Η κλιματική αλλαγή, η καταστροφική χρήση της γης και η κακή διαχείριση των αποθεμάτων έχουν θέσει τον παγκόσμιο κύκλο του νερού υπό «πρωτοφανή πίεση», προειδοποίησε η Παγκόσμια Επιτροπή για τα Οικονομικά του Νερού (GCEW), σε έκθεση που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη (17/10).
«Σχεδόν τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι και περισσότερο από το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων βρίσκονται σήμερα σε περιοχές όπου η συνολική αποθήκευση νερού αναμένεται να μειωθεί», ανακοίνωσε η GCEW, μια διετής ερευνητική πρωτοβουλία που συστάθηκε από την Ολλανδία το 2022.
Οι πυκνοκατοικημένες περιοχές είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στην έλλειψη γλυκού νερού, τόνισε, συμπεριλαμβανομένης της βορειοδυτικής Ινδίας, της βορειοανατολικής Κίνας, αλλά και της νότιας και ανατολικής Ευρώπης.
Η γεωργία επηρεάζεται, με την παγκόσμια παραγωγή δημητριακών να μειώνεται έως και κατά 23%, αν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις.
Φαύλος κύκλος
Η άνοδος της θερμοκρασίας έχει δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο, οδηγώντας στην απώλεια του «πράσινου νερού», δηλαδή της υγρασίας που περιέχεται στα εδάφη και τη φυτική ζωή, η εξάτμιση της οποίας παρέχει περίπου το ήμισυ των παγκόσμιων βροχοπτώσεων.
Οι υψηλές θερμοκρασίες οδηγούν σε ξηρότερα εδάφη, γεγονός που επιδεινώνει τις ξηρασίες και τις πυρκαγιές, προκαλώντας μεγαλύτερη υποβάθμιση και απώλεια βιοποικιλότητας, γεγονός που μειώνει περαιτέρω την ποσότητα του διαθέσιμου «πράσινου νερού» στο έδαφος.
Οι διαταραχές του κύκλου του νερού «έχουν σημαντικές παγκόσμιες οικονομικές επιπτώσεις», αναφέρει η έκθεση.
Η κρίση του νερού θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ, κατά μέσο όρο, κατά 8% για τις χώρες υψηλού εισοδήματος έως το 2050 και έως και 15% για τις χώρες χαμηλότερου εισοδήματος.
Οι οικονομικές μειώσεις θα είναι συνέπεια «των συνδυασμένων επιπτώσεων των μεταβαλλόμενων προτύπων βροχοπτώσεων και της αύξησης της θερμοκρασίας λόγω της κλιματικής αλλαγής, μαζί με τη μείωση της συνολικής αποθήκευσης νερού και την έλλειψη πρόσβασης σε καθαρό νερό και αποχέτευση».
Παγκόσμια συνεργασία για το νερό
Η έκθεση ζητά να θεωρηθεί ο κύκλος του νερού ως «παγκόσμιο κοινό αγαθό», για την προστασία του οποίου οι κυβερνήσεις πρέπει να συνεργαστούν.
«Θα πρέπει να θέσουμε κοινούς στόχους για τη βιωσιμότητα των υδάτων», δήλωσε ο πρόεδρος της Σιγκαπούρης Tharman Shanmugaratnam, συμπρόεδρος της GCEW, σε ενημέρωση πριν από την παρουσίαση της έκθεσης.
«Τελικά, θα απαιτηθεί ένα παγκόσμιο σύμφωνο για το νερό. Θα χρειαστούν αρκετά χρόνια για να φτάσουμε εκεί, αλλά θα ξεκινήσουμε αυτή τη διαδικασία».
Η έκθεση ζητά την κατάργηση «των επιβλαβών επιδοτήσεων σε τομείς έντασης νερού ή την ανακατεύθυνσή τους προς λύσεις εξοικονόμησης νερού», σημειώνοντας ότι οι φτωχές και ευάλωτες κοινότητες πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής.
Η Ngozi Okonjo-Iweala, γενική διευθύντρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και επίσης συμπρόεδρος της GCEW, δήλωσε ότι πρέπει να ανακατευθυνθούν περίπου 600 δισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσιες γεωργικές επιδοτήσεις που ενθαρρύνουν την υπερκατανάλωση νερού και ότι πρέπει να υπάρξει στροφή από τη φύτευση υδροβόρων καλλιεργειών σε ακατάλληλες περιοχές.
Το νερό στην Ευρώπη κινδυνεύει
Παράλληλα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος προειδοποιεί ότι η Ευρώπη οφείλει να διαχειρισθεί καλύτερα τους υδάτινους πόρους της, για να εγγυηθεί στους πολίτες της νερό καλής ποιότητας, ενώ επισημαίνει ότι μόνο το 37% των επιφανειακών υδάτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο βρίσκεται σε καλή ή πολύ καλή οικολογική υγεία.
«Η υγεία των ευρωπαϊκών υδάτων δεν είναι καλή. Τα ύδατά μας αντιμετωπίζουν σειρά πρωτοφανών προβλημάτων που απειλούν την σχετική με το νερό ασφάλεια της Ευρώπης», δηλώνει σε ανακοίνωσή της η διευθύντρια του Οργανισμού, Λέενα Ιλα-Μονόνεν.
Σε ό,τι αφορά την χημική υγεία των επιφανειακών υδάτων, δεν είναι καλή παρά μόνο στο 29% των περιπτώσεων, έναντι 77% για τον υδροφόρο ορίζοντα, από όπου προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος του πόσιμου νερού που καταναλώνουν οι Ευρωπαίοι.
Καλή χημική υγεία σημαίνει απουσία υπερβάλλουσας ρύπανσης από οργανικά στοιχεία και από επιβλαβείς χημικές ουσίες, όπως οι υπερφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS) και τα μικροπλαστικά.
Οι μεγαλύτερες απειλές για το νερό
Τα επιφανειακά ύδατα απειλούνται από την ατμοσφαιρική ρύπανση (καύση του άνθρακα, εκπομπές των αυτοκινήτων, κλπ) και την γεωργία που παράγει μεγάλες ποσότητες αποβλήτων που μολύνουν τα εδάφη.
«Η ευρωπαϊκή γεωργία θα πρέπει να αυξήσει τη χρήση περισσότερο αειφόρων φυσικών και αγροοικολογικών πρακτικών, που θα συνοδεύονται από κίνητρα και αλλαγή των διατροφικών μας συνηθειών», σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος.
Ο ευρωπαϊκός οργανισμός έχει αναλύσει 120.000 εξωτερικές επιφάνειες υδάτων και 3,8 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα υπόγειων υδάτων σε 19 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και στη Νορβηγία, και ζητά τη μείωση κατά 50% της χρήσης των ζιζανιοκτόνων μέχρι το 2030.
«Θα πρέπει να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για να αποκαταστήσουμε την υγεία των πολύτιμων υδάτινων ρευμάτων μας, των λιμνών, των παράκτιων υδάτων και άλλων υδάτινων μαζών, ώστε αυτός ο ζωτικής σημασίας πόρος να διατηρηθεί και να είναι ασφαλής για τις επόμενες γενιές», επισημαίνει η Λέενα Ιλα-Μονόνεν.
Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής (ξηρασία και πλημμύρες) και η υπερεκμετάλλευση των υδάτινων πόρων ασκούν επίσης πίεση στους υδάτινους πόρους.
Ο περιορισμός της κατανάλωσης νερού και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων πρέπει να είναι προτεραιότητες για τις κυβερνήσεις, τη στιγμή μάλιστα που οι υδάτινοι πόροι βρίσκονται υπό πίεση λόγω της κλιματικής αλλαγής, τις σφοδρές βροχοπτώσεις, την τήξη των παγετώνων και την ξηρασία, σύμφωνα με την έκθεση.