Μια νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό PLOS Medicine, κατέδειξε ότι η συχνότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων, κυρίως πνευμονικής εμβολής, κολπικών αρρυθμιών και φλεβικών θρομβώσεων, αυξήθηκε για το πρώτο διάστημα μετά από νόσηση με κορονοϊό, ενώ η συχνότητα εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη παρέμεινε επίσης αυξημένη για τουλάχιστον 12 εβδομάδες μετά.
Τι έδειξε η έρευνα
Οι ερευνητές ανέλυσαν ηλεκτρονικά αρχεία 428.650 ασθενών με COVID-19 από το Ηνωμένο Βασίλειο χωρίς σακχαρώδη διαβήτη ή καρδιαγγειακή νόσο, οι οποίοι αντιστοιχίστηκαν με 428.650 ασθενείς ελέγχου ως προς την ηλικία και το φύλο και παρακολουθήθηκαν ως τον Ιανουάριο του 2022. Η διάμεση διάρκεια παρακολούθησης ήταν 12 μήνες και ο χρόνος παρακολούθησης διαιρέθηκε σε 4 εβδομάδες από την ημερομηνία μόλυνσης, 5 ως 12 εβδομάδες μετά και 13 ως 52 εβδομάδες μετά. Υπήρχε μια ελαφρά γυναικεία υπεροχή στον υπό μελέτη πληθυσμό, με διάμεση ηλικία τα 35 έτη.
Βρέθηκε ότι η επίπτωση σακχαρώδη διαβήτη αυξήθηκε τις πρώτες 4 εβδομάδες μετά την COVID-19 (προσαρμοσμένη αναλογία ποσοστού [RR] 1,81, 95% διάστημα εμπιστοσύνης [CI] 1,51-2,19, P < 0,001) και παρέμεινε αυξημένη από 5 ως 12 εβδομάδες (RR 1,27, 95% CI 1,11-1,46, P < 0,001), αλλά όχι από 13 ως 52 εβδομάδες (RR 1,07, 95% CI 0,99-1,16, P = 0,07). Ομοίως, η αρχική περίοδος μετά COVID-19 συσχετίστηκε με αυξημένη συχνότητα για καρδιαγγειακή νόσο, κυρίως πνευμονικής εμβολής, κολπικών αρρυθμιών και φλεβικών θρομβώσεων (RR 5,82, 95% CI 4,82-7,03, P < 0,001) με τη συχνότητα να μειώνεται κατά την περίοδο 5 έως 12 εβδομάδων μετά (RR 1,49, 95% CI 1,2-1,73, P < 0,001). Η συχνότητα εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου μειώθηκε εμφανώς από 13 ως 52 εβδομάδες μετά (RR 0,80, 95% CI 0,73-0,88, P < 0,001).
Συμπερασματικά, η μελέτη αυτή κατέδειξε ότι η επίπτωση καρδιομεταβολικών προβλημάτων αυξάνεται κατά τους πρώτους μήνες μετά από COVID-19. Οι συμβουλές προς τους ασθενείς που αναρρώνουν θα πρέπει λοιπόν να εμπεριέχουν και σχετικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της διατροφής, της διαχείρισης σωματικού βάρους και αυξημένων επιπέδων σωματικής δραστηριότητας.
Οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σταυρούλα (Λίνα) Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας) Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα κύρια σημεία της μελέτης αυτής.
Πηγή: ethnos.gr