής της διαδικασίας παρέμεναν μέχρι σήμερα ασαφείς παρά την έρευνα σχετικά με το SARS-CoV-2 και άλλους κορωνοϊούς. Επίσης, το ACE2 δεν είναι παρόν στα κύτταρα των ανθρωπίνων πνευμόνων, κάτι που σημαίνει ότι παίζουν ρόλο διαφορετικοί παράγοντες όταν ο ιός μολύνει τα συγκεκριμένα κύτταρα και προκαλεί πνευμονία.
Οι Σουηδοί ερευνητές έλεγξαν τα in vitro προγνωστικά μοντέλα και απέδειξαν ότι το ACE2 και ο υποδοχέας ιντεγκρίνη βήτα-3 αλληλεπιδρούν με σημαντικούς «παίκτες» στην αυτοφαγία και την ενδοκυττάρωση, δύο κυτταρικές διαδικασίες πρόσληψης και απόρριψης ουσιών. Αυτό σημαίνει ότι αυτές οι βιολογικές διαδικασίες ενδέχεται να παραβιαστούν από τον ιό κατά τη διάρκεια της μόλυνσης του ανθρώπινου κυττάρου.