Έχουν κάτι μαγικό τα παιχνίδια. Κοιτώντας μία κούκλα ή ένα αυτοκινητάκι μεταφέρεσαι χωρίς καλά καλά να το καταλάβεις, στην παιδική σου ηλικία με ένα νοσταλγικό χαμόγελο στο πρόσωπό σου. Οι εποχές άλλαξαν, η ανεμελιά και η αθωότητα εξαφανίστηκαν, όμως τα αγαπημένα μας παιχνίδια θα ζουν πάντα στις καρδιές μας.
Το σπίτι του Βασίλη Κούλογλου είναι ο παράδεισος του παιδιού. Ίσως όχι του παιδιού του 2017 που ζητάει iphone, videogames και πιο βίαια παιχνίδια σαν αυτά που διαφημίζει η τηλεόραση και ταιριάζουν περισσότερο με τα σημεία των καιρών, αλλά για ένα πιο «μεγάλο» παιδί, του ’80 και του ’90 που έπαιξε με μολυβένια στρατιωτάκια, βόλους, φωτεινούληδες, τη «Μάγια» τη μέλισσα, τον Κέρμιτ ή τους γέρους τους Μάπετ Σόου, την Bibi Bo και το «Μικρό μου Πόνυ».
Ο κ. Βασίλης Κούλογλου είναι μουσικός αλλά τρέφει μια αθεράπευτη αγάπη για τα παλιά και σπάνια παιχνίδια. Τι κι αν έχει μέχρι σήμερα 4.000. Όχι μόνο δεν τα χορταίνει αλλά πού και πού νιώθει την ανάγκη να τα βγάλει από τα κουτιά που τα φυλάει επιμελώς, να ξετυλίξει το προστατευτικό χαρτί και να τα ξαναδεί.
Τσίγκινα παιχνίδια από Έλληνες κατασκευαστές, ιταλικές κούκλες, ξύλινα παιχνίδια με ρόδες και ελατήρια, αυτοκινητάκια μεταλλικά και πλαστικά εταιρειών, μινιατούρες, κουρδιστά παιχνίδια, μολυβένια στρατιωτάκια, αυτά και άλλα πολλά συμπληρώνουν την συλλογή του την οποία σέβεται και προσπαθεί να διατηρήσει σε όσο καλύτερη κατάσταση γίνεται. Για τον ίδιο αυτά τα παιχνίδια έχουν ψυχή. Πόση πολλή και ποιοτική δουλειά έχει κάνει ο κατασκευαστής για να φτιάξει ένα τόσο δα παιχνίδι…
Αυτό τον πολύτιμο θησαυρό παιδικών αναμνήσεων, τον οποίο σκοπεύει να αυξήσει, θα τον εμπιστευτεί στην 4χρονη κόρη του.
Για όσους τα έζησαν και πρόλαβαν να παίξουν μαζί τους είναι πολύτιμες και ανέμελες στιγμές αθωότητας. Για τους νεότερους πολύ πιθανόν να είναι μια σειρά από βαρετά κι αδιάφορα παιχνίδια…
«Κάποια στιγμή βρέθηκα σε ένα ρετρό μπαζάρ και εκεί βρήκα ένα παιχνίδι που είχα σε μικρή ηλικία, όταν ήμουν πιτσιρίκος. Χωρίς δεύτερη σκέψη το πήρα. Αυτό άρχισε και γινόταν μανία. Άρχισα να μιλάω άλλους συλλέκτες, να πηγαίνω σε βραδινές δημοπρασίες και σε παζάρια, αν πήγαινα στο εξωτερικό πήγαινα σε μουσεία και σε παζάρια».
«Έκανα κάποια καταγραφή γιατί έκανα τρεις εκθέσεις. Μία στον πολυχώρο "Τρίκυκλο", η δεύτερη ήταν στον εκδοτικό οίκο Άγκυρα και η τρίτη στην "Τεχνόπολη" στο Τoys Bazaar. Έχω 4.000 παιχνίδια».
«Είναι σε κούτες. Υπάρχει σακούλα, ειδικό χαρτί που τα τυλίγω γιατί είναι πολύ ευαίσθητα. Έχω παιχνίδια που είναι 80 χρονών. Για να δείτε αυτά που βλέπετε σήμερα μου πήρε δύο μέρες».
«Την παιδική μου ηλικία, Την αγνότητα. Εγώ θυμάμαι τον εαυτό μου να παίζει. Είχα λίγα παιχνίδια, αλλά έπαιξα πάρα πολύ. Είναι και λίγο ψυχοθεραπεία για μένα».
«Είναι πάρα πολλά. Αυτό που με έχει τραβήξει τον τελευταίο καιρό είναι τα παιχνίδια τα ξύλινα και τα τσίγκινα. Μου αρέσουν γιατί είναι παιχνίδια φτιαγμένα από τον λαό. Είναι παιχνίδια που τα φτιάξανε πρόσφυγες, παίρνανε τις κονσέρβες από το Τατόι και τα φτιάχνανε. Πιο παλιά οι σκουπιδιάρηδες, μετά την βάρδια τους, μαζεύανε τα κονσερβοκούτια, τα λιώνανε, τα ξεχωρίζανε και μετά τα πουλούσανε στις οικοτεχνίες και στις βιοτεχνίες. Αργότερα έγινε το δεύτερο επάγγελμά τους. Τα ξύλινα και τα τσίγκινα παιχνίδια έχουν περισσότερο συναίσθημα. Στην έκθεση που έκανα είδα ανθρώπους μεγάλης ηλικίας και ήρθαν και μου διηγήθηκαν πράγματα. Ένας παππούς 86 χρονών ίσως και παραπάνω, ήρθε με τον γιο του. Όταν ο παππούς είδε το παλιό βατραχάκι συγκινήθηκε τόσο πολύ και μου λέει "εγώ δεν το έζησα αυτό σαν παιχνίδι, το είχα στην Κορέα για σήματα Μορς"».
«Έχω μία κόρη 4 ετών. Έχει μάθει να βλέπει αυτά τα παιχνίδια οπότε ξεχωρίζει και παίζει με αυτά. Το καινούριο παιχνίδι, δεν είναι ότι δεν με αφορά γιατί κάποια στιγμή η κόρη μου που είναι 4 ετών θα δει κάτι στην τηλεόραση και θα μου ζητήσει να πάω να της το πάρω. Το καινούριο παιχνίδι δεν μου κάνει αίσθηση, δεν το βλέπω σαν παιχνίδι. Υπάρχει πίσω από το καινούριο παιχνίδι μία μεγάλη επιχείρηση. Σπάει, πας και παίρνεις το ίδιο. Έχω της Lyra ένα πυροσβεστικό. Εάν ανοίξεις το κουτί του θα δεις ότι έχει ένα σακουλάκι με τα ανταλλακτικά του».
«Το παιχνίδι πριν τον 19ο αιώνα, δεν θέλω να πάω πιο πίσω αυτά τα ξέρουν καλύτερα οι ιστορικοί, δεν ήταν για τα παιδιά. Οι μεγάλοι έφτιαχναν παιχνίδια, οι μεγάλες γυναίκες που παντρεύονταν στόλιζαν τα σπίτια τους με ξύλινες ή πορσελάνινες κούκλες, οι μεγάλοι άντρες φτιάχνανε όπλα από ξύλο. Αργότερα έγινε το παιχνίδι και για τα παιδιά ή μπορεί να ήταν και παράλληλα. Ήταν ελάχιστα τα παιχνίδια που έπαιζαν τα παιδιά. Ξέρετε, κάθομαι και τα βλέπω αυτά τα παιχνίδια και λέω "πόση ώρα μπορεί να έπαιζε με αυτό το μικρό πραγματάκι ένα παιδί"».
«Φιλοδοξώ να μεγαλώσει η συλλογή και να βρω ένα χώρο να τα βάλω. Εάν δεν γίνει αυτό η κόρη μου θα έχει μία τεράστια συλλογή παιχνιδιών».
«Δεν πουλάω γιατί αυτό που θα πουλήσω δεν υπάρχει καμία περίπτωση να το ξαναβρώ. Ξοδεύω χρήματα για τα παιχνίδια αλλά πολύ επιλεκτικά».
Στο τέλος της κουβέντας μας ο Βασίλης Κούλογλου έχει μια ενδιαφέρουσα συμβουλή για τους «μεγάλους»: «Τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα, όταν θα πας να πάρεις ένα παιχνίδι στο παιδί σου ψάξ' το καλύτερα υπάρχουν πολύ ωραία παιχνίδια, ακόμα και αντιγραφές παλιών παιχνιδιών. Πάρε όμως κι ένα παιχνίδι για σένα και φύλαξε το κάπου».
Τι λέτε λοιπόν. Παίζουμε;