«Αυτό που είναι πολύ ενδιαφέρον σε αυτή την τρέχουσα μελέτη είναι ότι παρέχει μια τόσο λεπτομερή χαρτογράφηση», δήλωσε η Ελζελίνε Χόκζεμα, νευροεπιστήμονας που είναι επικεφαλής του Εργαστηρίου Εγκυμοσύνης και Εγκεφάλου στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ και έχει συμβάλει στην καθοδήγηση μελετών που αναλύουν εγκεφαλικές σαρώσεις περισσότερων από 100 γυναικών πριν και μετά την εγκυμοσύνη.
Η Δρ. Ελζελίνε Χόκζεμα, η οποία δεν συμμετείχε στη νέα μελέτη, δήλωσε ότι αυτή η μελέτη έδειξε ότι μαζί με τις προηγουμένως τεκμηριωμένες «πιο μακροχρόνιες αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου συμβαίνουν και πιο ανεπαίσθητες, παροδικές αλλαγές». Ο Ρόναλντ Νταλ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ανθρώπινης Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ, ο οποίος δεν συμμετείχε στη νέα μελέτη, δήλωσε ότι η έρευνα αντανακλά τον βασικό ρόλο των ορμονών σε μεταβάσεις όπως η εφηβεία και η εγκυμοσύνη, καθοδηγώντας νευρολογικές αλλαγές στις προτεραιότητες και τα κίνητρα. «Υπάρχει αυτή η αίσθηση ότι επηρεάζει τόσα πολλά από αυτά τα συστήματα», είπε χαρακτηριστικά ο ίδιος.
Συρρίκνωση περιοχών του εγκεφάλου κατά 4%
Ακόμα, η συμμετέχουσα στη μελέτη, Ελίζαμπεθ Κρέιστιλ, είναι νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Ιρβάιν. Έμεινε έγκυος το 2019, στα 38 της χρόνια, ύστερααπό εξωσωματική γονιμοποίηση. Έτσι, επέτρεψε την ακριβή παρακολούθηση της εγκυμοσύνης της από την αρχή, επομένως έκανε 26 μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου – τέσσερις πριν από την εγκυμοσύνη, οι οποίες άρχισαν τρεις εβδομάδες πριν, 15 κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και επτά στα δύο χρόνια μετά τη γέννηση του γιου της το 2020.
«Ήταν κάπως ωραίο να μπορείς να είσαι νευροεπιστήμονας και να ξέρεις τι δεν ξέρουμε», είπε η Δρ. Ελίζαμπεθ Κρέιστιλ, προσθέτοντας: «Και έτσι να μπορείς να πεις: "Έι, ας το κάνουμε αυτό. Είμαι έτοιμη να μείνω έγκυος". Νομίζω ότι πρέπει να το κάνουμε αυτό». Ακόμα, η ίδια είπε ότι κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνη δεν γνώριζε κανένα σύμπτωμα ή αποτέλεσμα που να συνδέεται με τις αλλαγές στον εγκέφαλο. Ο εγκέφαλός της, ωστόσο, παρουσίασε βαθιές διαφορές. Μέχρι την ένατη εβδομάδα της κύησης, το 80% των 400 περιοχών του εγκεφάλου που αναλύθηκαν, παρουσίασαν μείωση του όγκου της φαιάς ουσίας και του πάχους του φλοιού, η οποία συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, με τις περιοχές να συρρικνώνονται κατά 4% κατά μέσο όρο. Η αλλαγή ήταν ιδιαίτερα έντονη στο δίκτυο προεπιλεγμένων λειτουργιών, το οποίο παίζει καθοριστικό ρόλο στην αντίληψη των συναισθημάτων και των προοπτικών των άλλων ανθρώπων.
Από την πλευρά της, η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Έμιλι Τζέικομπς, νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στη Σάντα Μπάρμπαρα, δήλωσε ότι η συρρίκνωση του εγκεφάλου της εγκυμοσύνης «δεν είναι κάτι κακό». Παρόμοιες διαδικασίες συμβαίνουν κατά την εφηβεία και τη βρεφική ηλικία. Η απώλεια όγκου ως επί το πλείστον παρέμεινε δύο χρόνια μετά τον τοκετό, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι ορμόνες της εγκυμοσύνης προκαλούν «μόνιμες χαράξεις στον εγκέφαλο», όπως είπε. Οι αλλαγές στη φαιά ουσία, ωστόσο, δεν διήρκεσαν.
Πληροφορίες ακόμη και για την επιλόχειο κατάθλιψη
Η Δρ. Ελζελίνε Χόκζεμα δήλωσε ότι το μοτίβο ήταν τόσο χαρακτηριστικό που η ομάδα της έδειξε ότι ένας αλγόριθμος υπολογιστή θα μπορούσε να αναγνωρίσει αν οι γυναίκες ήταν έγκυες «με βάση μόνο τις αλλαγές στον εγκέφαλό τους». Η έρευνα της ομάδας της «υποδηλώνει ότι οι αλλαγές στον εγκέφαλο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σχετίζονται με τον τρόπο που ο εγκέφαλος και το σώμα της μητέρας αντιδρούν στα βρέφη», είπε η ίδια χαρακτηριστικά.
Για παράδειγμα, είπε η Έμιλι Τζέικομπς, οι θετοί γονείς, οι πατέρες και άλλοι «μπορεί να μην βιώνουν την κύηση από πρώτο χέρι, αλλά να επιδεικνύουν όλες τις συμπεριφορές φροντίδας που απαιτούνται για τη φροντίδα των παιδιών τους». Οι ερευνητές λένε ότι η μελέτη των εγκεφαλικών αλλαγών της εγκυμοσύνης μπορεί να δώσει πληροφορίες για καταστάσεις όπως η επιλόχειος κατάθλιψη και οι νευρολογικές επιπτώσεις της προεκλαμψίας.