Τα βασικότερα όλων είναι τα εξής:
• Άμεσο κέρδος 0,2% θα έχουν οι
συνταξιούχοι που, όπως όλα δείχνουν, θα λάβουν
αύξηση 2,4% το 2025 και όχι 2,2% που θα είχαν, αν δεν άλλαζαν χθες τα στοιχεία για το ΑΕΠ της χώρας.
Στην πράξη, η μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ (κατά 0,3%) επιπλέον από όσο είχε αρχικά ανακοινωθεί πριν 6 μήνες, «μεταφράζεται» αυτομάτως σε μεγαλύτερη αύξηση
συντάξεων. Αιτία είναι ο νόμος Κατρούγκαλου και ο κανόνας ότι οι αυξήσεις στις συντάξεις δίνονται προκαταβολικά κάθε χρόνο με βάση τις προβλέψεις για ΑΕΠ και πληθωρισμό, αλλά «διορθώνονται» απολογιστικά τον επόμενο χρόνο.
Από 1.1.2024 οι
συνταξιούχοι πήραν αυξήσεις, με βάση την εκτίμηση που έκανε τον Οκτώβριο πέρυσι η κυβέρνηση στον Προϋπολογισμό για άνοδο ΑΕΠ 2,4% το 2023. Τον Μάρτιο του 2024 η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε (1η εκτίμηση) ότι το ΑΕΠ το 2023 δεν αυξήθηκε 2,4% αλλά 2%. Αυτό σημαίνει ότι στις αυξήσεις που θα δοθούν από 1.1.2025, θα έπρεπε να αφαιρεθεί το 50% της Ανάπτυξης που προβλέφθηκε αλλά δεν ήρθε. Θα «κόβονταν» δηλαδή 0,2 μονάδες, από την αύξηση του 2025.
Αυτό «διορθώθηκε» χτες, όμως, καθώς η
ΕΛΣΤΑΤ ανέβασε το ΑΕΠ στο 2,3%. Η διαφορά από την περσινή πρόβλεψη του υπουργείου Οικονομικών θεωρείται αμελητέα και δεν θα αφαιρεθεί το 2025. Και με βάση
τις νέες εκτιμήσεις του προϋπολογισμού του 2025, οι τελικές αυξήσεις στις συντάξεις θα είναι 2,4%, χωρίς τη μείωση που θα είχαν αν είχαν πέσει έξω οι προβλέψεις του ΥΠΕΘΟ για το ΑΕΠ.
• Η χώρα γλιτώνει τη «
βόμβα χρέους» που -κατά πολλούς- την απειλούσε. Πρόκειται για τη στατιστική αλλαγή στους κανόνες της Eurostat που, αν τελικώς επιβληθεί και εφαρμοστεί, θα υποχρεώνουν τη χώρα να εμφανίζει -και αναδρομικά κιόλας- στο δημόσιο χρέος της, αναβαλλόμενους τόκους δανείων που έχουν περίοδο χάριτος πληρωμής από το 2032 και μετά!
Αν και αφορά στατιστική απεικόνιση χωρίς πραγματικό κίνδυνο για τους επενδυτές (ενώ αντιθέτως ο κίνδυνος αυτός έχει προβλεφθεί και αντιμετωπιστεί σε όλες τις εκθέσεις βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους –DSA), υπήρχε ανησυχία στην Αθήνα ότι με την αλλαγή αυτή θα χαλούσε στο εξωτερικό η εξαιρετική εικόνα μείωσης του ελληνικού χρέους, που δείχνει ότι πέφτει στο 153,7% φέτος, και ακόμα χαμηλότερα στα επόμενα χρόνια.
Τώρα όμως, εξαιτίας
της αναθεώρησης του ΑΕΠ, ο κίνδυνος για τη χώρα μηδενίζεται! Ό,τι και να γίνει, το 2024 το χρέος θα παραμένει -στατιστικά και λογιστικά- σχεδόν στο 153,7%, ακολουθώντας την ίδια πορεία μείωσης. Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ βελτιώνεται κατά περίπου 3,5 ποσοστιαίες μονάδες. Και αυτό συνεπάγεται ότι σε συνδυασμό με την αποπληρωμή των δανείων (ύψους 7,9 δισ. ευρώ από τον ου GLF), απορροφάται σχεδόν στο σύνολό της η επίδραση από τυχόν αναδρομική συμπερίληψη των τόκων του EFSF στο λόγο χρέους προς ΑΕΠ.
Όλα τα παραπάνω αφορούν το μέλλον.
Η
αναδρομική αναθεώρηση του ΑΕΠ για το 2023 όμως, δείχνει και κάτι παραπάνω: ότι η χώρα έχει συνεχώς πλέον «ανάπτυξη πάνω στην ανάπτυξη», παρόλες τις κρίσεις που ξεσπάνε διεθνώς. Ακολουθώντας κανόνες σταθερότητας, μπορεί να τα πηγαίνει όλο και καλύτερα, όχι μόνο εν σχέσει με τις αρχικές προβλέψεις της κυβέρνησης και των διεθνών οργανισμών, αλλά καλύτερα και από τα προκαταρκτικά απολογιστικά στοιχεία.
Με τις συνεχείς εκπλήξεις αυτές (μαζί και με τη χθεσινή από την
ΕΛΣΤΑΤ), διαπιστώνεται τελικά ότι:
1. το ονομαστικό ΑΕΠ του 2023 ήταν 225,2 δισ. ευρώ και όχι 220,3 δισ. όπως εκτιμήθηκε τον Μάρτιο.
2. το 2023 οι επενδύσεις στη χώρα αυξήθηκαν 6,6% και όχι 4% όπως διαφαινόταν αρχικά.
3. συνολικά στην πενταετία 2019-2023 το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας είχε αύξηση 6,8%, και όχι 5,8% όπως φαινόταν. Την ίδια περίοδο η Ευρωζώνη είχε ανάπτυξη πραγματικού ΑΕΠ μόλις 3,5%.
4. Παρά την παγκόσμια ύφεση του 2020 (-9,2% του ΑΕΠ στη χώρα μας) στα έτη 2019-2023 η Ελλάδα «τρέχει» με μέσο ρυθμό ανάπτυξης 2% (!) και όχι 1,7% που ήταν η ως τώρα «επίσημη» εικόνα της χώρας.
5. Η Ελλάδα είχε την δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ευρώπη (EE-27). Με βάση της αναθεώρηση του ΑΕΠ, στη διετία 2022-2023 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε 2,8%, αντί 2,5% που αρχικά εκτιμήθηκε. Συνολικά στην πενταετία, η σωρευτική ανάπτυξη του κατά κεφαλήν πραγματικού ΑΕΠ έφτασε στο 8,7%, αντί 7,8% που ήταν η ως τώρα εκτίμηση.
«Δεν ισχυρίζεται, φυσικά, κανείς ότι η χώρα μας έγινε ξαφνικά οικονομική υπερδύναμη», όπως δήλωσε με αφορμή την αναθεώρηση ο
Κωστής Χατζηδάκης. Αντιθέτως, ο υπουργός Οικονομικών έστειλε μήνυμα ότι «δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση λόγο να επαναπαυτούμε. Οφείλουμε να χτίσουμε πάνω σε αυτή την πρόοδο και να προχωρήσουμε μπροστά με μεταρρυθμίσεις που έχουν στόχο μια σύγχρονη και δίκαιη οικονομία με ενίσχυση των εισοδημάτων, στήριξη της επιχειρηματικότητας και περισσότερες ευκαιρίες για όλους».