Το ΣτΕ απέφυγε να λάβει απόφαση για την απαγόρευση των λειτουργιών στις εκκλησίες
Το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ τονίζει ότι η μεταγενέστερη υπουργική απόφαση επί του ιδίου θέματος «διαφέρει ουσιωδώς» από αυτή που έληξε η ισχύς της
Ειδικότερα, το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ με τις υπ΄ αριθμ. 1294-1296/2020 αποφάσεις του, κατά πλειοψηφία, κατάργησε τις δίκες των προσφευγόντων, με το επιχείρημα ότι έληξε η ισχύς της προσβαλλόμενης κοινής υπουργικής απόφασης και η νεότερη-μεταγενέστερη υπουργική απόφαση επί του ιδίου θέματος «διαφέρει ουσιωδώς» από αυτή που έληξε η ισχύς της.
Έτσι, μετά την εφαρμογή της νέας υπουργικής απόφασης που «διαφέρει ουσιωδώς» από την προσβαλλόμενη, δεν μπορεί να θεωρηθεί κατά το άρθρο 32 του Προεδρικού Διατάγματος 18/1989, ότι συνιστά αντικατάσταση ή τροποποίηση της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης που έληξε η ισχύς της, έτσι ώστε να μπορεί να συνεχιστούν οι δίκες.
Σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας η νεώτερη κοινή υπουργική απόφαση δεν απαγορεύει την λειτουργία των θρησκευτικών χώρων, αλλά την επιτρέπει υπό όρους, οι οποίοι κυρίως έχουν να κάνουν με τον αριθμό των προσώπων που μπορεί να εισέρχονται στους χώρους λατρείας, κ.λπ. Κατά συνέπεια η νεώτερη υπουργική απόφαση δεν μπορεί να θεωρηθεί συμπροσβαλλόμενη με την λήξασα κοινή υπουργική απόφαση, έτσι ώστε να μπορεί να συνεχιστούν οι δίκες.
Αντίθετα, η μειοψηφία μίας συμβούλου Επικρατείας και ενός παρέδρου, χωρίς δικαίωμα ψήφου, υποστηρίζει ότι με την νέα κοινή υπουργική απόφαση τα απαγορευτικά μέτρα, έστω ηπιότερου χαρακτήρα, εξακολουθούν να είναι δυσμενή για τους προσφεύγοντες στο ΣτΕ και πρέπει να θεωρηθεί ότι η νέα υπουργική απόφαση εκδόθηκε σε αντικατάσταση της προηγούμενης, με συνέπεια να μπορεί να συνεχιστεί η δίκη για τους προσφεύγοντες στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο.