Ο Καναδός καλλιτέχνης Τέρενς Λαζάροφ έχει επισκεφθεί το Τσινγκντετζέν έξι φορές. Αν και η μικρή αυτή πόλη της ανατολικής επαρχίας Τσιανγκσί δεν είναι τόσο γνωστή στους δυτικούς, για τον 74χρονο Λαζάροφ αποτελεί μία Μέκκα.
«Οποιος αγαπά την κινεζική πορσελανη πρέπει να έρθει εδώ τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του» λέει ο καλλιτέχνης.
Η Τσινγκντετζέν αποτελεί συνώνυμο της πορσελάνης στην Κίνα καθώς διαθέτει μία πλούσια ιστορία στην παραγωγή της. Περισσότερο από 1.000 χρόνια πριν στην Δυναστεία των Σονγκ (960 - 1279), ο αυτοκράτορας Τζενζόνγκ έδωσε το όνομα του βασιλείου του στην περιοχή, Τσινγκντέ, ως αναγνώριση για τις πορσελάνες της οι οποίες εξάγονταν σε πολλά μέρη του κόσμου.
«Για αιώνες οι τεχνικές παραγωγής πορσελάνης περνούσαν από γενιά σε γενιά, όπως η φλόγα στον κλίβανο» λέει ο 62χρονος Λίου Χουοτσίν ο οποίος ήταν εκπρόσωπος του κόμματος σε ένα μεγάλο εργοστάσιο πορσελάνης που τώρα έχει κλείσει.
Ενδοξο παρελθόν
Κατά την επίσκεψη στην Τσινγκντετζέν βλέπεις παντού την παράδοση της τέχνης αυτής, από τους πορσελάνιους στύλους φωτός και τα γλυπτά που απεικονίζουν διαφορετικές τεχνικές.
«Στο αποκορύφωμα της παραγωγής πορσελάνης στην Δυναστεία των Μινγκ (1368 - 1644) και Τσινγκ (1644 - 1911) εδώ δούλευαν περίπου 100.000 εργάτες» λέει ο Λίου. Η βιομηχανία διακόπηκε μόνο στη διάρκεια του Κινεζικού Πολέμου Αντίστασης κατά της ιαπωνικής επιθετικότητας, όταν το 1942 καταστράφηκαν πολλοί κλίβανοι από ιαπωνικούς βομβαρδισμούς. Στην περιοχή υπήρχαν πάνω από 500 καμινάδες τις οποίες πήραν οι Ιάπωνες για τις στρατιωτικές τους βάσεις. Σύντομα όμως η πόλη επέστρεψε στις ένδοξες μέρες της μετά την εγκαθίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
« Την δεκαετία του '50 μας ζήτησαν να φτιάξουμε πορσελάνη για την πέμπτη επέτειο της απελευθέρωσης της Κίνας» λέει ο Λίου. Πριν από την επίσημη επίσκεψη του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον έφτιαξαν ένα κομμάτι γνωστό ως «κούπα του Νίξον», για να του το προσφέρουν ως δώρο. Παρόμοιες κούπες πωλήθηκαν αργότερα σωρηδόν. Τη δεκαετία του 1980, το υπουργείο Εξωτερικών ζήτησε από τους φορείς της πόλης να φτιάξουν πορσελάνες για τις ξένες πρεσβείες διακοσμημένες με το εθνικό έμβλημα.
«Την εποχή εκείνη περίπου 60.000 άνθρωποι στην πόλη εργάζονταν σε δέκα μεγάλα εργοστάσια πορσελάνης, επί συνόλου 200.000 κατοίκων » λέει ο Λίου. Σχεδόν κάθε οικογένεια είχε έναν εργαζόμενο στον τομέα αυτόν.
Τα πορσελάνινα προϊόντα ήταν δημοφιλή σε ολόκληρη την Κίνα, όμως ήταν πολυ δύσκολο για τους πολίτες να τα αγοράσουν. Επρεπε να έχουν διασυνδέσεις. Παγκοσμίως πουλήθηκαν σε 160 χώρες. Ωστόσο τη δεκαετία του 1990 με την έλευση της οικονομίας της αγοράς τα εργοστάσια έκλεισαν και οι εργαζόμενοι απολύθηκαν.
Αναγέννηση της τέχνης
Ο 45χρονος Ντουάν Τσιανπίνγκ θυμάται καλά όλες τις αλλαγές. «Πολλοί συγγενείς μας δούλευαν στα εργοστάσια πορσελάνης και μας προσέφεραν προϊόντα σε σημαντικές περιπτώσεις ως δώρα» λέει. Καθώς οι θέσεις εργασίας χάθηκαν ο Ντουάν έγινε δημοσιογράφος. Ο 45χρονος υποστηρίζει οτι η έλλειψη καινοτομίας θα μπορούσε να είναι ένας λόγος που η Τσινγκντετζέν έχασε την λάμψη της.
Ο καλλιτέχνης Λι Τσιανσέν ίδρυσε το 2000 το διεθνές χωριό πορσελάνης Σανμπάο, το οποίο προσελκύει χιλιάδες λάτρεις της πορσελάνης κάθε χρονο από όλον τον κόσμο. Μεταξύ αυτών και ο Τέρενς Λαζάροφ. Στη διάρκεια των έξι επισκέψεών του έχει δει πολλές αλλαγές στην πόλη.
« Οταν πρωτοήρθα το 2003 τα παιδιά με έπαιρναν από πίσω καθώς δεν κυκλοφορούν τότε πολλοί ξένοι.Τώρα έχει γίνει μία μεγάλη πόλη» θυμάται.
Ο Ντουάν από την πλευρά του ξαναγύρισε στην τέχνη της πορσελάνης το 2015, όταν παραιτήθηκε από τη θέση του ως αρχισυντάκης και ίδρυσε την επιχείρηση πορσελάνης Σιανγουντσού.
Λέει οτι πρόσθεσε μερικά μοντέρνα στοιχεία στον παραδοσιακό σχεδιασμό, καθώς στην αυλή της εταιρίας υπάρχει ένα μεγάλο πλατάνι το οποίο, σύμφωνα με τον κινεζικό μύθο, είναι σπίτι του μυθικού φοίνικα. Ετσι έκανε τον φοίνικα σφραγίδα των προϊόντων του. Χρησιμοποίησε χρυσαφί χρώμα σε ένα παραδοσιακό μπλε-και-λευκό σχέδιο, για να κάνει την εταιρία του ένα εμπορικό σήμα πολυτελείας.
« Λάβαμε τόσες παραγγελίες που δύσκολα μπορέσαμε να ανταποκριθούμε» λέει. Εκτιμά οτι φέτος τα έσοδα ενδέχεται να φθάσουν τα 10 εκατ. γιουάν (1,5 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ). Σήμερα στη πόλη εργάζονται περίπου 30.000 άνθρωποι στον χώρο της πορσελάνης, ενώ οι νέοι και οι ξένοι καλλιτέχνες τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης.
Διατηρώντας την ψυχή της πόλης
Η 35χρονη Χουάνγκ απέκτησε το μεταπτυχιακό της στην αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου και για πρώτη φορά ήρθε στην πόλη το 2006 για αρχαιολογική έρευνα, αλλά σύντομα την ερωτεύτηκε.
« Οταν έπιασα για πρώτη φορά στα χέρια μου την πορσελάνη, ένοιωσα οτι μιλάω με την Ιστορία» λέει. Εμεινε όμως έκπληκτη διαπιστώνονας οτι οι ντόπιοι δεν ήξεραν πού ήταν τα τοπικά μεταλλεία.
Το 2014 μαζί με τον άντρα της εγκαταστάθηκαν στο χωριό Τσινκένγκ, μία περιοχή με αρχαίους κλίβανους, οκτώ περίπου χλμ από την Τσινγκντετζέν. Μίσθωσε 160 στρέμματα καλλιεργώντας ρύζι και χρυσάνθεμα και ανακαίνισε την περιοχή, ώστε να μπορεί να εργαστεί με το ακατέργαστο κεραμικό υλικό.
«Ελπίζω αυτό το μέρος να γίνει ένας χώρος μάθησης και συζήτησης για την πορσελάνη. Αρκετά εγκαταλελειμμένα εργοστάσια πορσελάνης άνοιξαν πέρυσι και οι καμινάδες βρίσκονται δίπλα σε εργαστήρια, πολιτιστικά κέντρα, γκαλερί και εστιατόρια» λέει η Χουάνγκ.
Ομως το εργοστάσιο του Λίου δεν έχει ακόμη συμπεριληφθεί σε αυτά που ανακαινίζονται.
«Ελπίζω ότι οι μελλοντικές γενιές θα μπορέσουν να δουν τα απομεινάρια και να νοιώσουν υπερήφανοι για την πόλη τους και τις πορσελάνες της» λέει.
πηγη φωτό wikimedia, unesco