Ιστορίες από την μυθική διαδρομή ενός ανθρώπου που δεν έσκυψε ποτέ το κεφάλι του και άφησε ανεξίτηλο σημάδι στην νεώτερη ιστορία της Ελλάδας
Το βράδυ της 30ης Μαΐου του 1941, ο 19χρονος Μανώλης Γλέζος επιστρέφει στο σπίτι του, με γρήγορα βήματα. Είναι περασμένα μεσάνυχτα όταν φτάνει και η μητέρα του, που έχει καταλάβει ότι ο γιος της έχει φύγει από το σπίτι, τον περιμένει στα σκαλιά.
Ο νεαρός προλαβαίνει να ψελλίσει την λέξη «μάνα» πριν η κυρά Μάχη τον αρπάξει από τον λαιμό και τον σύρει στην κουζίνα, για να μην ακούσουν οι υπόλοιποι της οικογένειας και ξυπνήσουν.
Αυτήν που είχε κατεβάσει από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης μαζί με τον φίλο του Λάκη Σάντα, σε μια παράτολμη όσο και επικίνδυνη αποστολή.
Η μητέρα του τον αγκαλιάζει, τον φιλάει και του λέει να πάει να κοιμηθεί, ενώ το επόμενο πρωί όταν ο πατριός του την ρωτάει που ήταν ο γιος της του απαντάει: «Ανέβα στην ταράτσα και κοίταξε στην Ακρόπολη».
Εκεί κυμάτιζε ακόμη η γαλανόλευκη, που είχε κρεμάσει αυτός ο θρασύς νεαρός από την Απείρανθο της Νάξου, ο τελευταίος παρτιζάνος, που έφυγε χθες στα 98 του χρόνια.
Κουβέντες με τον Φιντέλ και τον Τσε
Έφυγε αφού έζησε σχεδόν ένα αιώνα, αφήνοντας πίσω του ανεξίτηλο το στίγμα ενός ανθρώπου που δεν έσκυψε ποτέ το κεφάλι.
«Εκεί στην Κούβα, τους γνώρισα όλους, τον Τσε που τότε ήταν υπουργός Οικονομικών» θα πει σε μια συνέντευξη του στο Vice, πριν από λίγα χρόνια.
«Γνώρισα όσους ξεκίνησαν την πορεία προς την Αβάνα, όσους κατέβηκαν από το Γκράνμα. Δεν ήταν κανένας στρατός που ήρθε να επιβάλλει κάτι, ήταν μια επανάσταση».
Αυτός πάλι ήταν πάντα ένας επαναστάτης, ένας αριστερός αγωνιστής που σε ηλικία 88 χρονών είχε ακόμη το κουράγιο να κατεβαίνει σε πορείες, όπως έκανε τον Μάρτιο του 2010 σε κινητοποίηση της ΓΣΕΕ.
Ήταν Παρασκευή 5 του μήνα, όταν βρέθηκε απέναντι σε δυνάμεις καταστολής-η ιστορία της ζωής του όπως θα έλεγε-όταν ένας άνδρας των ΜΑΤ τον ψέκασε με χημικά στο πρόσωπο.
Δεν ήξερε ποιος είναι ο Γλέζος και όταν λίγες ημέρες μετά τον επισκέφθηκε για να του ζητήσει συγνώμη ο τελευταίος παρτιζάνος τον συγχώρεσε.
Που να ήξερε άλλωστε ο αστυνομικός τι είχε κάνει μέχρι τότε ο Γλέζος ή ποιος ήταν, αφού όπως του είπε στην Σχολή δεν τους διδάσκουν ιστορία.
Αν τους δίδασκαν, μπορεί και να μην ψέκαζε έναν άνθρωπο που φυλακίστηκε, βασανίστηκε, εξορίστηκε δεκατρείς φορές καταδικάστηκε σε θάνατο αλλά όπως έλεγε και ένας φίλος του από την Απείρανθο παρέμεινε ένα αγύριστο κεφάλι.
Ένα κεφάλι που όπως έλεγαν οι φίλοι του δεν έβαλε ποτέ μυαλό και εξακολουθούσε να κάνει ότι του υπαγόρευε η καρδιά του και η συνείδηση του.
Με ένα κόκκινο γαρύφαλλο
Ήταν αυτός μπορεί να πανηγύρισε για την έλευση της Αριστεράς στην εξουσία, αλλά όταν ήρθαν τα δύσκολα βρέθηκε απέναντι από τον cool Αλέξη και τις κωλοτούμπες του, ξεκαθαρίζοντας την θέση του.
Δημοσιογράφος, ακτιβιστής, πολιτικός, ποιητής, συγγραφέας ο Μανώλης Γλέζος ήταν ο άνθρωπος για τον οποίο ο Ντε Γκολ έτρεφε αμέτρητο σεβασμό και ο Πάμπλο Πικάσο ζωγράφισε ένα μικρό σχέδιο προς τιμήν του.
Ακόμη και η χρόνια φυματίωση από την οποία ταλαιπωρήθηκε ήταν ένα «παράσημο» από τα δύσκολα χρόνια, τότε που συμβίωνε μαζί με άλλους σε υγρά και ανήλιαγα κελιά.
Κι αυτός τα άκουγε, όσο τα χρόνια περνούσαν και συνέχιζε να γράφει, να φωνάζει για το άδικο και να διαδηλώνει σαν ένας αιώνιος έφηβος.
Παραδεχόταν τα λάθη του δημόσια και ποτέ δεν ζήτησε να μην του ασκείται κριτική, ενώ μέχρι τους τελευταίους μήνες της ζωής του έγραφε.
Κουβάλαγε πάντα μέσα του τον σεβασμό για τους πολιτικούς του αντιπάλους και το βράδυ που πέθανε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν δίστασε να κάνει αυτό που ένοιωθε.
Πήγε στο σπίτι της οικογένειας μόνος του, για να συλλυπηθεί τα παιδιά του και να χαιρετήσει τον εκλιπόντα με τον δικό του τρόπο.
Κρατούσε στο χέρι ένα κόκκινο γαρύφαλλο…