Οι Λος Μενόνος έφτασαν στη Βολιβία κατά τη διάρκεια του 1950, προερχόμενοι από τον Καναδά, το Μεξικό ή τη Μπελίζ, όπου ο περίεργος τρόπος ζωής τους απειλούνταν. Είχαν επιλέξει να μην συμβαδίζουν με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Εγκαταλείποντας τη χώρα, βρήκαν καταφύγιο στη Βολιβία, όπου η κυβέρνηση τους παραχώρησε γη και θρησκευτική ελευθερία.
Σήμερα στη Βολιβία, ζουν απομονωμένοι και εντελώς στον κόσμο τους περισσότεροι από 50.000 Μενονίτες, ή Μενόνος, όπως ονομάζονται, αν και ο ακριβής αριθμός τους είναι δύσκολο να υπολογιστεί.
Εξακολουθούν να ζουν όπως οι πρόγονοί τους, χωρίς αυτοκίνητα, ηλεκτρικό ρεύμα, τηλέφωνο, και είναι εξαιρετικά απομονωμένοι από την τοπική κοινότητα.
Εχουν τον δικό τους τρόπο ομιλίας, μάθησης, πράξης και ζωής και προσπαθούν να αποφεύγουν τις εξωτερικές επιρροές.
Η κλειστή αυτή κοινότητα πόζαρε για πρώτη φορά μπροστά σε μια φωτογραφική μηχανή.
Ο αυστηρός τρόπος ζωής τους
Κατά τη διάρκεια του 2010 και το 2011, o Jordi Ruiz Cirera φωτογράφησε τους Μενονίτες της Σάντα Κρουζ, στην ανατολική Βολιβία. Ήταν γοητευμένος από τον αυστηρό τρόπο ζωής.
«Οι τεράστιες εκτάσεις γης, η απομόνωση και και ο τρόπος ζωής τους ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με τη σχέση τους με το Θεό» γράφει στον πρόλογο του βιβλίου που έγραψε για αυτή την εμπειρία του, το Los Menonos.
Ζουν τη ζωή τους στο παρελθόν
Οι περίεργοι αυτοί άνθρωποι ζουν χωρίς ηλεκτρικό και χωρίς πολυτέλειες, αποφεύγοντας κάθε τι σύγχρονο ενώ ακόμα και τα ρούχα τους είναι βγαλμένα από άλλη εποχή. Ουσιαστικά, ζουν τη ζωή τους στο παρελθόν χωρίς κανένα ίχνος κοινωνικής ζωής.
Στο χωριό αυτό δεν υπάρχουν καφετέριες, εστιατόρια, γήπεδα ποδοσφαίρου, πλατείες ή κήποι. Υπάρχει μόνο μια εκκλησία και ένα κατάστημα. Η ζωή τους όλη επικεντρώνεται στην εργασία τους και στη φροντίδα της οικογένειάς τους. Επίσης απαγορεύεται να πιουν αλκοόλ, να ακούσουν μουσική και να οδηγήσουν.
Εχουν τη δική τους γλώσσα
Εχουν δικό τους τρόπο ομιλίας, γραφής και μάθησης και δυσκολεύονται να συνενοηθούν.
Αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη κακή «επιρροή των ντόπιων» και την αγάπη τους για τα αυτοκίνητα, τη μουσική και το αλκοόλ.
Φοβούνταν να φωτογραφηθούν
Χρειάστηκε χρόνος για κερδίσει την εμπιστοσύνη τους και να τους πείσει να φωτογραφηθούν.
Σιγά-σιγά, ο Ruiz Cirera κέρδισε την εμπιστοσύνη των ανθρώπων της κοινότητας, πολλοί από τους οποίους ήταν τόσο καχύποπτοι για τη φωτογραφηση, αφού δεν είχαν βγάλει ποτέ στη ζωή τους φωτογραφία.
Ενας περίεργα ελκυστικός τρόπος ζωής
Ωστόσο, ο τρόπος ζωής των Μενονίτων έχει μια περίεργη ελκυστικότητα.
«Η ζωή εκεί ήταν ήρεμη» λέει ο Ruiz Cirera περιγράφοντας την εμπειρία του.
«Η κάθε μέρα ήταν πάνω κάτω η ίδια... Ξυπνούσαμε την αυγή και εργαζόμασταν μέχρι το σούρουπο. Οι άνδρες πρόσεχαν τις αγελάδες και τα χωράφια και πάντα κατασκεύαζαν κάτι καινούργιο για το αγρόκτημα. Οι γυναίκες ήταν απασχολημένες με τα παιδιά και τα ζώα της φάρμας και φυσικά με το μαγείρεμα. Δεν έχουν πολλά χρήματα, αλλά έχουν αφθονία χρόνου».
Τα τρομαγμένα βλέμματα
Τα πορτρέτα είναι εντυπωσιακά: Παιδιά που κοιτάζουν με σοβαρότητα την κάμερα φορώντας τα ντεμοντέ ρούχα τους, λες και αν χαμογελούσαν θα έκαναν κάτι κακό ή τολμηρό η παράνομο.
Οι εικόνες του τρόπου ζωής αποτυπώνουν την καθημερινότητά τους που επαναλαμβάνεται μέρα με τη μέρα: Τα παιδιά παίζουν στο αίθριο, οι γυναίκες εργάζονται και τα νεαρά κορίτσια παίζουν, οι γυναίκες συνομιλούν ενώ δουλεύουν τη γη.
Εχουν έναν αργό και σταθερό ρυθμό ζωής μιας αγροτικής, βαθιά δεμένης θρησκευτικής κοινότητας που αποφεύγει τον σύγχρονο κόσμο και την ασχήμια του, για έναν λαό που είναι αφοσιωμένος στη σκληρή δουλειά και την προσευχή.Τα σπίτια τους είναι ντεμοντέ όπως και τα ρούχα τους, με ξύλινη επένδυση στους τοίχους και χειροποίητες κουρτίνες, τα οποία είναι λειτουργικά και παραδόξως όμορφα.
Τα τοπία, ωστόσο, αφηγούνται μια διαφορετική ιστορία. Η γη είναι άγονη, και εκτείνεται μέχρι το άπειρο κάτω από τον γκρίζο ουρανό.
Το δέλεαρ του έξω κόσμου
Αρκετοί νέοι άνθρωποι δεν έχουν καταφέρει να αντισταθούν στο δέλεαρ του έξω κόσμου.
Αλλά, όπως ανακάλυψε ο φωτογράφος, κάποιοι από αυτούς δεν άντεξαν την απομόνωση και έφυγαν για να εργαστούν στις πόλεις ή να παντρευτούν «ξένους».
Η γυναίκα που του χάρισε βραβείο φωτογραφίας
Το 2012 ο Ruiz Cirera κέρδισε το βραβείο φωτογραφίας Taylor Wessing με το πορτρέτο μιας νεαρής γυναίκας που ονομάζεται Margarita Teichroeb, η οποία κάθεται σε ένα τραπέζι και κοιτάζει ανήσυχα τη φωτογραφική μηχανή του, λες και φοβάται ότι θα κλέψει την ψυχή της.
Δεν την είχαν φωτογραφήσει ποτέ πριν και είναι επιφυλακτική, καχύποπτη και νιώθει άβολα, σε μια φωτογραφία όμορφη και απόκοσμη μαζί.