Με ειδικό λογισμικό ελέγχεται η αδήλωτη προσαύξηση περιουσίας, τα μη δηλωθέντα εισοδήματα και οι συναλλαγές που δεν πληρώθηκε ο φόρος - Ποιες υποθέσεις παραγράφονται στο τέλος του έτους
Στόχος είναι να εξεταστούν όλες οι υποθέσεις πους θα παραγραφούν στις 31/12/2021 και πλέον η εφορία δεν θα μπορεί να τους καταλογίσεις φόρους και πρόστιμα σε περίπτωση φοροδιαφυγής. Η κινητοποίηση έρχεται λόγω της απόφασης του ΣτΕ σύμφωνα με την οποία το δημόσιο χάνει το δικαίωμα επιβολής φόρων και προστίμων σε περίπτωση που εντός του προβλεπόμενου από τη νομοθεσία χρονικού διαστήματος για την παραγραφή δεν κοινοποιήσει στο φορολογούμενο τη καταλογιστική πράξη. Με βάση την απόφαση αυτή οι υποθέσεις του 2014 και πίσω, έχουν παραγραφεί, λόγω της πενταετίας.
Οι έλεγχοι στις τραπεζικές καταθέσεις γίνονται με το «Ειδικό Λογισμικό Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας», το οποίο χρησιμοποιείται από τον Μάιο του 2017 για τον προσδιορισμό της συνολικής καθαρής ατομικής/οικογενειακής τραπεζικής περιουσίας για κάθε ΑΦΜ και τη σύγκρισή της με τα δηλωθέντα ατομικά/οικογενειακά εισοδήματα κατ’ έτος, έτσι ώστε εξάγεται εκτίμηση αποκρυβείσας ή μη φορολογητέας ύλης.
Μέσω αυτοματοποιημένων λογιστικών αλγορίθμων, το σύστημα μπορεί να συσχετίζει τα στοιχεία των πρωτογενών καταθέσεων με τα δηλωθέντα εισοδήματα μέσα σε λίγη ώρα, οδηγώντας σε κάποιες πρώτες ενδείξεις πιθανής φοροδιαφυγής, που αποτελούν το έναυσμα για τον ενδελεχή φορολογικό έλεγχο. Επιπλέον, οι ελεγκτές ζητούν και λαμβάνουν πρόσθετα στοιχεία, από το «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών», που αφορούν στις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του ελεγχόμενου.
Τα στοιχεία που αντλούνται συγκρίνονται με τα εισοδήματα που έχει δηλώσει ο φορολογούμενος για τα συγκεκριμένα έτη. Όπου διαπιστωθεί ότι οι καταθέσεις είναι περισσότερες από τα δηλωθέντα εισοδήματα, η Εφορία προχωρεί στη βεβαίωση φόρου εισοδήματος, εισφοράς αλληλεγγύης, προστίμων και προσαυξήσεων και κοινοποιεί στον φορολογούμενο την Πράξη Προσδιορισμού Φόρου. Ο υπόχρεος, μπορεί να αμφισβητήσει τις διαπιστώσεις της Εφορίας, προσκομίζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά, στη ΔΟΥ ή στο Ελεγκτικό Κέντρο. Εάν δεν πείσει του ελεγκτές, τότε μπορεί να προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ ή στα φορολογικά δικαστήρια.
Ειδικότερα, οι υποθέσεις που τίθενται στο επίκεντρο των φορολογικών ελέγχων των ελεγκτικών υπηρεσιών της ΑΑΔΕ είναι οι εξής:
- Υποθέσεις φορολογουμένων που δεν δήλωσαν ή δήλωσαν ανακριβώς αναδρομικά ποσά αποδοχών τα οποία εισέπραξαν μέσα στο 2015 αλλά αφορούν παλαιότερα έτη.
- Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος για τη χρήση του 2012, για τις οποίες υποβλήθηκαν αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις εντός του 2018. Για τις υποθέσεις αυτές η αρχική 5ετής προθεσμία παραγραφής, η οποία έληγε κανονικά στις 31-12-2018 (5 χρόνια από τη λήξη του έτους 2013 στο οποίο έπρεπε να είχε υποβληθεί η αρχική εμπρόθεσμη δήλωση), παρατάθηκε για 3 ακόμη χρόνια, μέχρι τις 31-12-2021, επειδή οι αρχικές δηλώσεις υποβλήθηκαν στο τελευταίο έτος της κανονικής 5ετούς περιόδου παραγραφής.
- Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ για τη χρήση του έτους 2010 για τις οποίες μετά τη λήξη της κανονικής 5ετούς περιόδου παραγραφής, δηλαδή μετά την 31η-12-2016, περιήλθαν σε γνώση των αρμοδίων φορολογικών αρχών «συμπληρωματικά στοιχεία» για απόκρυψη φορολογητέας ύλης
- Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση του έτους 2005, για τις οποίες δεν είχε υποβληθεί ποτέ η οικεία δήλωση. Για τις υποθέσεις αυτές προβλέπεται 15ετής περίοδος παραγραφής, η οποία άρχισε να «τρέχει» αμέσως μετά το τέλος του έτους εντός του οποίου έπρεπε να υποβληθούν οι αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις, δηλαδή από την 1η-1-2007 και λήγει στις 31-12-2021.