«Δεν με νοιάζει τι γνώμη έχετε για εμένα. Δεν χρειάζομαι την επικύρωσή σας, ούτε θέλω να σας εντυπωσιάσω. Δεν έχω υπομονή με την ηλιθιότητα των ανθρώπων». Πρεμιέρα έκανε στο Netflix η μίνι σειρά «Inventing Anna», που βασίζεται στην πραγματική ιστορία της Άνα Σορόκιν (Anna Sorokin) που είχε προκαλέσει σάλο πριν από μερικά χρόνια.
Την απίστευτη προσωπικότητα που έκανε «άνω κάτω» τους κύκλους των πλούσιων και διάσημων της Νέας Υόρκης ερμηνεύει η ηθοποιός Τζούλια Γκάρνερ (Julia Garner), η οποία μεταμορφώθηκε κυριολεκτικά για τις ανάγκες του ρόλου. Η ηθοποιός σε συνέντευξή της είπε ότι πήγε και συνάντησε την Σορόκιν στην φυλακή και ότι πρόκειται για μια αστεία, πολύ έξυπνη κοπέλα ιδιαίτερα κοινωνική με μία παιδικότητα!
Μπορεί να µην είχε «ούτε ένα σεντ στο όνοµά της», όπως ανέφερε το Ανώτατο Dικαστήριο του Μανχάταν, αλλά επί τέσσερα χρόνια κατάφερε να πλασάρεται ως πλούσια Γερµανίδα κληρονόµος και να κάνει µεγάλη ζωή στη Νέα Υόρκη. Με την καταδίκη της 28χρονης, ρωσικής καταγωγής, απατεώνισσας Άνα Σορόκιν σε τέσσερα έως 12 χρόνια φυλάκισης ολοκληρώθηκε η δικαστική υπόθεση που άφησε άναυδους τους Αµερικανούς δικαστές, ενώ η ιστορία της.
Η Άννα Σόροκιν αποφυλακίστηκε πρόσφατα έπειτα από παραμονή 19 μηνών στη φυλακή Ράικερς Άιλαντ, στη Νέα Υόρκη και στη συνέχεια 21 μηνών στο Σωφρονιστικό Κατάστημα στο Άλμπιον, στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.
Τολμηρή επιχειρηματίας ή απατεώνισσα του σωρού;
Η Σόροκιν γεννήθηκε στη Ρωσία το 1991, μετακόμισε όταν ήταν 16 ετών με τον μικρότερο αδερφό και τους γονείς της στη Γερμανία και στη συνέχεια πήγε στο Λονδίνο όπου φοίτησε στη Σχολή Μόδας Central Saint Martins.
Μετά τις σπουδές της επέστρεψε στο Βερολίνο και εργάστηκε στο τμήμα μόδας μιας επιχείρησης δημοσίων σχέσεων προτού μετακομίσει στο Παρίσι για μαθητεία στο περιοδικό Purple. Τότε άλλαξε το όνομά της σε Άννα Ντέλβι και άρχισε να συστήνεται ως πλούσια κληρονόμος από την Ευρώπη.
Η Σορόκιν, η οποία κυκλοφορούσε στα µεγάλα σαλόνια της Νέας Υόρκης ως «Άνα Ντέλβι» λέγοντας ότι έχει στο όνοµά της ένα καταπίστευµα 60 εκατοµµυρίων δολαρίων στο εξωτερικό, καταδικάστηκε για εξαπάτηση φυσικών προσώπων και εταιρειών-ξενοδοχείων, εστιατορίων, ιδιωτικής αεροπορικής εταιρείας και τραπεζών – είχε «ξαφρίσει» συνολικά 275.000 δολάρια.
Με την πλαστή της ταυτότητα νοίκιαζε ιδιωτικό τζετ, πήγαινε σε χλιδάτα πάρτι και διέµενε για µεγάλο διάστηµα σε πολυτελές ξενοδοχείο της Νέας Υόρκης, ενώ παράλληλα διαφήµιζε στα social media τον πλούσιο τρόπο ζωής της. «Τυφλώθηκε από τη λάµψη και τη χλιδή της Νέας Υόρκης» είπε η δικαστής Νταϊάν Κίσελ, δηλώνοντας «έκπληκτη» από το µέγεθος της εξαπάτησης της Σορόκιν.
Ηθελε να ζει την πλούσια ζωή
Αντίθετα, το δικαστήριο έκρινε ότι φιλοδοξία της Σορόκιν ήταν «να ζει το όνειρο ενός υπερβολικού τρόπου ζωής πέρα από τις δυνατότητές της». Πράγµατι, η 28χρονη δεν φαίνεται να έδειξε µεταµέλεια εν αναµονή της ανακοίνωσης της ποινής της. Μπορεί να ζήτησε συγνώµη για τα «λάθη» της ενώπιον των δικαστών, αλλά δεν παρέλειψε για την εµφάνισή της στο Ανώτατο Δικαστήριο του Μανχάταν να προσλάβει... στυλίστρια που επιµελήθηκε την εικόνα της.
Εκτός από την ποινή φυλάκισης, η διάρκεια της οποίας θα εξαρτηθεί από τη συµπεριφορά της και από την οποία θα αφαιρεθεί ο χρόνος που ήδη έχει εκτίσει (κρατείται στη φυλακή από τον Οκτώβριο του 2017), της επιβλήθηκε πρόστιµο 24.000 δολαρίων και διατάχθηκε να επιστρέψει ποσό 199.000 δολαρίων. Επιπλέον, η αµερικανική υπηρεσία µετανάστευσης δήλωσε ότι θα επιδιώξει την απέλαση της Σορόκιν στη Γερµανία.
Πάντως, από την πρώτη στιγµή που δηµοσιοποιήθηκε η ιστορία της Σορόκιν στο «New York Magazine», το Netflix έδειξε ενδιαφέρον και φέρεται να βρίσκεται ήδη στα σκαριά µια νέα τηλεοπτική σειρά για τη fake κληρονόµο που ξεγέλασε την κοσµική σκηνή της Νέας Υόρκης.
Σύµφωνα µε τη δικογραφία, η Σορόκιν χρησιµοποίησε την πλαστή περσόνα της για να λάβει δάνειο 22 εκατοµµυρίων δολαρίων µε πλαστά έγγραφα και επιταγές και να καταφύγει σε µια αγοραστική φρενίτιδα, ψωνίζοντας πανάκριβα ρούχα σχεδιαστών, προϊόντα τεχνολογίας και συνεδρίες personal training. Η υπεράσπιση ανέφερε ότι η Σορόκιν δεν ήταν εγκληµατίας, αλλά φιλόδοξη επιχειρηµατίας που θα χρησιµοποιούσε τα χρήµατα για να στήσει την επιχείρησή της -µια λέσχη τέχνης στη Νέα Υόρκη- και προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο για να τα αποπληρώσει.
«Επρεπε να το παίξει πλούσια µέχρι να γίνει» ανέφερε χαρακτηριστικά ο δικηγόρος της, Τοντ Σπόντεκ, σύμφωνα με το γνωστό σλόγκαν «Fake it till you make it».