Έντονα επικριτικός απέναντι στο περιεχόμενο του προϋπολογισμού του 2020, που κατέθεσε η κυβέρνηση, ήταν ο Τομεάρχης Ανάπτυξης του Κινήματος Αλλαγής και Βουλευτής Ηλείας κ.Μιχάλης Κατρίνης, που είναι ειδικός αγορητής στη συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή.
Ο κ.Κατρίνης τόνισε ότι ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης δίνει μια υπεραισιόδοξη εκτίμηση για τους ρυθμούς ανάπτυξης, την ίδια ώρα που το διεθνές οικονομικό περιβάλλον δε συνάδει με αυτή την εκτίμηση. Προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,8% όταν υπάρχει επιβράδυνση στην ευρωζώνη και υπάρχουν απαισιόδοξες εκτιμήσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη.
Ανέφερε ότι η κυβέρνηση του κ.Μητσοτάκη έχει αποδεχθεί τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα με τα οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δέσμευσε τη χώρα για τα επόμενα χρόνια και έχει ήδη βάλει στο ράφι τις προεκλογικές της υποσχέσεις για επαναδιαπραγμάτευση, όπως άλλωστε έκανε και με όσα έλεγε για το θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών και το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα.
‘’ Υψηλοί και βιώσιμοι ρυθμοί ανάπτυξης με αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα δεν μπορούν να επιτευχθούν αφού προέρχονται από την υπερφορολόγηση και την τεχνητή συγκράτηση δαπανών, με πρώτο θύμα τις δημόσιες επενδύσεις.’’ τόνισε ο κ.Κατρίνης.
Επισήμανε ότι η κυβέρνηση δεν έχει στις προτεραιότητες της την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας αφού το ΕΣΠΑ που θα μπορούσε να αποτελέσει μοχλό για παραγωγικές επενδύσεις, κινείται σε χαμηλούς ρυθμούς απορρόφησης μεταξύ 25 και 27% ενώ το πρόγραμμα ’Ανταγωνιστικότητα- Επιχειρηματικότητα- Καινοτομία’’, που υποτίθεται ότι θα στήριζε την επιχειρηματικότητα, παρουσιάζει απορρόφηση πόρων σε ποσοστό μόλις 17,85%.
Ο Μιχάλης Κατρίνης στηλίτευσε την ασυνέπεια της Νέας Δημοκρατίας, η οποία ως αντιπολίτευση πριν από ένα χρόνο είχε ζητήσει να διπλασιαστεί το ποσό του επιδόματος θέρμανσης από τα 60 εκ. ευρώ που είχε προαναγγείλει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στα 120 εκ. ευρώ, ζητώντας παράλληλα διευρυμένα εισοδηματικά κριτήρια για τη χορήγηση του, ενώ ως κυβέρνηση διατηρεί το επίδομα θέρμανσης στα 69 εκ.ευρώ.
Τόνισε ότι η επιβάρυνση στους φόρους ακίνητης περιουσίας για τους πολίτες θα είναι μεγαλύτερη από τον επαναπροσδιορισμό των αντικειμενικών αξιών, λέγοντας:
‘’Στο σύστημα αντικειμενικών αξιών θα ενταχθούν συνολικά 7.000 περιοχές που περιλαμβάνουν αγροτεμάχια και εκτός σχεδίου ακίνητα, τα οποία βεβαίως στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν είναι παραθαλάσσια οικόπεδα ή πολυτελείς κατοικίες, όπως θέλει να παρουσιάσει η κυβέρνηση.
Είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει αύξηση των αντικειμενικών αξιών σε λαϊκές περιοχές. Αυτό δεν θα συμπαρασύρει σε αύξηση τον ΕΝΦΙΑ; Δεν θα ακυρώσει την ήδη ψηφισμένη μείωση του ΕΝΦΙΑ;
Παράλληλα θα υπάρξει και αύξηση στους 18 φόρους που συνδέονται με τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, όπως:
-Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων, ο οποίος θα ακολουθήσει την νέα τιμή ζώνης αφού υπολογίζεται με συντελεστή 3% επί των αντικειμενικών αξιών και επιβαρύνει τους αγοραστές.
-Το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας που εισπράττεται μέσω των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος
-Οι φόροι διανομής , κληρονομιάς , γονικών παροχών αλλά και πολλοί άλλοι φόροι που συνδέονται με ακίνητα.’’
Ο Τομεάρχης Ανάπτυξης του ΚΙΝΑΛ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι δεν έχει λάβει κανένα μέτρο για την αναστολή των υπέρογκων χρεώσεων των τραπεζών που συνοδεύουν αρκετές από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, για τις οποίες οι τράπεζες έχουν προϋπολογίσει έσοδα 1,4 δις ευρώ για το 2019, ποσό που θα πληρώσουν οι πολίτες.
Ο κ.Κατρίνης έκλεισε την ομιλία του λέγοντας : ‘’ Όσο η κυβέρνηση του κ.Μητσοτάκη αποδέχεται τα υψηλά και εκτός λογικής πρωτογενή πλεονάσματα , όσο αντιγράφει τη συνταγή του ΣΥΡΙΖΑ για τη δήθεν κοινωνική πολιτική, όσο δε διασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες και αμοιβές στην εργασία δεν υπάρχουν προϋποθέσεις βιώσιμης ανάπτυξης.’’