Η συνήθεια του καπνίσματος όπως έχει πολλές φορές αποδειχθεί συνδέεται με μια σειρά προβλημάτων υγείας και επιβαρύνει την εξωτερική εμφάνιση αλλά και την ευεξία των καπνιζόντων, ενώ για τους θεριακλήδες που δεν έχουν κανένα μέτρο στη συνήθειά τους και μετρούν πολλά πακέτα τσιγάρα καθημερινά τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα.
Η έναρξη του καπνίσματος όπως δείχνουν μελέτες γίνεται όλο και πιο νωρίς, με αποτέλεσμα η όλο και πιο μακρόχρονη χρήση του να προκαλεί σωρευτικά προβλήματα, ειδικά στο αναπνευστικό σύστημα. Όσο εύκολα όμως μπαίνει κανείς σε αυτόν τον ανθυγιεινό δρόμο, τόσο δύσκολα βγαίνει και επιστρέφει στον υγιεινό τρόπο ζωής, κάτι που τις περισσότερες φορές γίνεται πολύ αργά και αφού έχει προηγηθεί «καμπανάκι» από τον γιατρό μας ή από τον οργανισμό μας.
Η διακοπή του καπνίσματος όπως δείχνουν έρευνες γίνεται με διάφορους τρόπους, από τις απλές τσίκλες ή επιθέματα νικοτίνης μέχρι και τη χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου, ενώ υπάρχουν ακόμη και ιατρεία ή κλινικές διακοπής καπνίσματος για τις περιπτώσεις όπου η κακή συνήθεια αποδεικνύεται… πολύ σκληρή για να πεθάνει. Η ανάγκη να ζητηθεί η βοήθεια μιας κλινικής ή ενός ιατρείου δείχνει πόσο δύσκολο είναι να ξεμπλέξει κανείς μια και καλή με τον καπνό, αλλά και την πολυεπίπεδη εξάρτηση που προκαλεί στον άνθρωπο, και ιδιαίτερα την ψυχολογική.
Το στοιχείο εκείνο που ευθύνεται για την εξάρτηση των καπνιστών από το τσιγάρο είναι η νικοτίνη, μια από τις πλέον εθιστικές ουσίες. Υπάρχουν όμως και κάποια άλλα συνοδά στοιχεία που «παγιώνουν» το κάπνισμα στην καθημερινότητα ενός ανθρώπου, όπως η σύνδεσή του με τον καφέ, η κοινωνικοποίηση που γίνεται εύκολη μεταξύ των καπνιστών, ακόμη και η μυοσκελετική συνήθεια να κρατάει κανείς το τσιγάρο μεταξύ του δείκτη και του μέσου δακτύλου.
Η μέγιστη εξάρτηση όμως που προκαλεί το τσιγάρο είναι η ψυχολογική, γι’ αυτό και στις κλινικές απεξάρτησης εξειδικευμένοι ψυχολόγοι παρακολουθούν τους ασθενείς για να δουν κατά πόσον έχουν… τελειώσει με τον καπνό πρώτα μέσα στο μυαλό τους. Η ψυχολογική εξάρτηση είναι τόσο έμμεση όσο και άμεση, γι’ αυτό και η επιρροή της στον ψυχισμό του καπνίζοντος είναι τόσο καταλυτική.
Το κάπνισμα «δεσμεύει» τον άνθρωπο πρώτα έμμεσα, καθώς καθίσταται μέρος της καθημερινότητάς του, ένα από εκείνα τα στοιχεία που δεν μπορούν να λείψουν, όπως π.χ. ο καφές, η εφημερίδα, η τηλεόραση, το ποτό και άλλα στοιχεία του λαϊφστάιλ. Ωστόσο εκείνο που «αλυσοδένει» τον άνθρωπο με το τσιγάρο είναι το γεγονός ότι, όπως έχει αποδειχθεί από μελέτες, η νικοτίνη οδηγεί στην έκλυση ντοπαμίνης, της ορμόνης της χαράς, στον εγκέφαλο, γι’ αυτό και ο καπνιστής ζητά να καπνίζει κι άλλο.
Αυτή η βιοχημική διεργασία καθιστά το τσιγάρο κάτι σαν ναρκωτικό, που για πολύ καιρό δεν είχε αναδειχθεί από τις καπνοβιομηχανίες για ευνόητους λόγους. Και μάλιστα την ίδια στιγμή που η όλο και πιο εκτεταμένη χρήση του καπνού μέσω της πίσσας και πληθώρας καρκινογόνων ουσιών επισώρευε αναπνευστικά, πνευμονολογικά και καρδιαγγειακά προβλήματα στον οργανισμό των χρηστών του.
Όποιον τρόπο λοιπόν κι αν επιλέξει κανείς για να διακόψει το κάπνισμα, ας έχει κατά νουν πως το πρώτο που θα πρέπει να καταφέρει είναι να βγάλει από τη ζωή του τη νικοτίνη, «καθαρίζοντας» μαζί της πρώτα στο μυαλό και στην ψυχή του.
Πηγή άρθρου: http://www.310.gr