Πρέπει να ενσωματώσετε και την περιβαλλοντική προστασία στην πρόληψη, αντιμετώπιση και αποκατάσταση! Η Ηλεία ακόμα αιμορραγεί!
Ξεκίνησε σήμερα η συζήτηση του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για το νομοσχέδιο με τίτλο: «Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, αναδιάρθρωση της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση συστήματος εθελοντισμού πολιτικής προστασίας, αναδιοργάνωση του Πυροσβεστικού Σώματος και άλλες διατάξεις.» H Δρ. Αυγερινοπούλου, Βουλευτής Ν. Ηλείας, η οποία προεδρεύει της Μόνιμης Ειδικής Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής, αφού εξήρε το νομοσχέδιο για τις θετικές ρυθμίσεις και τις καινοτομίες που εισάγει, τόνισε ότι για να είναι πλήρης η πολιτική προστασία, θα πρέπει να ενσωματωθούν αποτελεσματικά τα διδάγματα της περιβαλλοντικής επιστήμης και στα τέσσερα επίπεδα αντιμετώπισης των κρίσεων, ενώ θα πρέπει να ιδρυθεί νέα μονάδα πολιτικής προστασίας στο ίδιο το Υπουργείο Περιβάλλοντος η οποία θα αναπτύξει κοινή και συντονισμένη δράση με τον Εθνικό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δώσει το Κράτος μας στην πρόληψη των φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών, καθώς και την πλήρη αποκατάστασή τους, καθώς η Ηλεία, ως παράδειγμα, χωρίς πλήρη αποκατάστασή της μετά τις πυρκαγιές του 2007 ακόμα «αιμορραγεί» και γίνεται πιο ευάλωτη στις καταστροφές. Η Δρ. Αυγερινοπούλου, ζήτησε να γίνει διυπουργική συνάντηση, ώστε να συντονιστούν καλύτερα τα δύο υπουργεία μεταξύ τους με στόχο την βελτιστοποίηση του συστήματος διακυβέρνησης της πολιτικής προστασίας.
Παρακάτω ακολουθεί το κείμενο της παρέμβασης της Βουλευτού.
«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε της Επιτροπής,
Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Αξιότιμε κ. Γενικέ Γραμματέα,
Κατ’ αρχάς, εξ ονόματος των μελών της Μόνιμης Ειδικής Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής οφείλω να σας ευχαριστήσω για την πραγματοποίηση της κοινής Συνεδρίασης σήμερα μεταξύ των Επιτροπών μας για το κρίσιμο θέμα της καλύτερης οργάνωσης της παροχής πολιτικής προστασίας σε περίπτωση φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών και αντιμετώπισης σχετικών κινδύνων και συγκεκριμένα την συμμετοχή μας στη συζήτηση του παρόντος Σχεδίου Νόμου.
Πρόκειται πράγματι για ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο, με αναγκαίες τομές, καθώς, μεταξύ άλλων, συντονίζει αποτελεσματικότερα τους συναρμόδιους φορείς, στηρίζεται σε νέους και ενισχυμένους μηχανισμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης, εισάγει εκπαιδευτικά προγράμματα, τα οποία είναι απαραίτητα για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς με την πολιτική προστασία, αξιοποιεί σύγχρονες τεχνολογίες, ενισχύει τα μέσα παροχής υλικοτεχνικού εξοπλισμού τόσο για το Πυροσβεστικό Σώμα, όσο και για τους εθελοντές πυροσβέστες, ελαχιστοποιεί την γραφειοκρατία που παρεμποδίζει τις δράσεις βραχείας αποκατάστασης, και επίσης εισάγει στοιχεία τα οποία αφορούν στην διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος, όπως στο άρθρο 33 του νομοσχεδίου.
Το νομοσχέδιο έρχεται να θωρακίσει την χώρα μας και να ελαχιστοποιήσει τις δυσμενείς και ενίοτε τραγικές επιπτώσεις, τις οποίες ένας λιγότερο καλά οργανωμένος μηχανισμός πολιτικής προστασίας, είχε επιτρέψει, κατά το παρελθόν, να συμβούν. Θυμίζω τις πρόσφατες τραγικές περιπτώσεις εκτεταμένων φυσικών καταστροφών με δεκάδες θύματα που θρήνησε η χώρας μας, τόσο στο Μάτι όσο και στην Μάνδρα. Και οι δύο αυτές εθνικές τραγωδίες ανέδειξαν δύο διαστάσεις του ζητήματος: Πρώτον, την έλλειψη συντονισμού και – εξ ου- αποτελεσματικότητας που χαρακτήριζαν τους εμπλεκόμενους φορείς στην πολιτική προστασία, τα οποία και το παρόν νομοθέτημα στοχεύει να θεραπεύσει. Υπάρχουν πολλά ζητήματα σε λεπτομέρειες τα οποία θα πρέπει να διευθετηθούν εκ νέου, μεταξύ των οποίων σημαντικό, αλλά όχι και το μόνο, είναι η στενότερη συνεργασία δασικής υπηρεσίας και πυροσβεστικής, καθώς η Υ.Α. υπ’ αρίθμ. 181752/2052 της 2ας Μάη 2019 δεν φαίνεται να έλυσε οριστικά τα ζητήματα της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των δύο σωμάτων και της αξιοποίησης των γνώσεων της δασικής υπηρεσίας για την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών.
Δεύτερον, ανέδειξαν την έλλειψη πολιτικών πρόληψης, κυρίως την ελλιπή περιβαλλοντική διαχείριση με στόχο την πρόληψη, αλλά και την απάθεια έναντι της περιβαλλοντικής και πολεοδομικής ανομίας στους οικισμούς, τα ρέματα και την δασική περιοχή, γενικότερα την κατάλληλη περιβαλλοντική εν ευρεία εννοία διαχείριση και την αποτροπή της περιβαλλοντικής υποβάθμισης που είναι απαραίτητη για την αποτροπή κρίσεων ή την μείωση της έντασής τους. Και αυτή τη δεύτερη διάσταση, της πρόληψης και της ανοχής στην περιβαλλοντική παρανομία, που είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος εν προκειμένω, το παρόν νομοσχέδιο δεν μπορεί, όσο και να προσπαθεί, πλήρως να το διορθώσει. Αφ’ ενός, γιατί η ανοχή είναι θέμα κουλτούρας τόσο της κοινωνίας, όσο και του δημοσίου τομέα, και χρειάζεται παιδεία και μεγαλύτερη συστημική προσπάθεια για να εξαλειφθεί, αφ’ ετέρου, γιατί η πρόληψη ανήκει κυρίως στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, αλλά και σε άλλα υπουργεία, όπως το Υγείας και το Υποδομών και όχι στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Στο παρόν νομοσχέδιο πράγματι υπάρχουν σχετικές αναφορές στην πρόληψη και την περιβαλλοντική διάσταση των φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών, και προβλέπεται και η λειτουργία σχετικού τμήματος εντός του Μηχανισμού, και πρόκειται για βελτίωση του υπάρχοντος συστήματος. Εκφράζω όμως την πεποίθηση ότι δεν επαρκεί ούτε αυτή η δομή διακυβέρνησης, όπως προβλέπεται στο νομοσχέδιο, για να κατανοηθούν και να αντιμετωπιστούν πλήρως οι περιβαλλοντικές διαστάσεις των κρίσεων και των κινδύνων. Χρειάζεται να υιοθετηθεί πρόσθετος καινοτόμος μηχανισμός για τον καλύτερο συντονισμό των υπουργείων, κυρίως των Υπουργείων Προστασίας του Πολίτη και Περιβάλλοντος, και στα τέσσερα επίπεδα διαχείρισης κρίσης. Και αυτή είναι και η βασική μου παρατήρηση ως προς το νομοσχέδιο, κ. Πρόεδρε.
Αναλυτικότερα σημειώνω τα εξής: Το άρθρο 4 περί των δράσεων του Κρατικού Μηχανισμού Διαχείρισης Κρίσεων και αντιμετώπισης κινδύνων αναλυτικά αναφέρεται στα τέσσερα επίπεδα της διαχείρισης, δηλαδή στην (α) πρόληψη, την (β) ετοιμότητα, την (γ) αντιμετώπιση και την (δ) βραχεία αποκατάσταση. Το Νομοσχέδιο ανταποκρίνεται, πράγματι αποτελεσματικά, κυρίως το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο επίπεδο που προσιδιάζουν στο εύρος των αρμοδιοτήτων στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, παραγνωρίζοντας όμως το εύρος της δράσης που πρέπει να αναλάβει το σύνολο του κρατικού μηχανισμού, όσον αφορά στην πρόληψη. Υπάρχει καλύτερη νομοθέτηση πλέον για την πρόληψη στην προτεινόμενη μορφή διακυβέρνησης των κρίσεων, πράγματι. Και αυτό ήταν άκρως απαραίτητο. Στην πρόληψη η χώρα μας παίρνει πολύ χαμηλό βαθμό από την ΕΕ. Χωρίς επαρκή πρόληψη, όσο οργανωμένο σύστημα πολιτικής προστασίας και να έχουμε, θα συνεχίσουμε να θρηνούμε θύματα και απώλειες. Αλλά χρειαζόμαστε πιο αποτελεσματικούς μηχανισμούς και κινητοποίηση και συνειδητοποίηση από όλα τα σχετικά υπουργεία για την ανάγκη της λήψης μέτρων πρόληψης. Καλύτερο το προλαμβάνειν παρά το θεραπεύειν.
Ενώ βεβαίως και δεν αναφέρεται πουθενά, καθώς όντως δεν είναι ζήτημα ενός Υπουργείου Πολιτικής Προστασίας, το δεύτερο μέρος του τέταρτου επιπέδου διαχείρισης θα λέγαμε, αυτού της πλήρους, μεσοπρόθεσμης αποκατάστασης που ακολουθεί την βραχεία αποκατάσταση. Και σε αυτό το επίπεδο η χώρα σκοράρει χαμηλά. Η δε ολοκλήρωση της αποκατάστασης ενός οικοσυστήματος το οποίο επλήγη από τις φυσικές ή ανθρωπογενείς καταστροφές είναι απολύτως απαραίτητη για να θωρακιστεί το οικοσύστημα και να μειώσει την ευαλωτότητά του στην κλιματική αλλαγή και σε επερχόμενη τυχόν άλλη φυσική ή ανθρωπογενή καταστροφή στο μέλλον. Αν δεν ολοκληρώσουμε το στάδιο της πλήρους αποκατάστασης και παραμείνουμε στην βραχεία μόνο αποκατάσταση, αφήνουμε ευάλωτα τα οικοσυστήματά μας και ουσιαστικά είναι σαν να προκαλούμε την έλευση νεότερων καταστροφών. Δημιουργούμε έναν φαύλο κύκλο.
Την παθολογία του συστήματος ενδεικνύει το εξής παράδειγμα: δώδεκα (12) χρόνια μετά τις φονικές πυρκαγιές του 2007 η Ηλεία υποφέρει από έλλειψη αποκατάστασης – τα οδικά δίκτυα, η αγροτική παραγωγή, το δασικό περιβάλλον και η βιοποικιλότητα αφέθηκαν τα τελευταία χρόνια στην τύχη τους, παρότι δεν έχουν ακόμα ανακάμψει από οικολογική έποψη. Στο πρόσφατο δε Σχέδιο Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας ο Δήμος Ζαχάρως-Φιγαλίας εκτιμήθηκε ως ο πλέον ευάλωτος Δήμος του Νομού Ηλείας στις κλιματικές αλλαγές. Θυμίζω ότι είναι ο Δήμος που κυρίως επλήγη από τις πυρκαγιές του 2007. Ήδη η πολιτική προστασία σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο έχει επανειλημμέωα κηρύξει την ευρύτερη περιοχή τόσο του οικείου δήμου όσο και των όμορων Δήμων του Νομού μας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ο Περιφερειάρχης μόλις πριν από δύο ημέρες υπέγραψε πρόσθετα κονδύλια αντιπλημμυρικών και άλλων έργων στον ίδιο Δήμο. Κατά συνέπεια, ελλείψη της πλήρους αποκατάστασης, ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας επιβαρύνεται και το κράτος συνεχίζει να πληρώνει πρόσθετα κονδύλια. Δώδεκα χρόνια μετά επαναλαμβάνω, η «πληγή» του αστικού ιστού και των οικοσυστημάτος μας ακόμα αιμορραγεί, και, αυτό, γιατί δεν κλείσαμε τον κύκλο της πολιτικής προστασίας με πραγματική αποκατάσταση. Και αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα. Το ίδιο συμβαίνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις ανά την Ελλάδα. Συνεπώς και ως προς αυτό το επίπεδο, το τέταρτο, χρειαζόμαστε συμπληρωματικές διατάξεις από τα αρμόδια υπουργεία, ώστε να κλείσει θετικά ο κύκλος της διαχείρισης μιας φυσικής ή ανθρωπογενούς καταστροφής.
Σε επίπεδο μηχανισμών, η διεθνής εμπειρία ενδεικνύει, ότι ένα πλήρες σύστημα προστασίας από τις φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές απαιτεί καλύτερο συντονισμό και με στενότερη συνοχή στις δράσεις και τις αρμοδιότητες και των δύο υπουργείων, του Υπ. Προστασίας του Πολίτη και του Υπ. Περιβάλλοντος, με την λειτουργία κοινού συντονιστικού οργάνου μεταξύ τους στο πρότυπο της «Κοινής Μονάδας Δράστης» (Joint Unit) του UNEP/OCHA του ΟΗΕ, και λειτουργία οργάνου πρόληψης και αποκατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος σε περιπτώσεις φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών εντός του ίδιου του Υπ. Περιβάλλοντος, πέραν του τμήματος της οδηγίας Sevezo. H αναγκαιότητα λειτουργίας ενός τέτοιου τμήματος επιτείνεται λαμβανομένης υπόψη και της διάστασης της ευαλωτότητας της χώρας μας στην κλιματική αλλαγή. Τα δε σχέδια προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή που τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε περιφερειακό, έχουν ήδη παρουσιαστεί, θα πρέπει να συμπεριλάβουν και μηχανισμούς και δομές αντιμετώπισης κρίσεων, και κυρίως υποδομές.
Για πάρα πολλούς λόγους συνεπώς θα πρέπει να λειτουργήσουν συμπληρωματικά κρατικοί μηχανισμοί των δύο αυτών υπουργείων, οι οποίοι να αναφέρονται στα διαφορετικά επίπεδα διαχείρισης. Χρειαζόμαστε παράλληλες ρυθμίσεις από το Υπ. Περιβάλλοντος που να συμπληρώνουν το παρόν νομοσχέδιο, χρειαζόμαστε δηλαδή «δίδυμο νομοσχέδιο» αυτού από το Υπ. Περιβάλλοντος. Χωρίς αυτές τις συμπληρώσεις, η διακυβέρνηση που προσπαθούμε να διαρθρώσουμε με το παρόν νομοσχέδιο, όσο καλή και να είναι, δεν θα είναι πλήρης. Θα αιτούμην, συνεπώς, από το Υπ. Προστασίας του Πολίτη να συγκαλέσει επί αυτών των ζητημάτων διυπουργική συνάντηση και αναμένουμε και τη συμμετοχή εκπροσώπων της επιτροπής Περιβάλλοντος σε αυτή.
Σας ευχαριστώ για άλλη μια φορά για την πρόσκληση να συμμετάσχουμε στην συζήτηση του Νομοσχεδίου και ευχαριστώ και τα μέλη της Επιτροπής Περιβάλλοντος για την παρουσία τους και τη συνεχή επιμέλειά τους σε όλα τα σχετικά ζητήματα.»