Το σύστημα των τεκμηρίων διαβίωσης ως μέθοδος προσδιορισμού αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης να θεωρείται πλέον ξεπερασμένο, άδικο και ισοπεδωτικό
Τη σταδιακή μείωση και εν τέλει την κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης σκοπεύει να εντάξει η Νέα Δημοκρατία στο κυβερνητικό της πρόγραμμα για την τετραετία 2023-2027.
Σύμφωνα με τον «Ελεύθερο Τύπο», εφόσον το κυβερνών κόμμα κερδίσει και τις προσεχείς βουλευτικές εκλογές και ως κυβέρνηση δεν αντιμετωπίσει από το 2023 άλλα έκτακτα γεγονότα διεθνούς εμβέλειας που επηρεάζουν δυσμενώς την πορεία της οικονομίας -εξαναγκάζοντας το κράτος να εκταμιεύει πόρους για έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις-, το πρόγραμμα φορολογικών μεταρρυθμίσεων που είχε εξαγγείλει πριν από τις εκλογές του 2019 και περιελάμβανε την κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης θα επανέλθει σε τροχιά υλοποίησης.
Τι ισχύει
Σύμφωνα με την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, τα τεκμήρια διαβίωσης -οι αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης- είναι συγκεκριμένα ποσά καθορισμένα από τη Φορολογική Διοίκηση, τα οποία θεωρούνται, αντικειμενικά, ως οι ελάχιστες δαπάνες που πρέπει να έχει καταβάλει κάθε φορολογούμενος μέσα σε ένα φορολογικό έτος για την ατομική του διαβίωση και τη συντήρηση της ακίνητης και κινητής περιουσίας του (των κατοικιών, των αυτοκινήτων, των σκαφών αναψυχής, των αεροσκαφών και των δεξαμενών κολύμβησης που κατέχει).
Τα επιμέρους ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης (το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης, το τεκμήριο για την κατοικία, το τεκμήριο για το αυτοκίνητο κ.λπ.) αθροίζονται μεταξύ τους και στη συνέχεια προστίθενται σε τυχόν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων που πραγματοποίησε ο φορολογούμενος (αγορές σπιτιών, αυτοκινήτων, αποπληρωμή δανείων καταναλωτικών κ.λπ.) μέσα στο ίδιο φορολογικό έτος. Το άθροισμα όλων αυτών των ποσών (των τεκμηρίων διαβίωσης και των δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων) συγκρίνεται με το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογουμένου.
Εφόσον το άθροισμα αυτό είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν εισόδημα, τότε ως φορολογητέο εισόδημα λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των τεκμηρίων διαβίωσης και των δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων. Δηλαδή, το εισόδημα επί του οποίου υπολογίζεται ο φόρος προσδιορίζεται σε επίπεδο υψηλότερο του δηλωθέντος, οπότε ο φόρος που καλείται να καταβάλει ο φορολογούμενος είναι, τελικά, μεγαλύτερος από αυτόν που αναλογεί στο πραγματικό δηλωθέν εισόδημά του.
Ο προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος σε επίπεδο υψηλότερο του δηλωθέντος μπορεί να γίνει και μόνο από την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης εάν ο φορολογούμενος δεν έχει πραγματοποιήσει καθόλου δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων και εφόσον το πραγματικό δηλωθέν εισόδημά του είναι χαμηλό ή εφόσον τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης που τον βαρύνουν είναι μεγάλα (διότι μπορεί να έχει ένα ή περισσότερα σπίτια με μεγάλες επιφάνειες, ένα ή περισσότερα αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού κ.λπ.).
Σήμερα, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, για να αποτραπεί η υπερφορολόγηση λόγω προσδιορισμού του εισοδήματος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή με βάση μόνο τα τεκμήρια διαβίωσης, ο φορολογούμενος πρέπει να καλύψει τη διαφορά μεταξύ χαμηλού πραγματικού και υψηλού τεκμαρτού εισοδήματος με διάφορους τρόπους, όπως η δήλωση χρηματικού κεφαλαίου (αποθέματος) προηγούμενων ετών, που αναλώθηκε εντός του φορολογικού έτους για το οποίο υποβάλλεται η φορολογική δήλωση, η αναγραφή στη φορολογική δήλωση εισοδημάτων που απαλλάσσονται από τον φόρο ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο, η δήλωση εσόδων εισπραχθέντων εντός του φορολογικού έτους από την πώληση περιουσιακών στοιχείων ή από γονικές παροχές ή δωρεές χρηματικών ποσών ή από δάνεια κ.λπ. Οι λύσεις όμως αυτές σε πολλές περιπτώσεις δεν επαρκούν για να καλύψουν τις επιπλέον διαφορές εισοδήματος που προκύπτουν από τα τεκμήρια διαβίωσης (ή και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η αποτροπή της υπερφορολόγησης.
Ο λόγος για τον οποίο αποφασίστηκε να ενταχθεί στο κυβερνητικό πρόγραμμα η κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης είναι ότι πλέον οι σχετικές διατάξεις είναι αναχρονιστικές και δεν ανταποκρίνονται στις σημερινές απαιτήσεις της ελληνικής κοινωνίας για ένα πιο δίκαιο και πιο αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα. Οι διατάξεις για τα τεκμήρια διαβίωσης θεσπίστηκαν τη δεκαετία του 1970 ως αντίδοτο κατά της φοροδιαφυγής που διέπρατταν τότε πολλοί φορολογούμενοι εμφανίζοντας στις φορολογικές τους δηλώσεις ποσά εισοδημάτων πολύ χαμηλότερα από αυτά που αποκτούσαν πραγματικά, αφού τότε ο εντοπισμός αποκρυβέντων εισοδημάτων από τις φορολογικές Αρχές ήταν πάρα πολύ δύσκολος, δεδομένου ότι όλοι οι έλεγχοι διενεργούνταν με χειρόγραφα συστήματα και οι διασταυρώσεις στοιχείων μέσω ανοίγματος τραπεζικών λογαριασμών και ελέγχου άλλων στοιχείων συναλλαγών ήταν αδύνατο να διεκπεραιωθούν έγκυρα και έγκαιρα, καθώς δεν υπήρχαν τα ηλεκτρονικά μέσα αυτόματης καταγραφής και διασταυρώσεων που υπάρχουν σήμερα στη διάθεση του φοροελεγκτικού μηχανισμού.
Τώρα όμως οι συνθήκες έχουν ωριμάσει, ώστε το σύστημα των τεκμηρίων διαβίωσης ως μέθοδος προσδιορισμού αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης να θεωρείται πλέον ξεπερασμένο, άδικο και ισοπεδωτικό, αφού οι δυνατότητες εντοπισμού αδήλωτων εισοδημάτων είναι πλέον πολύ μεγάλες μέσω της σύγχρονης τεχνολογίας και της ψηφιοποίησης των φορολογικών διαδικασιών.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, τα τεκμήρια διαβίωσης μέσα στην προσεχή τετραετία θα αρχίσουν να μειώνονται και εν τέλει θα καταργηθούν πλήρως.
Το πιο πιθανό σενάριο είναι η σταδιακή μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης να ξεκινήσει από το φορολογικό έτος 2023, δηλαδή από τις φορολογικές δηλώσεις του 2024. Το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του μέτρου θα είναι διετές ή τριετές ή ακόμη και τετραετές, ανάλογα με τα δημοσιονομικά περιθώρια που θα είναι διαθέσιμα στους Κρατικούς Προϋπολογισμούς της προσεχούς τετραετίας.
Σε περίπτωση κατά την οποία θα επιλεγεί το διετές χρονοδιάγραμμα, τα εισοδήματα του 2023 θα φορολογηθούν το 2024 με τεκμήρια διαβίωσης μειωμένα κατά 50%, ενώ για τα εισοδήματα του 2024 (στις φορολογικές δηλώσεις του 2025) και των επόμενων ετών ο υπολογισμός των αναλογούντων φόρων θα γίνει χωρίς να ληφθούν υπόψη τα τεκμήρια διαβίωσης, καθώς οι σχετικές διατάξεις θα έχουν καταργηθεί.
Εάν επιλεγεί το τριετές χρονοδιάγραμμα, η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης θα είναι της τάξεως του 33% για το φορολογικό έτος 2023 (φορολογικές δηλώσεις 2024) και του 50% για το φορολογικό έτος 2024 (φορολογικές δηλώσεις 2025). Τα εναπομείναντα ποσά τεκμηρίων θα μηδενιστούν, τελικά, στο φορολογικό έτος 2025 (με τις φορολογικές δηλώσεις του 2026). Δηλαδή, τα εισοδήματα του 2025 θα είναι τα πρώτα που θα φορολογηθούν χωρίς να ληφθούν καθόλου υπόψη τα τεκμήρια διαβίωσης.
Εάν, τέλος, επιλεγεί το τετραετές χρονοδιάγραμμα, η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης θα είναι της τάξεως του 25% για το φορολογικό έτος 2023 (φορολογικές δηλώσεις 2024), του 33% για το φορολογικό έτος 2024 (φορολογικές δηλώσεις 2025) και του 50% για το φορολογικό έτος 2025 (φορολογικές δηλώσεις 2026). Τα εναπομείναντα ποσά τεκμηρίων θα μηδενιστούν, τελικά, στο φορολογικό έτος 2026 (με τις φορολογικές δηλώσεις του 2027). Δηλαδή, τα εισοδήματα του 2026 θα είναι, στην περίπτωση αυτή, τα πρώτα που θα φορολογηθούν χωρίς να ληφθούν καθόλου υπόψη τα τεκμήρια διαβίωσης.
Τέλος στην υπερφορολόγηση πολιτών
Ενώ θα καταργηθούν τα τεκμήρια διαβίωσης, ο προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος με βάση τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων θα παραμείνει σε ισχύ. Αυτό σημαίνει ότι από τη χρονιά κατά την οποία θα πάψουν να ισχύουν τα τεκμήρια διαβίωσης, θα πληθύνει μεν πολύ ο αριθμός των περιπτώσεων κατά τις οποίες τα φορολογητέα εισοδήματα των πολιτών θα είναι τα πραγματικά δηλωθέντα (και όχι υψηλότερα ποσά που θα προκύπτουν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή μόνο με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης), αλλά δεν θα πάψουν να υπάρχουν και περιπτώσεις πολιτών στις οποίες τα τελικά φορολογητέα εισοδήματα θα είναι και πάλι υψηλότερα των δηλωθέντων.
Οι περιπτώσεις αυτές θα είναι εκείνες στις οποίες οι δαπάνες για απόκτηση περιουσιακών στοιχείων που θα έχουν πραγματοποιήσει οι φορολογούμενοι κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους θα υπερβαίνουν σε ύψος τα πραγματικά δηλωθέντα εισοδήματά τους.
Γενικά, πάντως, οι περιπτώσεις φορολόγησης με βάση ένα τεκμαρτό ποσό εισοδήματος υψηλότερο του δηλωθέντος θα περιοριστούν στο ελάχιστο από τη στιγμή που θα καταργηθούν τα τεκμήρια διαβίωσης.
Πολύ μεγάλος αριθμός πολιτών θα πάψει να υπερφορολογείται με βάση τις ατομικές δαπάνες διαβίωσης και συντήρησης της περιουσίας του αφού θα λαμβάνονται υπόψη μόνο τα δηλωθέντα εισοδήματα, όσο χαμηλά και αν είναι. Πολλές ατομικές επιχειρήσεις, εξάλλου, θα γλιτώσουν από την καταβολή σημαντικού ύψους φόρων, καθώς από τη στιγμή που η φορολόγησή τους θα γίνεται, κυρίως, με βάση τα δηλωθέντα ποσά εισοδήματος θα μπορούν ακόμη και να εμφανίζουν ζημιές, δηλαδή αρνητικά ποσά εισοδημάτων, τα οποία θα μπορούν να τα συμψηφίζουν με μελλοντικά θετικά ποσά εισοδημάτων, επόμενων ετών, δηλαδή με μελλοντικά κέρδη, και να γλιτώνουν φόρους για περισσότερα του ενός έτη (όπως ακριβώς κάνουν ήδη εδώ και πολλά χρόνια οι εταιρίες και τα λοιπά νομικά πρόσωπα).
Η κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης θα οδηγήσει, εξάλλου, και στην αύξηση του αριθμού των δικαιούχων κοινωνικών επιδομάτων και απαλλαγών από τον ΕΝΦΙΑ. Και αυτό διότι κατά την εφαρμογή των εισοδηματικών κριτηρίων για τη χορήγηση των εν λόγω επιδομάτων και απαλλαγών θα λαμβάνεται πλέον υπόψη, σε κάθε περίπτωση, μόνο το ετήσιο δηλωθέν εισόδημα και όχι το προσδιοριζόμενο με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης, το οποίο σήμερα είναι σε πολλές περιπτώσεις πολύ υψηλότερο από το δηλωθέν και υπερβαίνει και τα όρια εισοδήματος που προβλέπουν τα εισοδηματικά κριτήρια.