Η συνέντευξη Μπάιντεν και ο χαρακτηρισμός του Πούτιν ως δολοφόνου σηματοδοτούν το τέλος του ειδυλλίου που είχε στήσει ο Ντόναλντ Τραμπ με τον Ρώσο πρόεδρο - Νέες ισορροπίες για Κίνα, Τουρκία και Ελλάδα
Η τηλεοπτική συνέντευξη του Αμερικανού προέδρου, σηματοδότησε κατά πολλούς, την έναρξη ενός άτυπου, δεύτερου ψυχρού πολέμου. Ακόμα και αν κάτι τέτοιο ακούγεται ολίγον τι δραματικό, αν μη τι άλλο, σηματοδοτεί το τέλος μίας εποχής. Της εποχής που οι αμερικανορωσικές σχέσεις εκινούντο σε ελεγχόμενα ανταγωνιστικό πλαίσιο. Πλέον, βρίσκονται σε ταραχώδη και άγνωστα νερά. Ο Τζο Μπάιντεν υιοθέτησε μία άκρως συναισθηματική, διόλου διπλωματική γλώσσα, προχωρώντας σε προσωπικούς χαρακτηρισμούς για τον Ρώσο ομόλογό του. Ερωτηθείς από τον Τζορτζ Στεφανόπουλο στο ABC, εάν εκτιμά ότι ο πρόεδρος της Ρωσίας «είναι ένας δολοφόνος», ο Τζο Μπάιντεν απάντησε καταφατικά: «Ναι το πιστεύω». Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ χαρακτήρισε αυτές τις δηλώσεις «πολύ κακές» και πρωτόγνωρες.
Ακόμα και στην πιο οξεία φάση του Ψυχρού Πολέμου και οι δύο πλευρές τηρούσαν κάποια προσχήματα και σε καμία περίπτωση δεν διολίσθαιναν σε προσωπικές επιθέσεις. Αρχικά, υπήρξε μία δυσπιστία. Μήπως επρόκειτο για λεκτικό ατόπημα του Μπάιντεν; Είναι γνωστή η προβληματική σχέση των δύο ανδρών, από τότε ακόμα που ο Μπάιντεν βρισκόταν στο πλευρό του Μπαράκ Ομπάμα ως αντιπρόεδρος. Ο Λευκός Οίκος, όμως, υπερασπίστηκε το σχόλιο, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχουν "δεύτερες σκέψεις" για ανάκλησή του. Κατά συνέπεια, επιβεβαιώθηκε έτσι ένα προσχεδιασμένο διπλωματικό επεισόδιο, το οποίο επιδεινώνει οριστικά τις διμερείς σχέσεις.
Τέτοιου είδους επιθέσεις δηλητηριάζουν τη δυνατότητα επαφών και διευθετήσεων, έστω στο πλαίσιο της ανταγωνιστικής σχέσης. Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών διεμήνυσε ότι η Ουάσιγκτον θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν της το ενδεχόμενο «μη αναστρέψιμης φθοράς» στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας. Να θυμίσουμε ότι της συνέντευξης είχε προηγηθεί η ειδική έκθεση του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ, με θέμα την απόπειρα ξένων κρατών να επηρεάσουν την εκλογική διαδικασία του 2020, με προεξάρχουσα τη Ρωσία.
Η εξέλιξη αυτή αναπτύσσει μία απρόβλεπτη δυναμική. Η Αμερική είναι υπερδύναμη, αλλά η Ρωσία δεν είναι εύκολος αντίπαλος. Το πιθανότερο είναι ότι σε πρώτη φάση, η Ουάσιγκτον θα επιχειρήσει να κλιμακώσει τις οικονομικές κυρώσεις, σε μία προσπάθεια να δημιουργήσει ασφυξία στη ρωσική οικονομία. Η επίθεση Μπάιντεν, όμως, είχε και άλλους αποδέκτες. Από τη μία, διαμηνύει στη Δύση ότι οι ΗΠΑ αλλάζουν σελίδα σε ό,τι αφορά στη Ρωσία. Στο νέο αυτό δίπολο, η Ουάσινγκτον δεν θέλει φυσικά να είναι μόνη. Προσβλέπει και στη σύμπλευση άλλων χωρών της Δύσης. Είναι τουλάχιστον αφελές, όμως, να πιστεύει κανείς ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ θα έχουν ξανά μια απόλυτα ενιαία αντίληψη. Και αυτό επειδή η εποχή που ο κόσμος δεν ήταν πολυπολικός, έχει παρέλθει. Η κάθε χώρα έχει τη δική της ατζέντα και δεν πρόκειται να ακολουθήσει τυφλά τις ΗΠΑ. Ενδεικτικό παράδειγμα η Γερμανία, η οποία έχει αναβαθμίσει τις εμπορικές σχέσεις της με τη Ρωσία.
Ερωτήματα εγείρονται και για τον ρόλο της Άγκυρας και του Ταγίπ Ερντογάν. Η Ουάσινγκτον αναμένεται να κλιμακώσει τις πιέσεις, ώστε ο Τούρκος πρόεδρος να απομακρυνθεί από τον Πούτιν και να επανέλθει στο λεγόμενο «δυτικό μαντρί». Κάτι τέτοιο επίσης φαντάζει ανέφικτο. Η Άγκυρα θα διατηρήσει το γεωπολιτικό φλερτ με τον Πούτιν για όσο ακόμα την συμφέρει. Στο πλαίσιο αυτό, αν και με καθυστέρηση, ο Ερντογάν, καταδίκασε την επίθεση Μπάϊντεν. «Τα λόγια αυτά είναι ακατάλληλα από έναν πρόεδρο».
Οι δηλώσεις έγιναν μετά την καθιερωμένη μουσουλμανική προσευχή. «Ο Πούτιν έχει κάνει ό,τι είναι απαραίτητο δίνοντας μια πολύ έξυπνη και κομψή απάντηση». Θυμίζουμε ότι ο Ρώσος πρόεδρος ευχήθηκε στον πρόεδρο Μπαϊντεν «να είναι καλά στην υγεία του» και τον κάλεσε σε διαδικτυακές συνομιλίες. Ο Λευκός Οίκος απάντησε ότι ο Μπάιντεν θα συναντηθεί με τον Ρώσο ηγέτη «όταν ο χρόνος θα είναι κατάλληλος». «Είμαι βέβαιος ότι θα μιλήσουμε κάποια στιγμή» είπε ο ίδιος ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ αναχωρούσε από τον Λευκό Οίκο για την Ατλάντα.
Επιπλέον, ο σφικτός εναγκαλισμός με τις ΗΠΑ δεν συμβαδίζει με τις φιλοδοξίες και επιδιώξεις του Ερντογάν. Η Τουρκία έχει θέσει ως στόχο να ανακτήσει την επιρροή της σε πρώην οθωμανικές περιοχές και εντέλει να αναχθεί σε ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου. Κάποιος που βλέπει τον εαυτό του ως «εκπρόσωπο του μουσουλμανικού κόσμου», ορθώνει το ανάστημά του έναντι της Δύσης και δεν υπάγεται ως δευτεραγωνιστής σε αυτήν. Το πιθανότερο είναι ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να ακροβατεί μεταξύ Ρωσίας και Αμερικής. Το ζητούμενο είναι αν και πότε θα συνειδητοποιήσει η Ουάσινγκτον τη διάψευση των προσδοκιών της σε σχέση με την Τουρκία. Απ’ ό,τι φαίνεται, μέχρι να συμβεί αυτό, ο Ερντογάν θα κεφαλαιοποιήσει την υπομονή που επιδεικνύουν οι ΗΠΑ, προσβλέποντας σε μία πιθανή ανοικοδόμηση των δεσμών της με την Τουρκία. Όσο και αν αυτή διαρκέσει.
Τα οφέλη αυτής είναι εμφανή, αν κρίνει κανείς το δημοσίευμα του Reuters, το οποίο υποστηρίζει ότι η Ουάσινγκτον παρενέβη με σκοπό να μην επιβληθούν ευρωπαϊκές κυρώσεις στην Τουρκία. Αμερικανός διπλωμάτης επικαλέστηκε τη διάθεση της Άγκυρας να συμβιβαστεί… γενικώς και αορίστως. Ο Τούρκος πρόεδρος έχει πράγματι μειώσει την αντιδυτική και αντιαμερικανική ρητορική του σε μια προφανή προσπάθεια επαναφοράς της ταραγμένης σχέσης με τους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν έχει δεχτεί να κάνει ούτε βήμα πίσω στο ζήτημα των S-400.
Μία ακόμα παράπλευρη απώλεια της έντασης που ξεκίνησαν οι ΗΠΑ είναι η Κίνα. Τί και αν υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίκεν, κατά την έναρξη της διήμερης συνάντησής του με Κινέζους ομολόγους του στην Αλάσκα, δήλωσε ότι η Κίνα «απειλεί τη βασιζόμενη σε κανόνες τάξη που εγγυάται την παγκόσμια σταθερότητα»; Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι μετά τη μετωπική σύγκουση Ουάσινγκτον -Μόσχας, η τελευταία δεν αποκλείεται να στραφεί προς την Κίνα. Μία Κίνα που είναι οικονομικά ισχυρότερη από τις ΗΠΑ. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, ο Μπάϊντεν άθελά του να επισπεύσει τη διαμόρφωση ενός νέου διδύμου επιρροής, το οποίο θα συγκροτείται από τη στρατιωτικά ισχυρή Ρωσία και οικονομικά εύρωστη Κίνα. Εξάλλου, το διπλωματικό πλάνο του Μπάιντεν περιλαμβάνει αντιπαράθεση και με την Κίνα, σε μία προσπάθεια να επαναφέρει την πρότερη κυριαρχία της στο ΝΑΤΟ και όχι μόνο. Ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου λέει η λαϊκή παροιμία.
Ενδιαφέρον πάντως παρουσιάζει και το τάιμινγκ ενός νέου εσωτερικού μετώπου που έχει να αντιμετωπίσει ο Πούτιν. Εκτός από τις ΗΠΑ, μία χούφτα ολιγαρχών με πρωτοστάτη τον καταζητούμενο 57χρονο ολιγάρχη Μιχαήλ Χορντορκόφσκι που βρίσκεται σε εξορία σε μία βίλα στην Ελβετία και σε άλλη μια στο Λονδίνο, έχει σηκώσει κεφάλι. Προσφάτως, συνελήφθησαν διακόσια ατόμα που ήταν συγκεντρωμένοι σε αμφιθέατρο της Μόσχας και παρακολουθούσαν φόρουμ που διοργάνωσαν οι “ Ενωμένοι Δημοκράτες” και η “Ανοιχτή Ρωσία”.
Και οι δύο μη κυβερνητικές οργανώσεις πρόσκεινται στον Χορντορκόφσκι. Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και ο αντιπρόεδρος του Ιδρύματος “Ελεύθερη Ρωσία” που εκπροσωπεί μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που εδρεύει στην Ουάσινγκτον. Οι συμμετέχοντες μεταφέρθηκαν σε αστυνομικά τμήματα της Μόσχας, όπου τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες για «τη συμμετοχή σε δραστηριότητες μίας ξένης ανεπιθύμητης οργάνωσης». Η οργάνωση “Ανοιχτή Ρωσία”, μεταξύ άλλων θέλει να εντάξει τη Ρωσία στην ΕΕ και ιδρύθηκε από τον Χοντορκόφσκι από το Λονδίνο. Οι συμμετέχοντες που συνελήφθησαν δήλωσαν ότι δεν έχουν καμία σχέση με την παραπάνω οργάνωση. Χαρακτήρισαν την εκδήλωση συνέδριο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Δεν αργούν να ξεκινούν και οι δίκες των συλληφθέντων, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι είτε με επιβολή προστίμου, είτε με φυλάκιση έως έξι ετών και αποκλεισμό από τις εκλογές σε όλα τα επίπεδα. Αντιθέτως, υποαστηρικτές του Πούτιν κάνουν λόγο για το γνωστό ολιγαρχικό πραξικόπημα, με στόχο τον περιορισμό της εξουσίας του προέδρου Πούτιν.
Πηγή: Protothema.gr