Αξίωμα: Στόχος των μαθητών που αντιγράφουν είναι να γλιτώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες ώρες από το διάβασμα. Για να γίνει αυτό πρέπει να βάλουν το μυαλό τους να δουλέψει.
Μετά από μια χρόνια καβλάντας, μιας και είχα αποφασίσει να φύγω στο εξωτερικό, έπρεπε να δώσω εξετάσεις για να πάρω το απολυτήριο.
Σκοπός μου ήταν να μην επαναλάβω την τάξη, πράγμα που έκανε για παράδειγμα ο φίλος μου ο Τόλης, ο οποίος κατά τη διάρκεια των εξετάσεων έβρισκε πάντα κάποιο τρόπο να μας κάνει να δακρίσουμε από τα γέλια και κάθε φορά έφευγε πρώτος για να πάει για καφέ. Στη Ιστορία για παράδειγμα θυμάμαι παρέδωσε το γραπτό του σβήνοντας όλες τις ερωτήσεις και τις απαντήσεις με μαρκαδόρο και έγραψε στην κορυφή της σελίδας "ΛΟΓΟΚΡΙΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗ CIA". Την επομένη, στις εξετάσεις της νεοελληνικής γλώσσας έφερε μαζί του ένα μικρό Βούδα, τον τοποθέτησε πάνω στο θρανίο και άρχισε να προσεύχεται. Βεβαίως ο Τόλης δεν ήταν ο Στεφανέλο καθώς είχε λύσει το οικονομικό πρόβλημα της ζωής του μιας και θα ακολουθούσε το επάγγελμα του πατέρα του το οποίο είναι προσοδοφόρο. Για να σας λυθεί η απορία ο Τόλης δεν έγινε πολιτικός αλλά οδηγός του “Μαύρου Γάτου”, του “φαταούλα”, είναι ο άνθρωπος που ακόμα και σήμερα με τη κρίση παίρνει εκατό ευρώ για να εκκενώσει το βόθρο σου.
Ο δικός μου ο πατέρας ούτε βοθρατζίδικo είχε, ούτε μπετονιέρα. Έπρεπε λοιπόν αφού δε γούσταρα να κάτσω στην Ελλάδα να βρω ένα ξεκούραστο τρόπο να τελειώσω το σχολείο και μετά να φύγω στο εξωτερικό.
Οι καθηγητές μου στο σχολείο έλεγαν στους γονείς μου ότι είμαι έξυπνος που βαριέται να διαβάσει. Και είχαν δίκιο. Το μυαλό μου ήταν στο σκέιτ, στα πάρτι, στην πενταήμερη, στην Βάσω, την Τασία, την Ολυμπία και τόσες άλλες που δε μου καθόντουσαν ούτε για καφέ. Πότε δε διάβασα. Τσάντα δεν είχα, καθώς τα βιβλία τα άφηνα κάτω από το θρανίο και ό,τι μου έμενε στην γκλάβα από τα μαθήματα ήταν από την παράδοση των καθηγητών.
Κάπως έτσι κατάφερνα όλα αυτά τα χρόνια να φτάσω στην Τρίτη Λυκείου. Άκουγα τις παραδόσεις, έβαζα λίγο σάλτσα στα γραπτά και περνούσα τις τάξεις.
Όταν όμως ερχόντουσαν οι γραπτές εξετάσεις στο τέλος της χρόνιας δεν έκλεινα μάτι, όχι για να διαβάσω, αλλά για φτιάξω τα καλύτερα σκονάκια.
Ενδεικτικά σας λέω ορισμένα:
- Χάραζα επάνω σε ένα στυλό (κατά προτίμηση Bic) με την άκρη ενός διαβήτη οτιδήποτε ήταν δύσκολο να μάθω.
- Με τη βοήθεια πάλι του διαβήτη χάραζα τα SOS σε ένα μικρό μπουκαλάκι νερό
- Οι σόλες των παπουτσιών μου χώραγαν κατεβατά ολόκληρα. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να κάτσω σταυροπόδι.
- Μια φορά είχα προσποιηθεί ότι είχα τενοντίτιδα και μέσα στις γάζες είχα τυλίξει χαρτάκια με θέματα.
Και τέλος η αγαπημένη μου αντιγραφή, (με την οποία πέρασε κόσμος και κοσμάκης την τάξη): Με τη βοήθεια ενός μολυβιού αντιγράφω τα θέματα πάνω στο θρανίο. Για να κάνεις κάτι τέτοιο αρκούσε να μπεις νωρίτερα στην αίθουσα. Προσοχή όμως, έπρεπε να εξασφαλίσεις ότι δε θα σε άλλαζαν θέση ή ακόμα και τάξη.
Τα σκονάκια θέλουν τρόπο
Εδώ θέλω να ανοίξω μια παρένθεση και να σας εξιστορήσω κάτω από ποιες συνθήκες προετοίμαζα τα σκονάκια. Ένας μαθητής που σέβεται τον εαυτό του πρέπει να έχει ένα συνεργό, κάποιον με τον οποίο “διαβάζουν” μαζί για να περνάει η ώρα. Εγώ το alter ego μου το βρήκα στον Σπύρο με τον οποίο κατά τη διάρκεια των εξετάσεων το μόνο που δε κάναμε ήταν να διαβάζουμε.
Μεταξύ τηλεόρασης, Playstation, φαγητού, ποτού και καβλάντας σκεφτόμασταν τι σκονάκι θα κάναμε.
Στο πατρικό μου υπάρχει ένα δωματιάκι στην πιλοτή του σπιτιού όπου εκεί υποτίθεται διαβάζαμε για να μη μας ενοχλούν. Εκεί είχαμε τα απαραίτητα που χρειάζεται ένας μαθητής: κρεβάτι για ύπνο, γραφείο, τηλεόραση, playstation και το μηχανάκι του Σπύρου για να κάνουμε βόλτες τα βράδια αφού κοιμόντουσαν οι γονείς μου.
Μια άσκοπη περιπλάνηση στη Δεύτερη Δέσμη
Ακόμα δεν έχω συστηθεί. Με λένε Στεφανέλο Νικιτέλο Ντε Πελγκουβέλο και είμαι 18 ετών. Πλησιάζει Ιούνιος του 1996 και πηγαίνω στην Τρίτη Λυκείου του Γενικού λυκείου Παιανίας.
Μπορεί να μην έμαθα ποιος είναι ο Αθανάσιος Διάκος και γιατί η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα είναι και γαμώ τις γυναίκες αλλά κάποια στιγμή με γοήτευσε ο τρόπος που κοιτά η Τζοκόντα και διάβασα για τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Αγάπησα τόσο πολύ τον ζωγράφο που αποφάσισα να δώσω μια Ιταλική νότα στο ονοματεπώνυμό μου. Το Ντε Πελγκουβελο λοιπόν είναι συντόμευση των περιοχών που κατάγομαι και γεννήθηκα. Όπως ο Λεονάρντο Ντα Βίτσι είναι από το Βίντσι εγώ κατάγομαι από την Πελ(οπόννησο) και γεννήθηκα στη Γ(κ)ούβα(ελο) στη Δάφνη.
Για να μην φλυαρώ λοιπόν, νεαρός δεν είχα κάποια ιδιαίτερη κλίση στα αρχαία, τα λατινικά και την Ιστορία. Επίσης είχα ένα μεγάλο θέμα με τα μαθηματικά καθώς τα θεωρούσα ανούσια και ακαταλαβίστικα. Έπρεπε λοιπόν αναγκαστικά να πάω στη Δεύτερη δέσμη και να ασχοληθώ με τα μονοκοτυλήδονα και τα δικοτυλήδονα της βιολογίας, την έκθεση και την φυσικοχημεία για να περάσω την τάξη.
Θεωρούσα λοιπόν ότι η πιο δύσκολη Δέσμη, εκείνη που πάνε όσοι ήθελαν να γίνουν γιατροί, ήταν για εμένα ο πιο εύκολος δρόμος για να πάρω απολυτήριο.
Στην τάξη η οποία αποτελείτο από 12 άτομα υπήρχαν κάποιοι που θα έδιναν πανελλήνιες για να γίνουν γιατροί οι κοπρίτες. Ο λόγος για τον Στεφανέλο και τον Σπύρο που ήθελαν να περάσουν την τάξη χωρίς να ιδρώσουν. Μέσα στη χρονιά είχα καταφέρει να δείξουμε καλή διαγωγή στους καθηγητές μας, να μην προκαλούμε στα μαθήματα της δέσμης και να καταφέρνουμε κουτσά στραβά να βγάζουμε 13 μ.ο.
Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να γράψω ένα τάλιρο στο τέλος για να πάρω το χαρτί. Ο Σπύρος ήταν λίγο πιο ζωηρός με αποτέλεσμα να χρειάζεται τουλάχιστον 7 για να περάσει την τάξη. Υπήρχαν όμως και κάποια μαθήματα που μας δυσκόλευαν όπως ήταν για παράδειγμα τα μαθηματικά του κορμού που έπρεπε στο τέλος να γράψουμε ένα 10αρι για να εξασφαλίσουμε και μαθηματικά την άνοδό μας στην Α Εθνική.
Η ώρα της κρίσης. Η ώρα για τα σκονάκια
Αν οι καθηγητές δεν έβρισκαν ένα τρόπο να μας πουν τουλάχιστον 2 με 3 θέματα για να πάρουμε ένα 10ρακι οι μισοί από εμάς θα επαναλαμβάναμε την Τρίτη Λυκείου. Τις τελευταίες μέρες μας έλεγαν: “Αυτό το θέμα είναι SOS για τις εξετάσεις” θέλοντας να μας πει “Ρε ζώα επειδή είσαστε κωθώνια και σας βαρέθηκα, διαβάστε μια ώρα, παπαγαλίστε αυτά που σας λέω να σας περάσω να πάτε στην ευχή της Παναγίας”.
Πρώτο μάθημα λοιπόν ήταν τα θρησκευτικά, όπου είχαμε την ατυχία να μας κάνει μάθημα παπάς που ήταν αυστηρός και οξύθυμος. Ο Πάτερ για ένα περίεργο τρόπο με συμπαθούσε με αποτέλεσμα σε ανύποπτο χρόνο μας πει "αν είναι να σας μείνει κάτι από το μάθημά μου είναι να φύγετε από το σχολείο και να ξέρετε ποια είναι η σημασία της Ανάστασης του Ιησού και γιατί ο γάμος είναι σημαντικό μυστήριο".
Και πράγματι, μέσα στις ερωτήσεις στις γραπτές εξετάσεις ήταν δυο από αυτές
1)Ποια είναι σημασία της Ανάστασης του Χριστού για την Εκκλησία και τους Χριστιανούς; Με ποιον τρόπο μπορούν οι πιστοί να συμμετέχουν στο Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού;
2)Πόσο σημαντικό είναι το μυστήριο του Γάμου;
Το μόνο που αρκούσε να κάνω ήταν ή να τις παπαγαλίσω ή να τις κάνω σκονάκι.
Επειδή δεν ήμουν τόσο τεμπέλης όσο πιθανώς ακούγομαι τις έμαθα “νεράκι” έγραψα και στις άλλες ερωτήσεις κάτι όπως ο “θεός είναι μεγάλος και μας προστατεύει” και πήρα 14.
Αφού περάσαμε τα θρησκευτικά έπρεπε να περάσω ένα μάθημα που δε καταλάβαινα πότε την ύπαρξή τους εκτός και αν ήθελα να κάνω καριέρα στο να νοθεύω και να πουλάω μεθαμφεταμίνη. Το μάθημα αυτό ονομάζεται χημεία. Ποτέ δε το κατάλαβα και ούτε αυτό με κατάλαβε. Αποτέλεσμα να θέλω ένα 8ακι να περάσω και για να γίνει αυτό έπρεπε να λύσω δυο ασκήσεις. Και σε αυτό το μάθημα υπήρχαν SOS, τα οποία φυσικά και αντέγραψα στο μπουκαλάκι του νερού.
Μία τρελή τρελή ιστορία
Οι μέρες περνούσαν και μπροστά μας ερχόντουσαν τα δύσκολα. Αν περνούσαμε τα επόμενα δύο μαθήματα υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να πάρουμε το απολυτήριο. Για πολλούς μαθητές ο εφιάλτης των μαθημάτων ήταν τα μαθηματικά. Για εμένα ήταν κάτι ακόμα χειρότερο. Έβγαζα φλύκταινες, πάθαινα κοκομπλοκο, βάραγα μπιέλα. Δε τα γούσταρα ρε αδερφέ και ας πήρε το Νόμπελ ο Νας που έβλεπε παράξενα στον ξύπνιο του.
Ήταν Παρασκευή θυμάμαι και δίναμε μαθηματικά Δευτέρα. Είχαμε μπροστά μας δυο μέρες να προετοιμαστούμε, δυο μέρες να μάθουμε 2 ασκήσεις που θα έπεφταν να για περάσουμε το μάθημα.
Αποφασίσαμε με τον Σπύρο την Παρασκευή να μην διαβάσουμε καθόλου. Το πρόγραμμά είχε να πάμε να παρακολουθήσουμε κάτι κόντρες με αυτοκίνητα το βράδυ στην ευθεία του Υγεία, μετά κρέπα λίγο πιο πάνω και φυσικά να πιούμε ένα ποτάκι σαν μαθητές και εμείς στο κέντρο στο αγαπημένο μου Dada στα Εξάρχεια.
Όλα έγιναν έτσι όπως τα είχαμε σχεδιάσει, με αποτέλεσμα από το πολύ διάβασμα να ξυπνήσουμε το Σάββατο στις 11 το πρωί. Οι γονείς μου βεβαίως δεν μας ενόχλησαν καθώς πίστευαν ότι διαβάζαμε μέχρι τα ξημερώματα.
Φάγαμε κάνα δυο τρεις τυρόπιτες, ήπιαμε μίλκο και αποφασίσαμε να στρωθούμε στα διάβασμα. Ξέραμε τις δύο ασκήσεις που θα έπεφταν, είχαμε τις λύσεις από το φροντιστήριο, το μόνο που έμενε ήταν να τις μάθουμε.
Προσωπικά έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου και το βράδυ του Σαββάτου κατάφερνα να τις λύσω. Ο Σπύρος ωστόσο αρνείτο και αποφάσισε να κάνει σκονάκι στο θρανίο του. Πώς θα γινόταν όμως αυτό μιας και το σχολείο ήταν κλειστό και η αίθουσα μας στο δεύτερο όροφο. Η απάντηση είναι απλή θα σκαρφάλωνε στο πεύκο και από εκεί θα έμπαινε στην τάξη καθώς είχε αφήσει ξεκλείδωτο το παράθυρο της αίθουσας.
Ό,τι και να έλεγα, αυτός επηρεασμένος από τον Μαγκάιβερ που τα έκανε όλα με ένα σουγιά αποφάσισε αντί να μάθει τις δυο ασκήσεις να πάρει αυτό το ρίσκο. Όσο και να τον παρακαλούσα δεν έβρισκα ανταπόκριση με αποτέλεσμα στις 10 το βράδυ να κρατάω τσίλιες στο σχολείο με ένα φακό ώστε να ανέβει στο δεύτερο όροφο και να αντιγράψει τς ασκήσεις στο θρανίο του.
Πράγματι στις 12 το βράδυ το θρανίο του Σπύρου είχε τις λύσεις των δυο ασκήσεων.... ωστόσο λογάριαζε χωρίς τον καθηγητή ο οποίος τη Δευτέρα το πρωί μας έκανε να χάσουμε 10 χρόνια από τη ζωή μας.
Ξημέρωσε Δευτέρα και ανεβαίνοντας στην αίθουσα να γράψουμε μας γνωστοποιούν ότι κατ' εξαίρεση θα ανταλλάσσαμε αίθουσες με το διπλανό τμήμα στο μάθημα των μαθηματικών. Τότε εξελίχθηκε το πιο κωμικοτραγικό συμβάν των εξετάσεων. Άλλο να σας το περιγράφω και άλλο να το ζείτε. Μπορεί να έχουν περάσει τόσα χρόνια αλλά αυτή η στιγμή ήταν τόσο έντονη που νομίζω ότι ήταν χτες.
Ο συμμαθητής μου στο άκουσμα ότι θα αλλάζαμε αίθουσα εκσφενδονίστηκε από το προαύλιο και ανέβηκε στο δεύτερο όροφο για να πάει να βρει το θρανίο του. Μπήκε στην αίθουσα το πήρε παραμάσχαλα και άρχισε να τρέχει. Όταν μια καθηγήτρια τον είδε να μπαίνει σε αυτό στη διπλανή αίθουσα τον ρώτησε τη συμβαίνει και ο αθεοφορός της είπε: “Κυρία έχω συναισθηματική εξάρτηση με αυτό το θρανίο. Μόνο εδώ είμαι γαλήνιος και μπορώ να σκεφτώ”.
Η καθηγήτρια του επέτρεψε να πάρει το θρανίο του. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι σκαρφαλώναμε τα δέντρα για να γράψουμε πάνω σε αυτό τις λύσεις των δυο ασκήσεων. Και εγώ και ο Σπύρος γράψαμε τα ίδια πράγματα. Ο καθηγητής σε εμένα έβαλε 11 στον Σπύρο έβαλε 10 και περάσαμε την τάξη. Ακόμα και σήμερα πιστεύω ότι πήρα μια μονάδα παραπάνω όχι γιατί το γραπτό μου ήταν καλύτερο αλλά γιατί ο καθηγητής κατάλαβε ότι εγώ δεν είχα αντιγράψει αλλά είχα διαβάσει και είχα μάθει τις απαντήσεις.
Το επόμενο μάθημα που έπρεπε να περάσουμε ήταν η φυσική. Αν με τη Χημεία και τα μαθηματικά έβγαζα φλύκταινες με τη Φυσική είχα μια σουρεαλιστική σχέση. Στο μάθημα αυτό υπήρχαν κεφάλαια που τα έβρισκα ενδιαφέροντα (για παράδειγμα οι Τριβές που προκαλούν θερμότητα) και άλλα που μου ήταν αδιάφορα. Στα αδιάφορα κεφάλαια δεν έδωσα σημασία και έκανα σκονάκι τις λύσεις των ασκήσεων πάνω στον χάρακα σε αυτά που μου άρεσαν απάντησα κουτσά στραβά στις ερωτήσεις και ο καθηγητής με αντάμειψε με ένα 13.
* Σημείωση εκ της διευθύνσεως του Oneman: Διαβάστε και αφήστε τα σκονάκια