Κόσμος

Ελλάδα και Τουρκία μπροστά σε ένα παράθυρο ευκαιρίας να λάβουν επώδυνες αποφάσεις

Ελλάδα και Τουρκία μπροστά σε ένα παράθυρο ευκαιρίας να λάβουν επώδυνες αποφάσεις

Μιλά στο in η Ζουχάλ Μερτ Ουζουνέρ, καθηγήτρια στο Ερευνητικό Κέντρο Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μαρμαρά

Η αντίστροφη μέτρηση για την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν έχει ήδη αρχίσει και τα σενάρια και από τις δύο πλευρές όσον αφορά τις συζητήσεις και το τι θα επιχειρήσει να θέσει η κάθε πλευρά στο τραπέζι ποικίλουν.

Για τους αναλυτές στην Ελλάδα η ηρεμία παραμένει το ζητούμενο, ενώ η λειτουργία της Μονής της Χώρας ως τζαμί αποτελεί μία μεγάλη πρόκληση.

Τι πιστεύουν όμως οι αναλυτές στην Τουρκία για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και πώς βλέπουν τις εξελίξεις.

Ο διάλογος εξαρτάται από την οικοδόμηση εμπιστοσύνης

Μιλώντας στο in η Ζουχάλ Μερτ Ουζουνέρ, καθηγήτρια στο Ερευνητικό Κέντρο Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μαρμαρά, απαντώντας στο τι περιμένει από την συνάντηση Ερντογάν – Μητσοτάκη στην Άγκυρα σημειώνει πως «ο διάλογος εξαρτάται από την οικοδόμηση περισσότερης εμπιστοσύνης και σιγουριάς μεταξύ των δύο χωρών. Παρά τις πολλές διαφωνίες που θα μπορούσαν δυνητικά να οδηγήσουν σε κρίση, ο πρωταρχικός στόχος παραμένει στη διατήρησή τους υπό έλεγχο ή στην προστασία μιας ήρεμης ατμόσφαιρας, μια κρίσιμη πτυχή της «θετικής ατζέντας».

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η συνεργασία σε θέματα χαμηλής πολιτικής έχει σημαντικά επιτεύγματα σήμερα, ενώ οι διερευνητικές συνομιλίες συνεχίζουν να ασχολούνται με εξαιρετικά σημαντικά θέματα. Το σκεπτικό των διερευνητικών ήταν το καλά γνωστό γεγονός ότι και οι δύο χώρες θα πρέπει να βρουν μια πραγματική λύση στα προβλήματα και όχι απλώς να παράγουν ρητορική για εσωτερική πολιτική κατανάλωση».

Τι διδάσκει η Μέση Ανατολή

Υπογραμμίζει δε ότι «οι τελευταίες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο δείχνουν ότι οι παγωμένες συγκρούσεις ενδέχεται να εκραγούν και να δημιουργήσουν περισσότερες τεράστιες τραγωδίες. Έτσι, το να τις αγνοούμε προσποιούμενοι ότι κάνουμε διάλογο είναι μια ακριβή και επικίνδυνη στρατηγική».

Όπως επισημαίνει η Ουζουνέρ ακόμα και αν «μπορεί να υπάρχουν δισταγμοί για βαθύτερες διαπραγματεύσεις, ένα πράγμα είναι σαφές: ο διάλογος είναι το κλειδί. Έχουμε δει τις συνέπειες της διακοπής του διαλόγου στο παρελθόν, και δεν ήταν ευνοϊκές. Η κατάσταση μετά την επίσκεψη του Προέδρου Ερντογάν στην Αθήνα αποτελεί απόδειξη της δύναμης του διαλόγου. Έτσι, αν και η προσδοκία άμεσων λύσεων μπορεί να είναι μη ρεαλιστική, η σημασία της διατήρησης του διαλόγου δεν μπορεί να υπερεκτιμηθεί».

Οι λαοί δεν θέλουν προβλήματα

«Ας αναλογιστούμε τις κοινές προσδοκίες των δύο ηγετών: Πρωθυπουργέ Μητσοτάκη, ο ελληνικός λαός δεν θέλει πρόβλημα με τον τουρκικό λαό. Αυτό το συναίσθημα έχει μεγάλη απήχηση. Ο Πρόεδρος Ερντογάν απηχεί αυτό το συναίσθημα, τονίζοντας ότι η επιτυχία δεν είναι εγγυημένη, αλλά η συνεχής προσπάθεια είναι αυτή που ορίζει την επιτυχία. Αυτοί οι κοινοί στόχοι και οι προσδοκίες αποτελούν το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται ο διάλογος και θα πρέπει να μας εμπνέουν όλους» τονίζει η Ουζουνέρ.

Παράταση ηρεμίας

Ελλάδα και Τουρκία θέλουν παράταση της ηρεμίας. Στο πόσο μπορεί να διαρκέσει αυτή και από τι εξαρτάται η Ουζουνέρ απαντά:

«Πρώτον, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι δύο σύμμαχοι παρά τις πολλές διαφωνίες τους. Και οι δύο πλευρές διστάζουν να συζητήσουν βαθύτερα προβλήματα. Ωστόσο, υπάρχουν περιορισμοί στις πιθανές προθέσεις τους να αυξήσουν την ένταση στη σύγχρονη διεθνή σκηνή. Αν θυμάστε, ο ουκρανικός πόλεμος άλλαξε δραστικά την Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα πίστευε ότι οι περιφερειακές και ιδεολογικές διαφορές μεταξύ της Τουρκίας και των συμμάχων της θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πρόσθετη υποστήριξη για την επίλυση των προβλημάτων οριοθέτησης εις βάρος των τουρκικών συμφερόντων, αλλά όπως γνωρίζετε, αυτό δεν προσέφερε πρόσθετο όφελος για την Ελλάδα εκτός από τη συνέχιση του status quo. Το να αλληλοεξουδετερώνονται οι δύο πλευρές δεν προσφέρει πραγματική λύση. Η αξιοποίηση των συμφερόντων τρίτων παραγόντων που έχουν επιρροή προς όφελος των διπλωματικών και στρατιωτικών αντιπαραθέσεων δεν είχε σαν αποτέλεσμα την ευημερία του ελληνικού και του τουρκικού λαού.

»Και τι συνέβη; Οι αλλαγές στις διεθνείς προτεραιότητες και οι διπλωματικές πρωτοβουλίες ηρεμούν τους «τρίτους» οι οποίοι έχουν τις δικές τους προτεραιότητες. Οι σχετικές θέσεις και οι ρόλοι των δύο χωρών είναι γνωστές στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι και, επομένως, ίσως δεν είναι απαραίτητο να αναφερθούμε σε αυτές μία προς μία. Ωστόσο, το πότε και υπό ποιες συνθήκες αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να είναι πιο σημαντικά δεν πρέπει να θεωρείται από τις ελληνικές και τουρκικές κυβερνήσεις ότι μπορούν να αγνοούν εντελώς τα συμφέροντα της άλλης πλευράς. Αντίθετα, οι πραγματικές λύσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ευαισθησίες και τους δισταγμούς της άλλης πλευράς».

Διεθνή εξελίξεις και ελληνοτουρκικά

Σύμφωνα με την Ουζιυνέρ «η διεθνής τάξη αποτελούσε πάντοτε καθοριστικό παράγοντα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Σήμερα, ο περιφερειακός ή ενδεχομένως παγκόσμιος κίνδυνος πολέμου συζητείται σε σοβαρά περιοδικά με την διάρκεια του ουκρανικού πολέμου. Το ΝΑΤΟ και οι ευρωπαϊκοί αμυντικοί μηχανισμοί θα έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία στο μέλλον. Η τουρκοελληνική συνεργασία σε αυτό το πλαίσιο είναι ουσιαστικός προωθητής της περιφερειακής σταθερότητας. Για τους ευρύτερους παίκτες, επίσης σημαίνει το ίδιο. Σε αυτή την εποχή, η Ελλάδα και η Τουρκία ήταν πάντα πιο κοντά η μία στην άλλη. Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Τουρκία και η Ελλάδα έπαιξαν ουσιαστικό ρόλο στην περιφερειακή σταθερότητα με τη δημιουργία του Βαλκανικού Συμφώνου. Οι ηγέτες και οι διπλωμάτες εκείνης της εποχής ήταν της ίδιας γενιάς του ελληνοτουρκικού πολέμου στην Ανατολία. Παρά το γεγονός αυτό, έγιναν επιτυχείς στην κατασκευή γεφυρών. Ναι, υπήρχαν πολλά προβλήματα και ζητήματα που δεν είχαν αγγίξει, αλλά κατά τη διάρκεια του πολέμου και της εισβολής των Ιταλών στην Ελλάδα, η Τουρκία στήριξε την ελληνική αντίσταση με διπλωματικά και κοινωνικά μέσα. Σήμερα, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι ουσιαστικοί παράγοντες που παίζουν παρόμοιο ρόλο. Ας πούμε ότι δεν είναι καιρός να αυξηθεί η ένταση».

Η στασιμότητα

Στο αν μπορούν οι δύο χώρες να επενδύσουν σε στασιμότητα χωρίς λύσεις, διατηρώντας ταυτόχρονα θέσεις που προκαλούν σταθερά εντάσεις η Ουζουνέρ αναφέρει:

«Συμφωνώ ότι το πάγωμα και η αναβολή των προβλημάτων έχουν περιορισμούς. Πρώτον, οι παγωμένες διαμάχες μπορεί να εκραγούν, όπως στην περίπτωση της Γάζας. Δεύτερον, δεν υπάρχει παγωμένη σύγκρουση, διότι όλες οι συγκρούσεις ενδέχεται να εξελιχθούν αποκτώντας νέα δυναμική σε όλη τη διάρκεια του χρόνου. Παρακαλώ κοιτάξτε τι συνέβη στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν το σχέδιο Ανάν είχε επιτύχει, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ διαφορετικά σήμερα. Επομένως, το να περιμένουμε μια καλύτερη στιγμή δεν είναι καλύτερο από το να προσπαθούμε να λύσουμε τα προβλήματα σε λογική βάση».

Δισταγμοί

Για την Ουζουνέρ «η επένδυση στη στασιμότητα σχετίζεται με ένα γεγονός: και οι δύο χώρες εξακολουθούν να έχουν σοβαρούς δισταγμούς για να αρχίσουν να συζητούν τα προβλήματα, ακόμη και για την εμβάθυνση των καλύτερων σχέσεων, ώστε να φέρουν τις σχέσεις αυτές σε επίπεδο προσέγγισης. Αυτό δείχνει ότι θα περιμένουμε ακόμα για καλύτερες θέσεις και για τις δύο πλευρές.

Από την άλλη πλευρά, σήμερα, και οι δύο χώρες έχουν ένα παράθυρο ευκαιρίας. Υπάρχουν ισχυρές κυβερνήσεις που μπορούν να λάβουν επώδυνες αποφάσεις και για τις δύο χώρες. Είπα επώδυνες αποφάσεις, διότι κάθε είδους πολιτική απόφαση για την επίλυση θα εξαρτηθεί από παραχωρήσεις. Πρέπει να κοιτάξουμε γύρω μας και να δούμε τι είδους πόλεμος υπάρχει, και πρέπει να προσπαθήσουμε να λύσουμε τα προβλήματα υποστηρίζοντας τον ισχυρό διάλογο. Θα υπάρξουν υπονομευτές της διαδικασίας για χάρη της πολιτικής τους καριέρας που θα προκαλέσουν φόβο και θυμό. Η παραπληροφόρηση είναι μια άλλη απειλή για τη διαδικασία. Γι’ αυτό η τεράστια υποστήριξη που προέρχεται από την κοινή γνώμη σε συνδυασμό με ένα σωστό τρόπο ενημέρωσης της κοινής γνώμης είναι απαραίτητη σε αυτό το στάδιο».

Πηγή: in.gr

Ακολουθήστε το ilialive.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις Ειδήσεις

Σχετικά Άρθρα

tsoukalas popup