Τα τελευταία χρόνια, η επιστημονική κοινότητα ασχολείται με τους λεγόμενους «αναδυόμενους» ρύπους, οι οποίοι είναι εξαιρετικά επιβλαβείς τόσο για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα όσο και για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) ανακοίνωσε ότι προχωρά στην παρακολούθηση και αξιολόγηση των ρύπων αναδυόμενης ανησυχίας (CEC) που βρίσκονται στις ελληνικές θάλασσες μέσω του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας (Ι.Ω.).
Στον ελληνικό χώρο, οι ρύποι με αναδυόμενη ανησυχία θα μελετηθούν στον Σαρωνικό Kόλπο, ενώ για την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στη βιοδιαθεσιμότητα και τοξικότητά τους, θα χρησιμοποιηθούν οι παράμετροι της κλιματικής αλλαγής που παρακολουθούνται τις τελευταίες δεκαετίες στον σταθμό συνεχούς παρακολούθησης του ΕΛΚΕΘΕ που βρίσκεται στο Κρητικό πέλαγος.
Ειδικότερα, μια σειρά μελετών θα λάβει χώρα, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος «CONTRAST», προκειμένου να δοκιμαστεί η προτεινόμενη μέθοδος αξιολόγησης των επιπτώσεων των χημικών ουσιών (συμπεριλαμβανομένων των αναδυόμενων ρύπων) για ενδεικτικά είδη (bioindicators) και τη βιοποικιλότητα.
Οι «αναδυόμενοι» ρύποι επί της ουσίας είναι ρύποι ιδιαίτερα επικίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία.
Περιλαμβάνονται σε ένα ευρύ φάσμα προϊόντων όπως τα φάρμακα, τα ραδιοφάρμακα, τα φυτοφάρμακα, τα παρασιτοκτόνα και τα λιπάσματα, που έχουν να κάνουν με αγροτικές καλλιέργειες και που μπορεί να φτάσουν μέσω χειμάρρων ή μέσω ποταμών στην παράκτια ζώνη, αποτελώντας πλέον μεγάλο κίνδυνο, έχοντας παράλληλα βιολογική επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό.
«Ένας από τους αναδυόμενους ρύπους είναι σίγουρα τα ραδιενεργά, αυτό όμως που πρεσβεύει το πρόγραμμα CONTRAST που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την Ελλάδα, ήταν κάποια ραδιοφάρμακα που δεν είναι βραχύβια, που ζουν δηλαδή αρκετά χρόνια, τα οποία μπορούν να γίνουν απόβλητα σε περιοχές που κανονικά δεν θα έπρεπε, δηλαδή στη θάλασσα», αναφέρει στο CNN Greece ο Χρήστος Τσαμπάρης, κύριος ερευνητής και επιστημονικός υπεύθυνος του ΕΛΚΕΘΕ αλλά και του εν λόγω προγράμματος.
Πού έχουν εντοπιστεί
Τα σημεία που έχουν εντοπιστεί «αναδυόμενοι» ρύποι είναι «κυρίως η περιοχή του Σαρωνικού, η οποία μας ανησυχεί», αναφέρει ο ερευνητής. Έπειτα, σύμφωνα με τον ίδιο, «ελέγχεται ένα κομμάτι της Βαλτικής, του Ατλαντικού κοντά στη Γαλλία, αλλά και άλλα μέρη της Μεσογείου, όπου πρέπει να γίνουν μετρήσεις για ραδιοφάρμακα».
Επίσης, «ενδεχομένως να εντοπίζονται στο βόρειο Κρητικό Πέλαγος, καθώς πρόκειται για μια λεκάνη στα 1.500 μέτρα, όπου θέλουμε να δούμε εάν έχουν φτάσει φάρμακα, ραδιοφάρμακα και αναδυόμενοι ρύποι γενικότερα, ωστόσο ακόμα δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα. Είμαστε σε αναμονή, όταν θα έχουμε τα δείγματα και θα μετρήσουμε, θα δούμε τι ακριβώς συμβαίνει», τονίζει ο επιστημονικός υπεύθυνος του ΕΛΚΕΘΕ.
Πόσο πρέπει να ανησυχούμε
Σύμφωνα με τον κ. Τσαμπάρη, «υπάρχουν πολλές εξελίξεις που θα λάβουν χώρα μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια που θα μας απασχολήσουν». Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, «είχαμε ακούσει ακόμα και για τις εκβολές του Κηφισού που μετρούσαν αναδυόμενους ρύπους, γενικώς υπήρχε μια ανησυχία κάποια στιγμή μέσα στην πανδημία, ωστόσο τώρα έχουν μειωθεί οι ρύποι αυτοί. Ο Κηφισός αφορά αστικά λύματα, οπότε εάν αυξηθεί η χρήση φαρμάκων θα δούμε πολλά. Προσπαθούμε να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ των φαρμάκων που πωλούνται στα φαρμακεία με ένα μοντέλο συγκεντρώσεων φαρμακευτικών ουσιών στα λύματα», καταλήγει.
Σημειώνεται επίσης, ότι μέσω του εν λόγω προγράμματος θα δωθεί προτεραιότητα σε ρύπους που αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για τη θαλάσσια ζωή με βάση την επίδρασή τους στους οργανισμούς, ενώ παράλληλα θα αναπτυχθούν και θα εφαρμοστούν μοντέλα κυκλοφορίας για τη χαρτογράφηση της κατανομής και της διασποράς επιλεγμένων ρύπων στις ευρωπαϊκές θάλασσες.
Επιπλέον, θα αξιολογηθούν οι επιδράσεις των παραμέτρων της κλιματικής αλλαγής (π.χ. θερμοκρασία, pH, αλατότητα) στη διασπορά, την κυκλοφορία, την κατάληξη των ρύπων, όπως επίσης και στη βιοδιαθεσιμότητα και τοξικότητά τους στους θαλάσσιους οργανισμούς.