Αν και η «φωτιά» ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ιράν δεν σβήνει, οι τιμές του πετρελαίου μειώθηκαν εκ νέου το πρωί της Τετάρτης - Για πιθανές αυξήσεις που θα απορροφηθούν μιλά ο υφυπουργός Ανάπτυξης - Συναγερμός για εντοπισμό επιτήδειων που θα επιχειρήσουν να κερδοσκοπήσουν
Το Ριάντ κατηγόρησε ευθέως την Τεχεράνη για τις επιθέσεις εναντίον πετρελαϊκών της εγκαταστάσεων το περασμένο Σάββατο, υποστηρίζοντας ότι τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από το Ιράν. Οι ΗΠΑ φαίνεται να συμμερίζονται αυτές τις εκτιμήσεις και αυτό παρά το γεγονός ότι οι αντάρτες Χούθι της Υεμένης, που πολεμούν τον σαουδαραβικό στρατιωτικό συνασπισμό, ανέλαβαν την ευθύνη των επιθέσεων. Η Σαουδική Αραβία αναμένεται, μάλιστα, σήμερα να παρουσιάσει και αποδεικτικά στοιχεία - με εικόνες των όπλων - για την εμπλοκή του Ιράν στις επιθέσεις σε συνέντευξη τύπου που θα παραχωρήσει εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας της χώρας. Την ίδια ώρα οι New York Times κάνουν λόγο για δορυφορικές λήψεις που αποδεικνύουν ότι οι επιθέσεις ξεκίνησαν από το Ιράν. Η Τεχεράνη αρνείται βέβαια οποιαδήποτε ανάμειξη.
Στην Ελλάδα μετά την έκτακτη σύσκεψη στο υπουργείο Ενέργειας υπό τον υφυπουργό Γεράσιμο Θωμά, διυλιστήρια, εταιρείες και πρατηριούχοι εκτίμησαν ότι δεν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι ανησυχίας εκτιμώντας ότι η επίπτωση στις τιμές δεν πρόκειται να ξεπεράσει τα 3-5 λεπτά μέχρι την Παρασκευή με τον υφυπουργό Ανάπτυξης Νίκο Παπαθανάση να εκτιμά ότι αυτού του ύψους η αύξηση είναι απορροφήσιμη. Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση παραμένει σε επιφυλακή και εγρήγορση για τον εντοπισμό τυχόν επιτήδειων με αυξημένους ελέγχους όπως ανακοίνωσε την Τρίτη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας.
Δεν σβήνει η «φωτιά» για ΗΠΑ-Ιράν
Σύμφωνα με τον Γκύντερ Μάιερ από το Κέντρο Ερευνών του Αραβικού Κόσμου στο Πανεπιστήμιο του Μάιντς, οι εξελίξεις στην Σαουδική Αραβία αποτελούν έναν «προπαγανδιστικό ελιγμό». Όπως αναφέρει η DW, «η Ουάσιγκτον προσπαθεί να παρουσιάσει τις επιθέσεις στη Σαουδική Αραβία ως απειλή για την ενεργειακή ασφάλεια του πλανήτη. Με τον τρόπο αυτόν καταφέρνει να στρέψει τα βλέματα μακριά από το γεγονός ότι με τη βοήθεια των ΗΠΑ η Σαουδική Αραβία έχει οικοδομήσει εδώ και χρόνια με έναν ετήσιο αμυντικό προϋπολογισμό ύψους 70 δις δολαρίων τον πιο σύγχρονο αμυντικό και επιθετικό εξοπλισμό της ευρύτερης περιοχής. Με αυτά τα όπλα (σσ. ΗΠΑ και Σαουδική Αραβία) συνέβαλαν μέσω της επέμβασης στην Υεμένη στην μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή στην ιστορία της χώρας».
Ωστόσο, σύμφωνα με αναλυτές που επικαλείται η βρετανική εφημερίδα Guardian, ο στρατός της Σαουδικής Αραβίας δεν είναι σε καμία περίπτωση έτοιμος για έναν παρατεταμένο πόλεμο με το Ιράν. Οι δύο πλευρές έχουν εμπλακεί ήδη στον λεγόμενο «πόλεμο δι΄ αντιπροσώπων» στην Υεμένη, ενώ τα Στενά του Ορμούζ αποτελούν την εστία μιας ακόμα διπλωματικής κρίσης ανάμεσα σε Ιράν και ΗΠΑ. Ιδιαίτερα με την κατάσταση στην Υεμένη ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι στη χώρα περίπου 10 εκατ. άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι με την πείνα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί προς το παρόν να μην ανησυχεί για μεταναστευτικές ροές από την Υεμένη, ωστόσο αυτή η κατάσταση μπορεί να αλλάξει στο άμεσο μέλλον.
Την ίδια στιγμή σύμφωνα με το Petroleum Economist, η Κίνα εμφανίζεται έτοιμη να προσεγγίσει το Ιράν, με το Πεκίνο να σχεδιάζει μια κολοσσιαία επένδυση 400 δισ. δολαρίων για την ανάπτυξη της ιρανικής παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου αλλά και για έργα υποδομών. Μια τέτοια εξέλιξη θα άλλαζε άρδην τους συσχετισμούς στον Περσικό Κόλπο, εις βάρος της Σαουδικής Αραβίας.