Μικρά και δειλά ήταν τα βήματα προόδου στη φετινή σύνοδο του ΟΗΕ για τη βιοποικιλότητα – COP 16, σύμφωνα με κορυφαίους επιστήμονες που συμμετείχαν. Η σύνοδος, που μόλις ολοκληρώθηκε στο Κάλι της Κολομβίας, δεν κατάφερε να καταλήξει σε ένα λεπτομερές σχέδιο με μετρήσιμους στόχους. Απογοητευμένοι δηλώνουν επικεφαλής περιβαλλοντικών οργανώσεων όπως η WWF. Η COP16 φέτος λειτουργεί και ως προπομπός της μεγάλης συνόδου του ΟΗΕ για το κλίμα COP29 που ξεκινά στις 11 Νοεμβρίου στο Μπακού του Αιζερμπαϊτζάν.
Η προστασία της βιοποικιλότητας δεν αφορά μόνο τη διάσωση της χλωρίδας και της πανίδας που απειλείται από φαινόμενα όπως η αστικοποίηση, η μόλυνση του περιβάλλοντος και η κλιματική αλλαγή.
Όπως ορίζει και η ελληνική νομοθεσία «βιολογική ποικιλότητα ή βιοποικιλότητα είναι η ποικιλία των ζώντων οργανισμών πάσης προελεύσεως, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των χερσαίων, θαλασσίων και άλλων υδατικών οικοσυστημάτων και οικολογικών συμπλεγμάτων, των οποίων αποτελούν μέρος. Στη βιολογική ποικιλότητα περιλαμβάνεται, τέλος, η ποικιλότητα των γονιδίων μέσα και μεταξύ των ειδών».
Αποτυχία συναίνεσης
Οι 196 χώρες που συμμετείχαν έπρεπε να υπογράψουν ένα κοινό δεσμευτικό κείμενο για το πώς θα παρακολουθούνται οι στόχοι της δεκαετίας για τη διατήρηση και την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας. Οι στόχοι είχαν συναποφασιστεί στην προηγούμενη σύσκεψη στο Μόντρεαλ πριν δύο χρόνια. Ωστόσο, όπως αναφέρει η ανταποκρίτρια της Guardian, παραμένει αδιευκρίνιστος ο τρόπος με τον οποίο θα παρακολουθείται επίσημα η πρόοδος ως προς την επίτευξή τους. Mεταξύ των στόχων είναι η αποκατάσταση του 30% των κατεστραμμένων οικοσυστημάτων και η διατήρηση μέσω αυξημένης προστασίας της βιοποικιλότητας τουλάχιστον του 30% της γης, των εσωτερικών υδάτων και των θαλασσών.
Τζέιν Γκούντολ: Να αναλάβουμε δράση
Διεθνούς φήμης επιστήμονες, όπως η 90άχρονη πρωτευοντολόγος Τζέιν Γκούντολ, μια γυναίκα-θρύλος για το έργο της πάνω στα πρωτεύοντα θηλαστικά, εξέπεμψαν σήμα κινδύνου, αλλά οι πολιτικοί δεν ταρακουνήθηκαν αρκετά.
«Το μέλλον μας είναι οριστικά καταδικασμένο αν δεν αντιμετωπίσουμε την απώλεια της βιοποικιλότητας», δήλωσε χαρακτηριστικά στο BBC.
Κάλεσε τους πολίτες να αναλάβουν οι ίδιοι δράση. «Δεν μπορούμε να κατηγορούμε μόνο την κυβέρνηση και τις μεγάλες εταιρείες, αν και ένα τεράστιο μέρος της ευθύνης ανήκει σε αυτές».
Ένα παράπονο των επιστημόνων είναι ότι ενώ η βιοποικιλότητα είναι άρρηκτα δεμένη με το κλίμα, δεν έχει λάβει την ίδια προσοχή, ούτε τους ίδιους πόρους όσο η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Οι πλούσιοι δεν πληρώνουν
Μια από τις προτεραιότητες του Cop16 ήταν η εφαρμογή μιας στρατηγικής για την εξεύρεση χρημάτων για τη χρηματοδότηση της προστασίας της φύσης. Το 2022, όλες οι χώρες είχαν δεσμευτεί να συγκεντρώσουν 200 δισ. δολάρια (184,5 δισ. ευρώ ετησίως έως το 2030, συμπεριλαμβανομένων 20 δισ. δολαρίων που θα δίνονταν από τις πλουσιότερες χώρες στις αναπτυσσόμενες χώρες έως το 2025. Ο στόχος αυτός δεν επιτεύχθηκε, με τις φτωχές χώρες να κατηγορούν τις πλούσιες για εσκεμμένη ολιγωρία.
Η Μπερναντέτ Φίσλερ Χούπερ, επικεφαλής των διεθνών εκστρατειών του WWF, δήλωσε βαθιά απογοητευμένη από την έλλειψη προόδου στην COP16. Όπως λέει, μετά από τρεις εβδομάδες συζητήσεων, το αποτέλεσμα ήταν… «αέρας κοπανιστός».
Φραγμός στη βιο-πειρατεία
Στα θετικά βήματα ήταν ότι επιτεύχθηκε συμφωνία ώστε οι μεγάλες εταιρείες που αποκομίζουν υπέρογκα κέρδη από εμπορικές «πατέντες» που αξιοποιούν φυσικούς γενετικούς πόρους, θα πρέπει να δίνουν το 1% των εσόδων τους σε ένα κοινό ταμείο για την προστασία της βιοποικιλότητας.
Πρόκειται για ένα πρωτόκολλο που έχει ψηφιστεί και από την ΕΕ, και αφορά τον «δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που προκύπτουν από χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων».
Μία συνήθης πρακτική των μεγάλων εταιρειών που παράγουν φάρμακα, χημικά, καλλυντικά κ.λπ. είναι η λεγόμενη «βιο-πειρατεία». Εκμεταλλεύονται δηλαδή τους πλούσιους γενετικούς πόρους φτωχών κρατών (π.χ. ιθαγενή φυτά και ποικιλίες σπόρων ακόμα και παραδοσιακές γνώσεις αυτοχθόνων λαών), θησαυρίζοντας εις βάρος τους.
Η συμφωνία όμως είναι εθελοντική και για να ισχύσει πρέπει οι χώρες να την εντάξουν στο εθνικό τους δίκαιο. Ωστόσο εκτιμάται ότι ακόμα και έτσι βάση μπορεί να συγκεντρωθούν πάνω από 1,3 δισ δολάρια ετησίως (1,2 δισ ευρώ), εκ των οποίων τα μισά θα πηγαίνουν στις κοινότητες των αυτοχθόνων στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Πηγή: Ιn.gr