«Δύσκολο να διαχειριστούμε τα ξεσπάσματα της ευλογιάς των πιθήκων. Πολλοί παραμένουν αδρανείς επειδή φοβούνται μήπως στιγματίσουν ανθρώπους», είπε στο Politico η Κάθριν Σμόλγουντ του ΠΟΥ.
Το περασμένο Σάββατο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) κήρυξε ανώτατο επίπεδο συναγερμού για την αντιμετώπιση της ευλογιάς των πιθήκων, καλώντας όλα τα κράτη του πλανήτη να αντιμετωπίσουν κατά μέτωπο τον ιδιαίτερα μεταδοτικό αυτό ιό που εξαπλώνεται με γρήγορη ταχύτητα στον κόσμο και την Ευρώπη.
Σημειώνουμε ότι στην Ελλάδα, μέχρι και σήμερα, τα επιβεβαιωμένα κρούσματα του συγκεκριμένου ιού, που μεταδίδεται με τη σωματική επαφή, έχουν φτάσει τα 32. Όσον αφορά την Ευρώπη, μέχρι τις 26 Ιουλίου 2022 καταγράφηκαν 13.043 κρούσματα της νόσου σε 37 διαφορετικές χώρες.
Με την απόφαση αυτή, ο ΠΟΥ κατέστησε σαφές ότι τα ευρωπαϊκά κράτη πλέον δε μπορούν να «κρύβονται» από την πραγματικότητα: η ευλογιά των πιθήκων εξαπλώνεται και οι ιθύνοντες πρέπει να φροντίσουν τόσο για την θεραπεία των ασθενών, όσο και την πρόληψη και διάγνωση των φορέων.
Ωστόσο, κάποιοι εκφράζουν τις ανησυχίες τους ότι ενδεχομένως να είναι πολύ αργά για να εμποδίσουμε αυτό που πρόκειται να έρθει, καθώς τα κρούσματα συνεχίζουν να αυξάνονται στην Ευρώπη, παρά τις όποιες προσπάθειες έχουν γίνει για τον περιορισμό τους.
«Θα είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστούμε τα ξεσπάσματα της ευλογιάς των πιθήκων που υπάρχουν. Και όμως, αυτός πρέπει να είναι ο στόχος μας», τόνισε στο Politico η Κάθριν Σμόλγουντ, ανώτερη αξιωματούχος έκτακτης ανάγκης του ΠΟΥ.
Όπως εξήγησε η ίδια, για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να σταματήσει η μετάδοση του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο στην Ευρώπη, «κάτι που θα είναι δύσκολο, αλλά κηρύξαμε ανώτατο επίπεδο διεθνούς συναγερμού, για να εντείνουμε τις προσπάθειες».
Όπως αναφέρεται στο σχετικό δημοσίευμα του Politico, δεν υπάρχει κάποια «μαγική συνταγή» για τον περιορισμό της διασποράς. Ήδη από τις αρχές του Μαΐου, στη Γηραιά Ήπειρο έχει σημειωθεί ταχύτατη εξάπλωση και, όπως υπογράμμισε την Τρίτη ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού ΠΟΥ, Χανς Κλουτζ, «για το ξέσπασμα της ευλογιάς των πιθήκων πρέπει να πάρουμε μαθήματα από τη διασπορά του HIV και του κορονοϊού.
Δε φτάνουν τα εμβόλια – Πρέπει να αλλάξουμε συμπεριφορά
Όπως και στην περίπτωση της πανδημίας του κορονοϊού, έτσι και με την ευλογιά, υπάρχει η ελπίδα ότι ένα εμβόλιο θα μπορούσε να βάλει ένα τέλος στο παρόν ξέσπασμα.
Εντούτοις, λαμβάνοντας υπόψη πως υπάρχει μόνο ένα εγκεκριμένο εμβόλιο που προλαμβάνει την ευλογιά των πιθήκων (το «Imvanex»), τα αποθέματα δεν επαρκούν.
«Ακόμα και όταν το εμβόλιο είναι ευρύτερα διαθέσιμο, θα χρειαστεί ένας συνδυασμός των εμβολιασμών με αλλαγές στη συμπεριφορά, ιδιαίτερα στις πρώτες φάσεις της χορήγησης. Αυτό ισχύει διότι το εμβόλιο δε δρα αμέσως, αλλά μετά από ένα χρονικό διάστημα», δήλωσε η Σμόλογουντ.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την ίδια η καλύτερη «άμυνα» που έχουμε αυτή τη στιγμή έναντι του ιού της ευλογιάς των πιθήκων, είναι οι αλλαγές στη συμπεριφορά των ανθρώπων.
Το πρόβλημα με το στιγματισμό
«Τη στιγμή που τα κρούσματα κατά κύριο λόγο -αν και όχι αποκλειστικά- μεταδίδονται μέσω της στενής σωματικής επαφής μεταξύ των ανδρών που κάνουν σεξ με άλλους άνδρες, η συνεργασία με αυτές τις κοινότητες θα είναι το κλειδί για να σταματήσουμε τη μετάδοση», επισήμανε η Σμόλγουντ.
Αλλά και ο Χανς Κλουτζ πρόσθεσε ότι οι αξιωματούχοι της υγείας θα πρέπει να καταρρίψουν οποιαδήποτε εμπόδια υπάρχουν σχετικά με τον διαγνωστικό έλεγχο, την ιατρική φροντίδα ή τον εμβολιασμό, παρέχοντας ξεκάθαρες πληροφορίες για την ευλογιά των πιθήκων σε όλους όσους το χρειάζονται.
«Εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο χρειάζεται να λάβουν τις απαραίτητες πληροφορίες. Να σκεφτούν να περιορίσουν τον αριθμό των σεξουαλικών τους παρτενέρ αυτή τη στιγμή. Αυτό μπορεί να είναι ένα σκληρό μήνυμα, αλλά εάν είστε προσεκτικοί, μπορείτε να προφυλάξετε τον εαυτό σας και την ευρύτερη κοινότητα», είπε ο ίδιος.
Από την πλευρά τους, οι κυβερνήσεις πρέπει να δώσουν αναρρωτικές σε όσους πρέπει να μπουν σε καραντίνα και να δουλέψουν μαζί με τις ομάδες υψηλού ρίσκου για να μεταδώσουν τις αναγκαίες πληροφορίες, αναφέρει ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού ΠΟΥ. Ταυτόχρονα οι χώρες επίσης θα πρέπει να ενισχύσουν την παρακολούθηση της ασθένειας «διότι πολλά κρούσματα πιθανόν δεν έχουν καταγραφεί».
Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι η φόβος στιγματισμού της κοινότητας που κινδυνεύει περισσότερο από την ευλογιά των πιθήκων -τους άνδρες, δηλαδή, που έρχονται σε σεξουαλική επαφή με άλλους άνδρες- «ήταν ο καταλύτης για την αργή ή και ανύπαρκτη ανταπόκριση ορισμένων χωρών», σύμφωνα με τη Σμόλγουντ.
«Πολλοί άνθρωποι δεν έχουν δράσει, επειδή φοβούνται πως θα στιγματίσουν τις κοινότητες αυτές. Κατά την άποψή μου, αυτό δεν είναι δικαιολογία για να μείνουμε αδρανείς. Εάν δράσουμε τώρα ανοιχτά και δημόσια για να προστατεύσουμε αυτούς τους ανθρώπους, ίσως όντως θα υπάρχουν κάποια επακόλουθα κοινωνικού στιγματισμού. […] Εάν όμως δεν πούμε τίποτα, θα βλάψουμε περισσότερο τη συγκεκριμένη κοινότητα, επιτρέποντας στο ξέσπασμα να εξαπλωθεί ανεξέλεγκτο. Με αυτό τον τρόπο οι άνθρωποι αυτοί θα στιγματιστούν περισσότερο», κατέληξε η ίδια.
Το παράδειγμα της Πορτογαλίας
Η Πορτογαλία είναι μια από τις χώρες που έχουν αντιμετωπίσει το πρόβλημα ευθέως:
«Στην αρχή ανησυχούσα ότι η ασθένεια αυτή θα συνδεόταν με την κοινότητα των γκέι, αλλά η κυβέρνηση της Πορτογαλίας έχει κάνει μία πολύ καλή δουλειά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενημερώνοντας τους ανθρώπους για την ευλογιά των πιθήκων και εξηγώντας ότι οποιοσδήποτε θα μπορούσε να κολλήσει», είπε στο Politico ο Φρανσίσκο Σίλβα, γιατρός που δουλεύει σε σεξουαλική κλινική στη Λισσαβόνα.
Η ομάδα του ήταν μία από τις πρώτες που διέγνωσε κρούσματα ευλογιάς των πιθήκων στη χώρα τον περασμένο Μάιο. Ο ίδιος μοιράστηκε τα δεδομένα που είχε που είχε συλλέξει στο εργαστήριο με μία διαδικτυακή πλατφόρμα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών και γρήγορα επιβεβαιώθηκε ότι επρόκειτο για την εν λόγω ασθένεια και το υπουργείο Υγείας ανταποκρίθηκε άμεσα.
«Η Πορτογαλία ανταποκρίθηκε πολύ νωρίς, με μία δυνατή καμπάνια που απευθυνόταν στοχευμένα στις κοινότητες μέσα από τα δίκτυα και τις κλινικές σεξουαλικής υγείας», ανέφερε η Σμόλγουντ.
Και, πράγματι, η αύξηση των κρουσμάτων στην Πορτογαλία άρχισε να σταθεροποιείται, χωρίς τη μαζική χορήγηση εμβολίων.
Πηγή: iEidiseis.gr - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΑΠΕ-EPA/ SALVATORE DINOLFI