Ενώ πολλοί αναλυτές εντός και εκτός Τουρκίας εκτιμούν ότι πλησιάζει το τέλος της εποχής του Ερντογάν, βάζοντας ορόσημο τις εκλογές την άνοιξη του 2023, ο Τούρκος πρόεδρος, που διαγνώστηκε το Σάββατο θετικός στον κορωνοϊό, καμία πρόθεση δεν έχει να εγκαταλείψει την εξουσία
Πολλοί είναι οι αναλυτές εντός και εκτός Τουρκίας που αναρωτιούνται πώς πρόκειται να χειριστεί ο Ταγίπ Ερντογάν την κομβική στιγμή που κοντοζυγώνει. Ο λόγος για τις προεδρικές εκλογές την άνοιξη του 2023. Οι ενδείξεις είναι αρνητικές για τον «σουλτάνο». Οι περισσότεροι εκτιμούν ότι το πιθανότερο είναι να γαντζωθεί στην εξουσία, ακόμα και αν η πλειοψηφία των Τούρκων επιδιώξει την απομάκρυνσή του. Αν και ο Ερντογάν το 2023 θα συμπληρώσει στην εξουσία 21 συνεχή χρόνια, δεν δείχνει διατεθειμένος να αποσυρθεί, αποδεχόμενος ότι έφτασε πια στη δύση της πολιτικής του σταδιοδρομίας.
Ισως επειδή φοβάται -και όχι άδικα- ότι οι πολιτικοί του αντίπαλοι θα εγκαλέσουν αυτόν και την οικογένειά του για τα ουκ ολίγα πολιτικά και οικονομικά τους εγκλήματα. Οσο πλησιάζουν, λοιπόν, οι εκλογές τόσο εντείνονται οι ανησυχίες πως θα κάνει ό,τι χρειάζεται για να παραμείνει στο παλάτι του. Στον κοινοβουλευτισμό οι ηγέτες μπορεί να μην είναι παντοτινοί, αλλά η Τουρκία έχει προ πολλού παραβιάσει ακόμα και τον στοιχειώδη κανόνα του κοινοβουλευτισμού, ειδικά μετά την αμφιλεγόμενη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016. Μετά από αυτό και το κύμα διώξεων κάθε είδους πολιτικών αντιπάλων, το προεδρικό καθεστώς έγινε ερντογανικό με την κατάργηση κάθε έννοιας κράτους δικαίου.
Από τότε όλες οι πτυχές της δημόσιας ζωής ελέγχονται από τον ίδιο και τα όργανά του. Μόλις λίγες ημέρες νωρίτερα, συνέλαβε τη δημοσιογράφο Σεντέφ Καμπάς με την κατηγορία ότι «εξύβρισε τον πρόεδρο», επειδή χρησιμοποίησε στην τηλεόραση μια παροιμία! Εχουν ήδη προηγηθεί χιλιάδες που έχουν καταδικαστεί με την ίδια κατηγορία της εξύβρισης. Την ίδια τύχη φαίνεται ότι θα έχει και η πολύ γνωστή Τουρκάλα τραγουδίστρια Σεζέν Ακσού, εξαιτίας ενός τραγουδιού που θεωρήθηκε προσβλητικό από τους συντηρητικούς κύκλους της Τουρκίας.
Ωστόσο, παρά το κύμα των μαζικών εκκαθαρίσεων στους κρατικούς μηχανισμούς και τον ακραίο αυταρχισμό, γεγονός είναι ότι ο Τούρκος πρόεδρος βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο. Η οικονομική κρίση έχει συρρικνώσει τη δημοτικότητά του, προαναγγέλλοντας εκλογική ήττα του.
Η αντιπαράθεση του Ερντογάν με τη Δύση υπονόμευσε την τουρκική λίρα, με αποτέλεσμα η τεράστια υποτίμησή της να προκαλεί έντονο πληθωρισμό και σοβαρότατα προβλήματα στην πραγματική οικονομία. Η δε κλιμακούμενη φτωχοποίηση ειδικά των λαϊκών στρωμάτων, που στήριξαν την τελευταία 20ετία τον Ταγίπ Ερντογάν και το κόμμα του, ροκανίζει την εκλογική επιρροή του. Ο Τούρκος πρόεδρος δείχνει να αδιαφορεί για τον πληθωρισμό και την υποτίμηση του νομίσματος επιλέγοντας μια επεκτατική πολιτική χαμηλών επιτοκίων.
Η Λαϊκή Συμμαχία, που περιλαμβάνει το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και το ακροδεξιό Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, θα λάμβανε το 40,5% των ψήφων. Οπως όλα δείχνουν, ο Ταγίπ Ερντογάν θα έχει απέναντί του υποψήφιο που θα στηρίξει ρητά σύσσωμη η αντιπολίτευση προκειμένου να εκτοπίσει τον «σουλτάνο» από την εξουσία, διαπιστώνει η έρευνα που δημοσίευσε. Μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι για πρώτη φορά ο Τούρκος πρόεδρος μίλησε δημόσια για το ενδεχόμενο να βρεθεί εκτός εξουσίας. Είναι κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν και κατά πόσο ο Ερντογάν θα αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν κατά τρόπο ομαλό ή θα μεθοδεύσει κάποιου είδους εκτροπή με σκοπό να παραμείνει στην εξουσία.
Μεταξύ αυτών που πιστεύουν ότι τα χειρότερα δεν έχουν περάσει για την Τουρκία είναι και ο συνεργάτης του Washington Institute for Near East Policy και συγγραφέας του βιβλίου «Το φθινόπωρο ενός Σουλτάνου - Ο Ερντογάν αντιμέτωπος με τις ασυγκράτητες δυνάμεις της Τουρκίας» Σονέρ Τσαπτάι. Οπως γράφει, «ο ηγέτης της πιο παλιάς δημοκρατίας και της μεγαλύτερης οικονομίας που υπάρχει ανάμεσα στην Ιταλία και στην Ινδία βρίσκεται αντιμέτωπος με μια απόδοση λογαριασμού και ευθυνών: σε δεκαοχτώ μήνες στην Τουρκία θα διεξαχθούν προεδρικές εκλογές στις οποίες ο Ερντογάν είναι πολύ απίθανο να επικρατήσει. Και, δεδομένης της μακράς παράδοσής του στη διαφθορά και στην κατάχρηση εξουσίας, θα μπορούσε να δικαστεί στην περίπτωση που χάσει την εξουσία. Φαίνεται ξεκάθαρα πως ο Ερντογάν θα αποπειραθεί να κάνει τα πάντα για να παραμείνει στη θέση του, ακόμη και να σαμποτάρει την ομαλότητα της εκλογικής διαδικασίας, να μην αναγνωρίσει το αποτέλεσμα ή να υποκινήσει μια εξέγερση τύπου 6ης Ιανουαρίου».
Η προβληματική υγεία του περιπλέκει την εξίσωση. Το Σάββατο μάλιστα, ανακοίνωσε ότι είναι θετικός στον κορωνοϊό εκείνος και η σύζυγος του. Σε ανάρτηση του μάλιστα, θέλησε να ξεκαθαρίσει ότι αντιμετωπίζει την νόσο με ήπια συμπτώματα. Η Δύση έχει υιοθετήσει στάση αναμονής, ελπίζοντας να τον ξεφορτωθεί στις εκλογές του 2023 ή και νωρίτερα εάν τεθεί εκτός μάχης για λόγους υγείας. Ο Ταγίπ Ερντογάν, όμως, δεν είναι Δυτικός πολιτικός.
Δεν πρόκειται μόνο για κραυγαλέα διαφθορά. Πρόκειται και για αιματηρές προβοκάτσιες. Στην Τουρκία, εξάλλου, το κλίμα που επικρατεί δεν βοηθάει την ομαλή μετάβαση. Η πολιτική πόλωση έχει χτυπήσει ταβάνι και -το σημαντικότερο- έχει διαχυθεί στην κοινωνία με αποτέλεσμα η τουρκική κοινωνία να είναι βαθιά διχασμένη. Το γεγονός αυτό δυσκολεύει κάποιους είδους παρασκηνιακή συμφωνία για παροχή ασυλίας στον ίδιο και στην οικογένειά του εάν παραδώσει ομαλά την εξουσία. Ο Ερντογάν δείχνει να μην εμπιστεύεται ούτε την αντιπολίτευση, αλλά ούτε και τους Αμερικανούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να παίξουν ρόλο εγγυητή.
Πρόβλημα για τη Δύση
Ενας ακόμα λόγος που μπορεί να οδηγήσει τον Τούρκο πρόεδρο σε εκτροπή είναι ο φόβος του ότι η Δύση τού στήνει παγίδα. Το αλλοτινό «αγαπημένο παιδί» των Δυτικών έχει γίνει μεγάλο πρόβλημα, ειδικά από τότε που άρχισε να ξεδιπλώνει τη δική του ανεξάρτητη ατζέντα για τον διεθνή ρόλο της Τουρκίας και κυρίως από τότε που ξήλωσε τα εκεί δυτικά δίκτυα επιρροής. Κατέστη δε κόκκινο πανί όταν τα βρήκε με τον πρόεδρο Πούτιν. Προς το παρόν, όμως, οι Αμερικανοί αποφεύγουν τη ρήξη με το καθεστώς Ερντογάν επειδή φοβούνται μήπως έτσι χάσουν οριστικά την Τουρκία.
Το πραξικόπημα του 2016 έπεισε τον «σουλτάνο» ότι οι ΗΠΑ τον θεωρούν εμπόδιο και επιδιώκουν την ανατροπή του. Η παντελής έλλειψη εμπιστοσύνης προς αυτές και η πεποίθηση πως τον έχουν προγράψει κατέστησαν μονόδρομο για τον Τούρκο πρόεδρο τον εναγκαλισμό με τον Πούτιν, προκειμένου να εξισορροπήσει τις δυτικές πιέσεις. Από την πλευρά τους οι Αμερικανοί προετοιμάζονται για τη μετά Ερντογάν εποχή, θεωρώντας μάλλον αυθαίρετα ότι η Τουρκία θα επιστρέψει στη θέση που ήταν πριν από το 2002.
Πρόκειται, όμως, περισσότερο για ευσεβή πόθο παρά για ρεαλιστική εκτίμηση. Είναι προφανές ότι αυτές τις δύο δεκαετίες έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι, πως η σημερινή Τουρκία είναι πολύ διαφορετική από αυτό που ήταν όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης σχημάτιζε για πρώτη φορά κυβέρνηση. Σε περίπτωση που ο Τούρκος πρόεδρος διαπιστώσει ότι χάνει τις εκλογές, ένα σενάριο είναι να οργανώσει εκλογική νοθεία. Ο έλεγχος που ασκεί πάνω στους κρίσιμους κρατικούς μηχανισμούς τον διευκολύνει. Ενα άλλο σενάριο είναι να επικαλεστεί λόγους υγείας για να τις αναβάλει.
Και τέλος, ένα τρίτο σενάριο είναι λίγο πριν από τις εκλογές να φροντίσει με κάποιον τυχοδιωκτισμό να συσπειρώσει την τουρκική κοινωνία πίσω του, ενεργοποιώντας τα εθνικιστικά αντανακλαστικά της. Πρόκειται για γνωστή συνταγή. Ενας συνήθως εξωγενής παράγοντας και μια «εθνική νίκη» αλλάζουν τους συσχετισμούς δυνάμεων, έστω και πρόσκαιρα. Το εθνικιστικό υπόστρωμα που διαποτίζει παραδοσιακά τη χώρα τον εξυπηρετεί. Η προσάρτηση της κατεχόμενης Κύπρου είναι μία από τις ενδεχόμενες επιλογές του Ερντογάν. Το έχει αφήσει να διαφανεί, άλλωστε, εδώ και καιρό. Η Αθήνα βρίσκεται σε επιφυλακή, καθώς δεν μπορεί να αποκλείσει ακόμα και ένα θερμό επεισόδιο σε χρόνο που θα νομίζει ότι θα του εξασφαλίσει μια εύκολη νίκη.